Γράφω. Σβήνω. Γράφω. Σβήνω.
Δύσκολα τα πράγματα.
Προβάλει η ψυχή μου μιαν απαίτηση
κι εγώ την πνίγω
πριν προφτάσει και μεγαλώσει κι άλλο.
Πόσες ανάσες χωρούν σ’ ένα ποίημα;
Πόσα δάκρυα;
Πόσοι θυμοί;
Πόσες παραιτήσεις;
Για σένα γράφω μάτια μου σκοτεινά, μάτια μου μαγεμένα.
Κι έπειτα τρώω ψωμί με ζάχαρη και λάδι,
σαν να ‘ ναι η ώρα απλή, της κάθε μέρας.
Κι ίσως και να’ ναι…
Λάδι και ζάχαρη γελούν τ’ αφίλητά μου χείλη,
και μιαν ελπίδα πως κι αύριο ξημερώνει και ποιος ξέρει;…
Υπέροχο ποίημα!!!