«Τίνα και Τίτο», ένα διήγημα της Μαρίας Βέρρου

Μόλις ο τόπος κατακυρώθηκε, άρχισαν με πυρετώδεις ρυθμούς οι εργασίες κατασκευής. Ο Τίτο πρωτοστατούσε. Ένα ένα τα υλικά, μικρά, μεγάλα, σε διάφορες διαστάσεις, όσα δεν ταίριαζαν μεταξύ τους ή με τις απαιτήσεις των χώρων με μεγάλη προσοχή, υπομονή και επιμονή τροχίζονταν, κόβονταν και τοποθετούνταν στα κατάλληλα σημεία.

Δυο μάτια άγρυπνα παρακολουθούσαν τις εξελίξεις…

Παρά ταύτα, κάποια σημεία του χώρου ήταν ιδιαίτερα προβληματικά. Τα δοκάρια έπεφταν μικρά, έπρεπε να πελεκηθούν με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε οι σύνδεσμοι να κουμπώσουν τέλεια μεταξύ τους, τα κενά να κλείσουν για να παρέχουν την καλύτερη δυνατή στεγανότητα. Χρειαζόταν δεξιοτεχνία, γνώση και εμπειρία για να βρεθούν οι πιο σωστές λύσεις, αφού ο συγκεκριμένος χώρος θα αποτελούσε το λίκνο γέννησης και άνδρωσης των επόμενων γενεών.

Ο Τίτο ήταν πρωτάρης. Ήταν όμως το κυρίαρχο αρσενικό και οι οδηγίες ήταν σοφά πλεγμένες με το DNA του. Ακολουθούσε την απόλυτη παραδοχή ότι τίποτα μα τίποτα δεν θα ‘πρεπε να διασαλεύσει αυτήν την αναγκαία συνθήκη. Σε διαφορετική περίπτωση το τίμημα ήταν ΘΑΝΑΤΟΣ. Και βέβαια δεν ήθελε να ζήσει για να δει κάτι τέτοιο. Έτσι δούλευε ακατάπαυστα, ακούραστα, υπό το άγρυπνο βλέμμα της Τίνας, που μολονότι δεν συμμετείχε στις εργασίες, το ένστικτό της υπαγόρευε με θαυμάσιο τρόπο τις διορθωτικές κινήσεις που θα βελτίωναν τις απαραίτητες για τη σωστή λειτουργία του οικοδομήματος, υποδομές.

Η Τίνα! Αυτό το πανέμορφο και τσαχπίνικο θηλυκό με τα έντονα χρώματα, τη μυτερή μυτίτσα και τα τεράστια καταπράσινα εκφραστικά μάτια. Από την πρώτη στιγμή που την είδε να κάθεται ανέμελα και να σιγοτραγουδάει ένα απαλό ρεφρέν, αλαφιάστηκε, του κόπηκαν τα πόδια μαζί με τη λαλιά και είδε κι έπαθε μέχρις ότου βρει εκείνο το κομμάτι του θάρρους που θα τον έσπρωχνε κοντά της. Το φλερτ ήταν δύσκολο και τράβηξε σε μάκρος, η Τίνα βλέπεις ήταν ευαίσθητη, καλομαθημένη και αντιστεκόταν σθεναρά, μολονότι τον ήθελε. Το έβλεπε στα μάτια της, στον τρόπο που τον άφηνε ν’ αγγίζει το κορμί της, δειλά στην αρχή, επιθετικά αργότερα, μέχρι τη γλυκιά εκείνη στιγμή που της έδωσε το πρώτο παθιασμένο φιλί. Και μετά εκείνη ενέδωσε. Τα υπόλοιπα πήραν γρήγορα το δρόμο τους. Γάμος και -τέλος- η πολυπόθητη εγκυμοσύνη. Τι όμορφη που ήταν, σκεφτόταν, έτσι στρουμπουλή και δυσκίνητη, με την κοιλίτσα της φουσκωμένη και τα αδύνατα ποδαράκια της να αγκομαχούν κάτω από το βάρος της επερχόμενης γενεάς που φώλιαζε μέσα της. Χαιρόταν να την βλέπει και να την καμαρώνει. Ήταν ευτυχισμένος. Τι άλλο να ζητούσε από τη ζωή του;  Έπρεπε να βιαστεί όμως. Η ώρα της γέννας πλησίαζε.

…και τα δυο μάτια, άγρυπνα, συνέχιζαν να παρακολουθούν τις εξελίξεις.

Κείνο το βράδυ όμως, το άφεγγο και σκοτεινό, τα απαλά σύννεφα του πρωινού έγιναν μολύβια, τα παντζούρια σφάλισαν, όλα ερήμωσαν κι άξαφνα ένας  αέρας στριφογυριστός σαν χοάνη συμμάχησε με όλα τα στοιχειά κι ό,τι ανοχύρωτο βρέθηκε στο διάβα του καταδικάστηκε σε αφανισμό.

«Γρήγορα, γεννάω… Μόλις που προλαβαίνουμε…»

…και τα δυο μάτια που άγρυπνα παρακολουθούσαν τις εξελίξεις αποφάσισαν…

«Τώρα!»

«Τίνααα!….Τίνα μου…»

***

«Βρε ψοφόγατο! Τι έκανες πάλι!»

«Δεν φταίω εγώ. Με αφήσατε νηστικό. Και έχω ανάγκη από πρωτεΐνες…»

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη