Έπαψα πια να περιμένω να διαβάσεις
Τα γράμματα που σου ‘στειλα από χρόνια.
Φέτος θα κάνει, λένε, πάλι χιόνια
Κι εσύ υποθέτω πως φτωχά θα την περάσεις.
Σκιρτάω κάθε που βλέπω τ΄ όνομά σου
Σινιάλο ψεύτικο σε ξένων τους φακέλους.
Αν κι έχουν πέσει προ πολλού οι τίτλοι τέλους
Ακόμα νοσταλγώ την αγκαλιά σου.
Έπαψα πια να περιμένω να περάσεις
Απ’ το παλιό γιοφύρι του χωριού σου.
Θυμάμαι πως το διάβηκες τη μέρα του φευγιού σου,
Τότε που μου ΄πες «θα γυρίσω, μη γεράσεις».
Σκιρτάω κάθε που φέρνω τη ματιά σου
Στο νου μου όταν σε πήρε η ξενιτιά.
Μόνη ποτίζω πια την κλαίουσα Ιτιά
Στον ίσκιο της ν’ αναπαυθούν τα κόκαλά σου…
Μας φάγανε τα χρόνια κι οι αποστάσεις…
Ζάχαρη και κανέλα σε θυμίζουν.
Τα καίω τα βράδυα για να σε κοιμίζουν
Γλυκά μέχρι να ‘ρθείς να ξαποστάσεις.
Αφήστε το σχόλιο σας