«Φωτιά στα τρένα όλου του κόσμου…», γράφει η Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα

Πώς λειτουργεί η μνήμη, η ρημάδα… Η δική μου, για παράδειγμα, ασθενέστατη παιδιόθεν… Δεν μπορώ να την κουμαντάρω με τίποτα, πολύ με κουράζει ώρες και φορές… Κι όμως, εκεί που νομίζεις ότι έχεις ξεχάσει χρόνια και στιγμές, που πέρασαν ανεπιστρεπτί και πάνε, όπως πάνε και περνούν όλα όταν τ’ αγγίξει ο αμείλικτος χρόνος, εκεί ξαφνικά διαβάζεις ένα post (ε, της εποχής μου ντε, ακολουθώ όσο καταλαβαίνω και μπορώ) για αντίο και χρόνια εφηβικά και μουσικές και δάκρυα και ρολόγια που οι δείκτες τους σταμάτησαν. Χωρίς καν να το καταλάβεις, ο χρόνος αυτοστιγμεί έχει παγώσει για σένα, η μνήμη ήδη αναμοχλεύει το παρελθόν σου…

Προς στιγμήν κατάλαβα λάθος, έστειλα συλλυπητήριες ευχές σε μια φίλη μου για καλό κουράγιο, μιας και νόμισα πως πέθανε η αγαπημένη της γειτόνισσα. Αμέσως σχεδόν αντιλαμβάνομαι ότι κάτι δεν μου «κάθεται» καλά μ’ αυτό το σενάριο. «Αν όχι αυτή, τότε ποια», αναρωτιέμαι και σπεύδω να συμμάσω τ’ ασυμμάζευτα, πριν με πάρουν εντελώς χαμπάρι και γελάν κι οι πέτρες… Συνεχίζω να διαβάζω, ειδήσεις αυτή τη φορά. Την τηλεόραση για τις ειδήσεις την αποφεύγω, είμαι και μιας ηλικίας άνθρωπος, έχω και πίεση, ελλοχεύουν κι εγκεφαλικά, δεν είμαι για τέτοια.

Φλασάρει ξαφνικά μπροστά μου, σαν πινακίδα φωτισμού νέον που αναβοσβήνει μέσα στο πισσοσκόταδο, το όνομα της θανούσης. Ρένα Κουμιώτη. Στα ογδόντα ένα της άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο, πλήρης ημερών και λοιπές κλισεδούρικες μπούρδες. «Ώπα!» σκέφτομαι και μένω ακίνητη. «Η Κουμιώτη πέθανε!» κάνω την -ηλίου φαεινότερη- διαπίστωση με τη σοβαρότητα που θα απαιτούσε η αναγγελία της ακριβούς ώρας θανάτου της. Η μνήμη με την αναμόχλευση έχει κάνει δουλίτσα, εγώ περνάω με ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτή του φωτός μέσα από ένα τούνελ και τσουπ! Βρίσκομαι καλή και διαλεγμένη στα εφηβικά μου χρόνια, κοντά εκεί στο Λύκειο, τις τελευταίες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα.

Μουζάκι. Τότε, το αγαπημένο μου «χωριό». Παιδί της πρωτεύουσας εγώ, εδώ τον τόπο τον είχα λατρέψει. Ακόμα τον λατρεύω. Δεν υπήρχαν τότε τα κινητά. Ούτε η ιδιωτική τηλεόραση. Ούτε καν η ιδιωτική ραδιοφωνία! Ω, κι όμως, ναι, πιστέψτε με. Όλα ήταν κρατικά, η επιλογή πολύ περιορισμένη. Αν και οφείλω να ομολογήσω ότι, τουλάχιστον στο ραδιόφωνο, η δουλειά που γινόταν ήταν πάρα πολύ καλή…

Τέλειωνε το σχολείο, διακοπές είτε σπίτια μας, είτε στο χωριό των γονιών μας, είτε σε κάποια κατασκήνωση. Ναι, κοτζάμ γομάρες δυο μέτρα (που λέει ο λόγος), πηγαίναμε κατασκήνωση. Έτσι ήταν τότε, λέμε! Καφετέριες, νυχτερινές διασκεδάσεις και λοιπά σούρτα – φέρτα δημόσια, δεν παίζανε. Γιατί, ως γνωστόν, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα. Κι εμείς τότε, κορίτσια στον καιρό μας, όπως λέει κι ο μεγάλος μου αδερφός, καλή του ώρα, πού να δούμε κάνα αγόρι, στα πρώτα μας σκιρτήματα γαρ… Πώς να επικοινωνήσουμε τα αισθήματά μας, που μας έπνιγαν και δένονταν ζεστός κόμπος ψηλά στο λαιμό μας; Άντε, σε κάνα πανηγύρι, στο παζάρι του Σαββάτου, δειλά, κρυφά, ντροπαλά, συνεσταλμένα…

Κι έτσι, έπειτα από τις δουλειές του σπιτιού για να βοηθήσουμε τη μάνα, το διάβασμα ενός αγαπημένου λογοτεχνικού βιβλίου, έπειτα ναι, πιάναμε μια γωνιά με το κέντημα στα χέρια (έτσι ήταν τότε, λέμε, κεντάγανε τα κορίτσια, φτιάχνανε τα προικιά τους, αμ πώς!) και με λαχτάρα ανοίγαμε το ραδιόφωνο, σε ’κείνη την ερτζιανή συχνότητα, που ήταν κοινό μας μυστικό,  για να ακούσουμε τον Γιώργο τον Μεσουράνιο (Θεός σχωρέσ’ την ψυχούλα του, νωρίς μας άφησε…) ή τον Radio Station California – τους αγαπημένους μας ραδιοπειρατές!!! Κι εκεί έβρισκε διέξοδο το συναίσθημα. Και να οι αφιερώσεις, πάντα κωδικοποιημένες, αυτή ή αυτός που θα τις άκουγε ήξερε… Και να τα υπέροχα τραγούδια, που λες και για μας είχαν γραφτεί, προσωπικά, εντελώς εξατομικευμένα. Το θαύμα της τέχνης!

Τότε έμαθα το «Φωτιά στα τρένα», της Ρένας Κουμιώτη. Σπάραξε η καρδιά μου όταν το πρωτάκουσα. Κι ας μην είχα κανέναν που έφυγε ή που θα έφευγε με το τρένο. Τουλάχιστον, όχι ακόμα… Κι ας ήταν ο δικός μου, κρυμμένος στα τρίσβαθα της τρυφερής μου τότε καρδούλας, εφηβικός έρωτας που μου το έμαθε αυτό το τραγούδι. Ίσως γι’ αυτό το αγάπησα λοιπόν τόσο. Ίσως το είχα ταυτίσει με τον απόλυτο πόνο της επιθυμίας και του πόθου και της προσμονής που σου γεννά ο έρωτας. Τον απόλυτο πόνο που σου γεννά η απουσία του αγαπημένου σου από κοντά σου, τότε που δεν χορταίνεις να τον κοιτάς στα μάτια και να τον αγγίζεις κάθε λεπτό της κάθε μέρας.

Τι θεία λειτουργία η θύμηση, το ’χω ξαναπεί… Όπως και να ’χει, Ρένα Κουμιώτη, ο Θεός ας συγχωρέσει την ψυχούλα σου, που μ’ αυτήν πότισες κάθε σου τραγούδι που αγαπήσαμε… Αιωνία σου η μνήμη. Στις μνήμες. Όλων μας.

 


 

[Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα – Ας γνωριστούμε]

 


Το τραγούδι Φωτιά στα τρένα μπορείτε να ακούσετε πατώντας το σύνδεσμο. Συμπεριλαμβάνονται οι στίχοι και λοιπές πληροφορίες.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη