Χρόνια πολλά, με επιμονή,
βάλθηκα να μετράω τα χέρια μου.
Αυτά που αγκάλιασαν μικρές ζωές
και τις ανάθρεψαν γυναίκες.
Που ονειρεύτηκαν χρώματα
κι έπλασαν χώμα και νερό.
Πώς χώρεσαν το τόσο φως;
Με την αυγή,
Τα ‘βρισκα τρυφερά, με δύναμη γιγάντια.
Τα βράδια,
λύγιζαν δίπλα στο σώμα αδύναμα,
αδειανά.
Με δυο παλάμες, να κοιτάζουν ουρανό
κι ολόγιομα φεγγάρια.
Αφήστε το σχόλιο σας