“Φονικό όπλο μια καρέκλα”, ένα διήγημα της Αθηνάς Μαραβέγια

«Η ώρα έχει πάει τέσσερις. Πού είναι; Γιατί αργεί;», μονολογεί ο Βασίλης εκνευρισμένος.

Βηματίζει και καπνίζει νευρικά στο σαλόνι, όταν ακούει την εξώπορτα ν’ ανοίγει.

«Μπα; Βρήκες τον δρόμο, επιτέλους;»

Η Αλίκη μπαίνει κατάκοπη. Η μέρα της στο γραφείο δεν ήταν κι από τις πιο εύκολες.

Τίποτα δεν πτοεί τον Βασίλη, ν’ αρχίσει έναν καυγά από κείνους που μόνον εκείνος ξέρει να δημιουργεί με το παραμικρό. Άλλωστε  κι εκείνη δεν αντιδρά, κάτι που τον εξαγριώνει ακόμη περισσότερο, αλλά του δίνει και την ικανοποίηση πως την εξουσιάζει.

Αρχίζει να την βρίζει με τις χειρότερες λέξεις, να κάνει υπαινιγμούς πως δεν πιστεύει ότι όλες αυτές τις ώρες ήταν στο γραφείο, να πετά ό,τι βρίσκει μπροστά του, ενώ η Αλίκη, για άλλη μια φορά, μένει ανέκφραστη.

«Βάλε να φάμε!», την διατάζει και κάθεται στη θέση του στο τραπέζι.

Εκείνη, με αργές και ήρεμες κινήσεις σερβίρει και προσπαθεί να συμμαζέψει ό,τι βρίσκεται στο πάτωμα. Ο Βασίλης αρχίζει να τρώει, χωρίς να σταματήσει να την υποτιμά και να την υποβιβάζει σαν άνθρωπο, σαν γυναίκα. Η Αλίκη σηκώνει την καρέκλα που βρίσκεται πίσω του και χωρίς δεύτερη σκέψη, την καταφέρνει στο κεφάλι του. Γυρίζει την πλάτη, βγαίνει από την κουζίνα, παίρνει την τσάντα της, ανοίγει την πόρτα και βγαίνει στον δρόμο.

«Αυτό ήταν! Επιτέλους, ησύχασα…»

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη