«Herve Le Corre», γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Herve Le Corre/Μικρό βιογραφικό

Ο Herve Le Corre γεννήθηκε το 1955 στο Μπορντό, όπου ζει και εργάζεται ως εκπαιδευτικός. Πολυγραφότατος και πολυβραβευμένος, ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικού μυθιστορήματος. Έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό με το μυθιστόρημα L’Homme aux lèvres de saphir (Βραβείο Mystère των Kριτικών). Έχουν ήδη κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου το μυθιστόρημά του Μετά τον πόλεμο (το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Ευρωπαϊκού Αστυνομικού Μυθιστορήματος «Le Point»), καθώς και το Καρδιές σακατεμένες, (που τιμήθηκε με τρία βραβεία: Βραβείο Mystère, Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας, Βραβείο Γαλλικού Αστυνομικού Μυθιστορήματος του Nouvel Observateur), ενώ πρόκειται να κυκλοφορήσει ένα ακόμη έργο του: Περνώντας τους λύκους για σκύλους. Έχει εκδώσει επίσης τα μυθιστορήματα La Douleur des morts, Les Éffarés, Copyright, Tango parano, Trois de chute και Derniers retranchements, καθώς και 11 έως τώρα νουβέλες.

Αναλύοντας τον Le Corre – Συγγραφικό ισοζύγιο

Ο Le Corre είναι μοναδική περίπτωση συγγραφέα αστυνομικής λογοτεχνίας μόνο και μόνο γιατί τα χαρακτηριστικά του δεν μοιάζουν  με κάποιου άλλου συγγραφέα. Επίσης η τεχνική και η γραφή του δεν προσομοιάζει με κάποια από τις πολλές σχολές που έχουν επικρατήσει. Ο τύπος έχει μια «λογοτεχνικότητα» και ένα έμπειρο τρόπο γραφής, που εμένα προσωπικά με κάνει να τον κατατάσσω στους συγγραφείς καθαρά κοινωνικών μυθιστορημάτων και όχι neopolar ή νουάρ, που τον τοποθετούν οι περισσότεροι. Είναι πολύ προσηλωμένος στο πραγματικό κοινωνικό πλαίσιο,  ταξιδεύει μακριά από το Παρίσι με τα γκέτο του και παίζει μπάλα εντός έδρας στο Μπορντώ την πόλη που γεννήθηκε και κατοικεί  όπου και κερδίζει για πλάκα τις περισσότερες ομάδες συγγραφέων που φιλοξενεί είτε αυτές κατεβαίνουν με τη σημαία των Βίκινγκς είτε με αυτή ντόπιων πετυχημένων.

Δεν έχει μια και μοναδική μανιέρα αντίθετα μεταλλάσσεται και βελτιώνεται βιβλίο με το βιβλίο. Βγάζει μια τρομακτική συγγραφική αυτοπεποίθηση, σε παρασέρνει σε ένα ρυθμό σε βαθμό που να μη μπορείς να αναπνεύσεις αν και η πλοκή του δεν χαρακτηρίζεται από «χαριτωμενιές» και show off. Όπου γουστάρει θα την «αλατοπιπερώσει» κάπως, πιθανόν να της βάλει και λίγη λογοτεχνική «μπεσαμέλ», σε καμία περίπτωση όμως δεν θα εξοκείλει  από το πλάνο του, το οποίο είναι να διηγηθεί σωστά αυτό που θέλει να πει. Όσο και αν αυτό ακούγεται απλό. Στα απλά μειονεκτούν πολλοί συγγραφείς του είδους δεδομένου πως στο βωμό του να εκπλήξουμε τον αναγνώστη με τραβηγμένες από τα μαλλιά ιστορίες και με υπερφυσικούς επιθεωρητές ή seriel killers χάνουν το ρυθμό τους ή και το ίδιο το πλαίσιο που κινούνται.

Ο Le Corre έχει ψυχρό ρεαλισμό, ποιοτική γραφή και άρτια χτισμένους χαρακτήρες μέσα σε ένα άψογα δοσμένο περιβάλλον. Ειδικά για το τελευταίο η ατμόσφαιρά του, σκοτεινή και θαμπή με μια καταχνιά να αιωρείται παντού σε προϊδεάζει για το σκηνικό που θα επακολουθήσει. Χρησιμοποιεί την πένα του σαν κάμερα με πολύ κοντινά πλάνα στους πρωταγωνιστές έτσι που καταλαβαίνεις ακόμα και τις γκριμάτσες τους και περιμένεις το κακό από λεπτό σε λεπτό. Μέσα σε ένα τέτοιο αριστοτεχνικό στήσιμο οτιδήποτε άλλο μοιάζει αχρείαστο για να κερδίσει τον αναγνώστη. Αυτόν θεωρώ πως τον έχει κατακτήσει από τις πρώτες σελίδες, δεν χρειάζεται εντυπωσιακά εφέ αν και όπου χρειάζεται θα γίνει αρκετά βίαιος και splatter (θυμίζοντας κάπως τον μέγα δάσκαλο Φαζαρντί) ή θα βάλει πολιτικές πινελιές.

Επίσης ο Le Corre ξεμπερδεύει νωρίς με τα προφίλ των βασικών του ηρώων και επικεντρώνεται στην ιστορία του και πως θα την αποδώσει καλύτερα. Μην περιμένετε μεγάλες διακυμάνσεις στα ψυχογραφήματα των πρωταγωνιστών του.

Ο Αλμπέρ Νταλάκ διεφθαρμένος μπάτσος στο «Μετά τον πόλεμο» και  Άνχελ Ματάνας  πληρωμένος εκτελεστής των Ισπανικών μυστικών υπηρεσιών στο «Άμμος στο στόμα» ξέρουμε from the beginning ότι είναι αρνητικοί ήρωες, μισητοί θα έλεγα, δεν προσπαθεί να τους ωραιοποιήσει στην πορεία απλά λίγο ρετουσάρει σε ελάχιστα σημεία το κακό τους  προφίλ.

Με αυτό που παίζει εξαιρετικά ο συγγραφέας είναι με τις εναλλαγές στο ρυθμό και τα συναισθήματα. Για παράδειγμα στο «Μετά τον Πόλεμο» εν μέσω ωμών περιγραφών, splatter σκηνών ακόμα και πολεμικών συγκρούσεων ξεπροβάλουν συγκινητικές ανθρώπινες οικογενειακές στιγμές όπως αυτή που οι γονείς του Ντάνιελ για να γλυτώσει το παιδί τους την μεταφορά του στο Άουσβιτς το ανεβάζουν μέσα στο κρύο στη στέγη του σπιτιού όπου και μένει για ένα 24ωρο.

Εν κατακλείδι, ο Le Corre συνεχίζει το επιτυχημένο έργο των Γάλλων κορυφαίων συναδέλφων του όπως ο Μανσέτ, ο Αττιά και ο Ντενένξ οι οποίοι δεν πλάθουν ιστορίες «ξέμπαρκες» αντίθετα επηρεασμένοι από τον πόλεμο στην Αλγερία συνθέτουν χαρακτήρες και στήνουν σκηνικά ρεαλιστικά, πραγματικά και ανθρώπινα. Έχουν πικρές μνήμες από το παρελθόν, αποικιακούς πολέμους που έχασαν το αίμα τους πολλοί νέοι όπως αυτός της Ινδοκίνας και της Αλγερίας που τους «τσιγκλάνε» να γράφουν και να αντλούν πρωτογενές και αληθινό υλικό. Ταυτόχρονα βρίσκουν ομοιότητες και κοινά χαρακτηριστικά με «ανοικτές πληγές», όπως τους  επικίνδυνους θύλακες των γκέτο στα προάστια του Παρισιού ή της Μασσαλίας.

Τα έργα μιλάνε, όχι τα λόγια

ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

Μπορντό, δεκαετία του 1950. Μια πόλη που φέρει ακόμα τα στίγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κι όπου περιφέρεται η τρομακτική μορφή του αστυνόμου Νταρλάκ, ενός διεφθαρμένου μπάτσου που έκανε περιουσία στην Κατοχή και δεν δίστασε να συνεργαστεί με τους ναζί. Στο μεταξύ έχει αρχίσει ένας νέος πόλεμος που δεν λέει τ’ όνομά του: νεαροί στρατεύσιμοι φεύγουν για την Αλγερία.
Ο Ντανιέλ ξέρει ότι αυτό τον περιμένει κι εκείνον. Οι γονείς του χάθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, υιοθετήθηκε από ένα ζευγάρι, είναι μαθητευόμενος μηχανολόγος. Μια μέρα, ένας άγνωστος φέρνει τη μοτοσυκλέτα του για επισκευή στο συνεργείο όπου δουλεύει. Ο άγνωστος δεν βρίσκεται στο Μπορντό τυχαία. Η παρουσία του θα πυροδοτήσει ένα κύμα φόνων σ’ ολόκληρη την πόλη, ενώ άλλα εγκλήματα διαπράττονται στην Αλγερία…
Το “αριστοτεχνικά δομημένο”, “ελεγειακό”, “μνημειώδες”, “τραγικό”, κατά τους κριτικούς, Μετά τον πόλεμο είναι πολύ απλά ένα αριστουργηματικό πολιτικοκοινωνικό νουάρ μυθιστόρημα. Ένα πραγματικά μεγάλο βιβλίο από έναν δεξιοτέχνη της αφήγησης. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

ΑΜΜΟΣ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ

Αρχές της δεκαετίας του 1990. Μια επιχειρησιακή ομάδα Βάσκων αυτονομιστών ανατινάζει ένα υπό ανέγερση ξενοδοχείο στη νοτιοδυτική Γαλλία. Επεμβαίνει η χωροφυλακή και κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών ένας από τους αυτονομιστές τραυματίζεται και φυγαδεύεται στο Μπορντό από τη συντρόφισσά του Εμίλια. Εκεί τους βοηθάει ο Πιέρ, πρώην αριστεριστής και πρώην εραστής της κοπέλας, ο οποίος αποφασίζει να τους μεταφέρει στη Χώρα των Βάσκων για την περίθαλψη του τραυματία. Αγνοούν ότι ο Άνχελ Ματάνθας, ένας ψυχοπαθής εκτελεστής πληρωμένος από τις ισπανικές υπηρεσίες, τους ακολουθεί κατά πόδας. Όσο για τους Γάλλους μπάτσους, αυτοί επινοούν ένα μακιαβελικό σχέδιο για να παγιδεύσουν τους φυγάδες…
Σε μια περιοχή κοκαλωμένη απ’ το χιόνι και τον πάγο παίζεται ένα τραγικό παιχνίδι όπου η κρατική βία και η βία των αισθημάτων συνδυάζονται και οδηγούν σ’ ένα εκρηκτικό φινάλε. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ ΓΙΑ ΣΚΥΛΙΑ

Ο Φρανκ αποφυλακίζεται μετά από πέντε χρόνια που πέρασε στη φυλακή για μια ληστεία που έκανε με τον αδερφό του τον Φαμπιάν. Φιλοξενείται από την Τζέσικα, σύντροφο του Φαμπιάν, και τους γονείς της. Ο πατέρας παραποιεί κλεμμένα αυτοκίνητα, η μάνα απασχολείται περιστασιακά ως καθαρίστρια σ’ ένα γηροκομείο. Η Τζέσικα έχει μια μικρή κόρη, τη Ραχήλ, που δεν τρώει σχεδόν τίποτα και δεν μιλάει. Τι να έχει δει άραγε ή ακούσει η μικρή ζώντας σ’ αυτή την ολέθρια οικογένεια όπου βασιλεύουν το μίσος, το ψέμα κι η συμφορά;
Σε μια απομονωμένη αγροικία που λιώνει από τον καύσωνα, στις παρυφές ενός ανησυχητικού δάσους, τα πάθη θα οξυνθούν. Η απουσία του Φαμπιάν παρατείνεται κι ο Φρανκ βρίσκεται στριμωγμένος ανάμεσα στην επικίνδυνη γοητεία της Τζέσικα και τις ραδιουργίες των δύο γέρων, σαν ξεμοναχιασμένο ζώο περικυκλωμένο από πεινασμένους λύκους… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

Και για το τέλος:

ΑΤΑΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΟΥ

«Ο Εμανουέλ Μακρόν κατασκευάστηκε από το σύστημα, από τους Σοσιαλιστές – θα έλεγα ότι είναι ο καρπός της προδοσίας των Σοσιαλιστών. Για ανθρώπους όπως εγώ, που ανήκουμε στην πραγματική Αριστερά, ο Μακρόν είναι το αντίστοιχο της Μάργκαρετ Θάτσερ. Εφαρμόζει ένα υπερφιλελεύθερο πρόγραμμα, μια πολιτική πολύ σκληρή, πολύ βίαιη, την οποία δικαιολογεί λέγοντας «αυτό είναι το πρόγραμμά μου, εσείς το ψηφίσατε»

  

«Στην Αλγερία υπηρέτησαν τη στρατιωτική τους θητεία 500.000 γάλλοι νέοι. Υποχρεώθηκαν να πολεμήσουν, αν και δεν ήταν κατ’ επάγγελμα στρατιωτικοί. Ο πόλεμος αυτός στοίχισε στη Γαλλία πλήθη ολόκληρα νεκρών και τραυματιών. Όσοι επέζησαν αποκόμισαν τραυματικές εμπειρίες, τις οποίες μάλιστα δεν αφηγήθηκαν ποτέ. Την εποχή εκείνη, ας θυμηθούμε, δεν υπήρχε και κανείς να τους ζητήσει να μιλήσουν – δεν υπήρχαν οι εντεταλμένοι ψυχολόγοι, όπως σήμερα. Και κανείς βέβαια στη Γαλλία δεν ασχολήθηκε με το τι συνέβη στους Αλγερινούς. Επομένως, δεύτερον, ο πόλεμος παρήγαγε στη χώρα μου μια ατμόσφαιρα σιωπής, εχθρότητας και ρατσισμού απέναντι στους Άραβες. Ο σημερινός ρατσισμός στη Γαλλία, ο οποίος αποτελεί πολύ σημαντικό ζήτημα από μόνο του, έχει τις ρίζες του σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση – στις τότε διαθέσεις κατά των Αλγερινών»

 

«Αυτό που αρέσει πολύ στον κόσμο είναι το θρίλερ. Οι συγγραφείς τους πουλάνε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα. Οσο για το νουάρ, κάποιοι συγγραφείς τα καταφέρνουν. Δεν μπορούμε να μιλάμε για πραγματική άνθηση του γαλλικού νουάρ»


[Πηγή φωτογραφίας: rue89bordeaux.com]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη