Σιωπές
που εξωρα’ί’ζει ο ήλιος
αξιοθέατο
η εγκατάλειψη.
Κι εκείνος ο φιόγκος ο άσπρος
που σκάλωσε
στης ροδιάς τα κλαριά
θράκα
στη στάχτη σιγοκαίει.
Μνήμες
που στράγγιξε η νοσταλγία
δραπέτης
η σκέψη.
Κι εκείνα τα φτερά τα εύθραυστα
που έσπασαν
στα πέτρινα βράχια
κοχύλια
στο κύμα σαπίζουν.
Ρυάκια οι ώρες μουρμουρίζουν
στις αυτοσχέδιες πόλεις
και η ηχώ τους ρέει
κατά μήκος των λεπτών του φωτός
μετρώντας νέα φεγγάρια.
Κι εγώ
ακροβάτης στο νήμα της ζωής
μέχρι να βρω τον βηματισμό μου.
Αφήστε το σχόλιο σας