«Το γράμμα ενός κατάδικου», ένα διήγημα της Μαρίας Σκαμπαρδώνη για τη δράση ‘Γράμματα ανεπίδοτα’

Ένας κατάδικος, εξέτιε την ποινή του μέσα στη φυλακή. Μέσα σε εκείνο το κελί, αναλογιζόταν τη ζωή του, τα λάθη του, την άσχημη συμπεριφορά του η οποία οδήγησε στη στέρηση της ελευθερίας του. Αναλογιζόταν τη νιότη του, τα όνειρα που έκανε και πώς ήθελε να ταξιδεύει, να σπουδάσει, να γίνει ένας άνθρωπος χρήσιμος και έντιμος.

Προσπαθούσε να δώσει μία απάντηση στο πώς η ζωή του πήρε αυτό το δρόμο, στο γιατί άφησε το θυμικό του να τον εξουσιάσει και παρασύρθηκε σε μία ζωή χωρίς μέτρο και αρχές.

Ένα δάκρυ κύλησε αργά στο μάγουλό του, ένα δάκρυ που δεν είδε κανείς. Αναλογιζόταν και τη μητέρα του, πόσο θα υπέφερε που ο γιος της πήρε αυτό τον δρόμο, πόσο πολύ θα τυραννιόταν και η ίδια ρίχνοντας στον εαυτό της ευθύνες και κατηγορώντας τον για αυτά που έκανε ή δεν έκανε. Σκεφτόταν και εκείνη την κοπέλα με την οποία σχεδίαζαν να αρραβωνιαστούν – άραγε, θα ήταν ευτυχισμένος σήμερα αν ακολουθούσε έναν άλλο δρόμο;

Η σκέψη του ήθελε να εκφραστεί, ξέσπασε εντός του σαν ένα άγριο και ορμητικό ποτάμι. Ζήτησε τότε από έναν αστυνόμο που φρουρούσε το κελί του, ένα χαρτί και ένα μολύβι.

Τότε, αποσύρθηκε στα σκοτεινά και άρχισε να γράφει…

“Αγαπημένη μου μητέρα,

Σε ένα χαρτί προσπαθώ να σου εκφράσω το πόσο βαθιά είναι η θλίψη μου για τη στεναχώρια που σου έχω προκαλέσει. Μην κατηγορείς τον εαυτό σου, μόνο εγώ ευθύνομαι για τον λάθος δρόμο που επέλεξα. Εύχομαι να μπορέσεις να με συγχωρέσεις για όλα μου τα λάθη.

Αγαπημένη μου Ελπίδα,

Θα ήθελα να ξέρεις πως είσαι η μόνη γυναίκα που αγάπησα. Υπήρξες ένα φως στη ζωή μου και αν αποφάσιζα να ακολουθήσω έναν διαφορετικό δρόμο στη ζωή μου είσαι εσύ. Μετανιώνω και θλίβομαι για την ευτυχία που μας στέρησα.

Αγαπημένο μου δικαστήριο,

Μη με τιμωρήσετε σκληρά για τα λάθη μου. Ήμουν νέος και πίστευα πως με τις πράξεις μου θα κάνω καλύτερη τη ζωή μου. Έκανα λάθος και το πληρώνω τώρα, όλους αυτούς τους μήνες που βρίσκομαι κλεισμένος μέσα σε αυτό το κελί. Δείξτε μου επιείκεια, αναγνωρίστε μου το ελαφρυντικό της λανθασμένης κρίσης.

Ζητώ συγγνώμη από τον Θεό και την κοινωνία. Συγχωρέστε με, διότι τα λάθη μου τα πλήρωσα και ακόμα τα εξαργυρώνω.”

Τα δάκρυα κύλησαν από το πρόσωπό του και έβρεξαν το χαρτί στο οποίο είχε γράψει τα λόγια αυτά. Ο αστυνόμος άκουσε έναν λυγμό και κοίταξε διστακτικά τον κατηγορούμενο, ο οποίος άρχισε να κλαίει στη μοναξιά του κελιού του…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη