Κρύψε με τρυφερά, κρύψε με απ’ όλους.Κρυφά κι ας με ποθείς, δεν με πειράζει.Κορμός εσύ, κορμί εγώΧέρια και πόδια πάνω σου θα σκαρφαλώσω.Κλαδιά τα μπράτσα σου απλωμέναΒουβά εμένα περιμένουν να τα κάμψω-Κορμί εγώ, κορμός εσύ-Γύρω από μένα.Και τα μαλλιά σου πυκνά φύλλα να γραπώσωΚαι μες στο θρόισμα σου να ουρλιάξω τις ανάσες μουΌπως ο άνεμος.Κι εσύ κρύψε με, κρύψε μας,Προφύλαξέ μας…Κι άσε ρετσίνι και χυμούς να μας ενώσουν.
Κατηγορία: Ποιήματα
Μου λείπεις κι έχω βαφτεί στα χρώματα της λύπης. Μου λείπεις. Πήρες τα χρώματα μαζί σου. Τα άλλα. Εκείνα που ακούγονται και μυρίζονται κι αγκαλιάζονται. Εκείνα που πάλλουν ζωή γύρω σου, γύρω μου. Εκείνα που τυλίγουν την ψυχή μου σα σπάργανα ζεστά - κι ας μη σε αγκαλιάζω ποτέ… Κι ας μη σε φιλώ. Μου φτάνει που γεμίζεις τις μνήμες μου με τη φωνή σου. Μου φτάνει η μυρωδιά σου, εκείνης της μίας φοράς, της κτήσης προκλητικής, της αιτιατής. Μου φτάνει το χαμογέλιο σου το σπάνιο, με τέρπει ως τα
Γράφω. Σβήνω. Γράφω. Σβήνω.Δύσκολα τα πράγματα.Προβάλει η ψυχή μου μιαν απαίτησηκι εγώ την πνίγωπριν προφτάσει και μεγαλώσει κι άλλο.Πόσες ανάσες χωρούν σ' ένα ποίημα;Πόσα δάκρυα;Πόσοι θυμοί;Πόσες παραιτήσεις;Για σένα γράφω μάτια μου σκοτεινά, μάτια μου μαγεμένα.Κι έπειτα τρώω ψωμί με ζάχαρη και λάδι,σαν να ' ναι η ώρα απλή, της κάθε μέρας.Κι ίσως και να' ναι...Λάδι και ζάχαρη γελούν τ' αφίλητά μου χείλη,και μιαν ελπίδα πως κι αύριο
Γλυκές οι σκέψεις μου για σένα, παρηγορητικές. Να σου πάρω ένα μπουκέτο λουλούδια, λέει, να στο φέρω άξαφνα, να χαρείς που σπάνια σου φέρνουν. Κι έπειτα τ’ ακυρώνω, δεν είμαι βλέπεις πρίγκιπας, τι να τα κάνεις από μένα τα λουλούδια… Και σκέφτομαι την πάστα. Μια λαχταριστή σοκολατίνα, ολόφρεσκη, μόνο για σένα, να την απολαύσεις επί τόπου με κουταλάκι πλαστικό του ζαχαροπλαστείου. Κι έπειτα είπα όχι και σ’ αυτό, θυμήθηκα πως τα αλμυρά είναι που λαχταράς εσύ, γλυκά δεν τρως ούτε μετά από
Βλέπω απ’ το παράθυρό μου έναν ήλιο, σίγουρα δεν είναι αυτός που περιμένω, μα έστω, είναι ήλιος. Δεν τον θέλω, μα τον ανέχομαι γιατί ξέρω πως εσένα σ’ αρέσει, τον ανέχομαι και δεν τον σβήνω πίσω απ’ τις βαριές κουρτίνες. Βλέπω τις σκιές των φύλλων που τρεμοπαίζουν στο παράθυρο κι έτσι καταλαβαίνω πως φυσάει λυσσασμένα, μα και πάλι ακούω τις σκέψεις μου, ο ήχος του αέρα μόνο στις σκιές. Εσύ στις σκέψεις μου. Εσύ, εσύ, εσύ, εσύ! Στο διάολο, για δε μ’ αφήνεις πια να μερέψω; Στρίβω μες στα
Έχουμε την πολυτέλεια και ζούμε μια ζωή και αγαπάμε, ερωτευόμαστε, μας απορρίπτουν και πονάμε και το κάνουμε θέμα μεγάλο! Κι όλα αυτά τα απλά και ταπεινά σ’ έναν πλανήτη που τα παιδιά πεθαίνουν από πείνα στην Υεμένη, τις γυναίκες τις πουλάνε βιασμένες στα σκλαβοπάζαρα στο Σουδάν, τους άντρες τους στοιβάζουν σε κέντρα προσωρινής κράτησης στη Λιβύη.Έχουμε την πολυτέλεια και ζούμε, πίνοντας τον καφέ μας εισαγωγής και καπνίζοντας αρειμανίως ξενόφερτα τσιγάρα. Και αναλύουμε, καταναλώνοντας
Είναι κάτι πρωινά του καθρέφτηάκαρδα, σκληρά, που σε κοιτάνε.Πρωινά δίχως έλεοςγια τα χρόνια που πέρασαν.Είναι κάτι πρωινά του καθρέφτηντυμένα πλερέζες σκιερέςκαι ανεξιχνίαστες προθέσεις.Πρωινά που στέκονταιστιγμές μουδιασμένεςδίχως τελικό αποδέκτηχωρίς αντίκρισμα πραγματικότητας.Μ' ένα μαλακό πανίκαθαρίζεις τα σημάδια διστακτικάμε την ελπίδα να σβήσεις τις ρυτίδες.Μάταια. Σβήνεις το φως.Τελικά εκπνέεις την ανάσα σου και περιμένεις τον
Είναι φορές που δυσκολεύεταιΗ σκέψη να φτάσει στο χέρι.Κι η ανάσα, ακόμα, αρνείταιΤον αναστεναγμό της ανακούφισης`Τα μάτια αρνιούνταιΤα δάκρυα της λύτρωσης.Είναι φορές που νοσταλγώΤα ήρεμα, γλυκάΑπόβραδα στον κάμπο.Τ’ απόβραδα που μυρίζουνΝοτισμένη γηΚι ανοιξιάτικο αγέρα.Τότε, που κλείνεις τα μάτιαΚάτω από ένα δέντροΚι ανασαίνεις μόνος κι ελεύθεροςΤο θρόισμα των φύλλων.Ανασαίνεις, ανασαίνειςΜόνος κι ελεύθερος.
<br
Πρόσφατα σχόλια