«Το τελευταίο σου βότσαλο στη λίμνη», γράφει ο Γιάννης Βατικιώτης

Πέταξε το μέσα και ευχήσου. Ένα νόμισμα είναι αρκετό και αν δεν έχεις πέταξε ένα βότσαλο. Αυτό είναι το τίμημα  για την ευχή σου, την επιθυμία σου, τον κρυφό σου πόθο. Ένα έθιμο πλέον κοινώς αποδεκτό σε ολόκληρη σχεδόν τη γη, σε κάθε θρησκεία, σε κάθε πολιτισμό. Μία μικρή συνήθεια που αμέσως μας ταξιδεύει σε όμορφες στιγμές ρομαντισμού, έρωτα και ίσως μιας παιδικής αθωότητας που φέρνουμε και πάλι πίσω με μια τόσο απλή μας κίνηση. Ένα μικρό θαύμα.

Ποιος πιστεύει όμως ακόμα στα θαύματα; Ποιος θα εμπιστευόταν ένα νόμισμα για να αλλάξει τη ζωή του, πόσο μάλλον ένα μικρό βότσαλο. Δεν ξέρω αν πραγματικά κανείς θα μπορούσε να εναποθέσει εκεί τις ελπίδες του, αυτό που ξέρω είναι ότι η ζωή δεν πιστεύει. Όχι η ζωή δεν πιστεύει. Η ζωή που φτιάξαμε εμείς δεν πιστεύει ότι ένα μικρό βότσαλο θα ταράξει και θα αλλάξει τη μικρή ζωή μας, την καθημερινότητά μας και θα επανορθώσει για  τις τόσες αδικίες που μας έλαχαν σε αυτόν τον κόσμο. Για αυτό και εμείς οι άνθρωποι την παίρνουμε στα χέρια μας, τραβάμε επιτέλους τα γκέμια της τύχης μας και την ζορίζουμε και την τραβάμε και την πιέζουμε να χωρέσει στα πιο στενά μέρη του μυαλού μας για να ταιριάξει επιτέλους στο όνειρό μας. Την εικόνα που μας βάλανε στο κεφάλι και που θα πρέπει να της μοιάζουμε γιατί αλλιώς πώς θα ζήσουμε, δεν θα επιβιώσουμε.

Όταν εκλογικεύσεις τη ζωή που έπλασαν οι άνθρωποι και πετάξεις την όποια ‘’μαγεία’’ απέμεινε στον κόσμο, τότε θα καταλάβεις πως για να ακολουθήσεις τους κανόνες της  θα πρέπει να συμβιβαστείς, θα πρέπει να υποχωρήσεις, θα πρέπει να δώσεις τον χώρο και τον χρόνο σου στις βουλές της γιατί έτσι παίζεται το παιχνίδι. Ο συμβιβασμός στις μέρες μας μεταφράζεται  τις περισσότερες φορές ως παραχώρηση της κυριαρχίας του εαυτού μας και επομένως της αξιοπρέπειάς μας. Κάθε μέρα, όπου και αν κοιτάξεις, θα δεις ανθρώπους βιαστικούς, πεινασμένους, θυμωμένους, παραμελημένους. Βιάστηκαν να προλάβουν ένα τρένο που ποτέ δεν ήρθε στον σταθμό, πείνασαν και ας τους έβγαλαν τα ιατρικά κιτάπια υπέρβαρους, θύμωσαν χωρίς να τσακωθούν και ξέχασαν πια και το όνομά τους. Άνθρωποι σαν εμένα και εσένα που έδωσαν στη ζωή, στην καθημερινότητα, όλον τους τον εαυτό και βρέθηκαν ξαφνικά σε μία άγονη και απέραντη έκταση με τις οδηγίες χρήσης στα χέρια. Και ο ήλιος να καίει.

Αν δεν παίξεις με τους κανόνες η ζωή απολύει, η ζωή χωρίζει, σε παχαίνει, σε αδυνατίζει, σε γερνάει, σε κάνει άσχημο και σου γνωρίζει την πλέον καλύτερη καινούρια σου φίλη, τη μοναξιά. Έτσι και εμείς οι άνθρωποι κάθε μέρα, κάθε λεπτό και σε κάθε ανάσα μας σκύβουμε όλο και πιο χαμηλά το κεφάλι  για ένα παραπάνω κομμάτι ψωμί, για ένα κιλό λιγότερο ή περισσότερο, για έναν ακόλουθο παραπάνω, για να μην μείνουμε στο τέλος μόνοι. Και πετάμε όλα μας τα νομίσματα στη λίμνη της, μέχρι που μένουμε φτωχοί και έπειτα πετάμε και όλα μας τα βότσαλα που μας έδωσε η μάνα μας όταν ήμασταν μικροί για να έχουμε, να νιώθουμε τους ανθρώπους, για να τους αγαπάμε. Και τίποτα δεν φτάνει και κοιμόμαστε μόνο για να ξυπνήσουμε, όχι να ονειρευτούμε και τρώμε μόνο για να φάμε, όχι για να ζήσουμε και ο ίδιος ήλιος καίει αδυσώπητος κάθε μέρα χωρίς ούτε μια στάλα βροχής. Αυτό που δεν καταλαβαίνουμε εμείς οι άνθρωποι είναι ότι μπορούμε στα αλήθεια να ζήσουμε χωρίς πολλά από τα υποτιθέμενα δώρα που μας υπόσχεται η κοινωνία. Το μόνο που στην πραγματικότητα χρειαζόμαστε είναι η διατήρηση της αξιοπρέπειάς μας, του αυτοσεβασμού μας, του εαυτού μας. Μέσα στην αξιοπρέπεια βρίσκονται όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που μας κάνουν διαφορετικά όμορφους ανάμεσα στους τόσους άλλους. Είναι ο εαυτός μας, είμαστε εμείς.

Αν η δουλειά σου σε μειώνει καθημερινά, σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα, φύγε – θα βρεις άλλη. Ναι, με λιγότερα χρήματα και θα ζήσεις τα παιδιά σου και θα μάθουν και αυτά από εσένα πως δεν σε ξέχασες, πως ακόμα υπάρχεις και θα σε ακολουθήσουν μια μέρα. Αν μια αγάπη σε ματώνει, ακολούθησε τα βήματά σου προς τα πίσω, ως εκεί που ξεκινήσατε τότε που δεν την γνώριζες και στρίψε στη γωνία να βρεις εσένα και ίσως μια άλλη. Δεν ήταν ο σκοπός της να σε πληγώνει, δεν σου υποσχέθηκε αυτά. Και αν ο φίλος σου δεν άκουσε τις σιωπές σου που ούρλιαζαν τη νύχτα, σίγουρα δεν ήταν φίλος. Πέταξε όλα σου τα χρήματα στη λίμνη της ζωής που φτιάξανε οι άνθρωποι, γίνε ακόμα πιο φτωχός, σχεδόν ζητιάνος, ντύσου με κουρέλια και πούλα τα και αυτά, μείνε γυμνός και πέταξε τις ασήμαντες για σένα πια πέτρες, αν αυτό θέλεις. Μα κράτησε την τελευταία, κρύψε την αξιοπρέπειά σου για να κοιμάσαι και να ονειρεύεσαι, για να δακρύζεις ακόμα με τραγούδια, να νιώθεις άνθρωπος. Φύλαξε το τελευταίο σου βότσαλο, δεν αξίζει τη λίμνη.

Ίσως σας αρέσει και

1 Σχόλιο

  • Δημητρα
    29 Ιουλίου 2020 at 00:06

    Η πιο ισχυρή αξία η αξιοπρέπεια!μπράβο σου Γιαννη

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη