«Στον κήπο των χρυσανθέμων», ένα ποίημα της Κατερίνας Μπαχάρη – Κουτσουνά  

Μ´ ένα χαμόγελο κλεμμένο από των χρυσανθέμων τη γιορτή

περπάτησα τη νύχτα ετούτη, των βροντών και των ανέμων.

Οκτώβρης βλέπεις που οι φτωχοί φιλούν την τρέλα.

 

Τη μέλισσα που φίλησε χρυσάνθεμο τη μίσησα.

Δε μ´ άφησε πρώτη να το μυρίσω.

 

Σαν σε απόκοσμη ματιά να πλανιόταν το βλέμμα της ειμαρμένης, σαν δήλωνε ευτυχία το χλωμό του πρόσωπο.

 

Ο στατήρας της γνώσης ζύγιασε τα χρώματα,

μήπως η πλάνη του εγωισμού βυζάξει την απόχρωση

στο βήμα των αθάνατων επιλογών.

 

Κι εκείνο το λευκό της αγνότητας με τα παχιά χείλη

που φιλιέται  με τον άνεμο,

στερεωμένο στην άκρη του φράχτη

ψαχουλεύει τις τσέπες των ματιών μου,

σα να ψάχνει παράθυρο απόδρασης.

Δάκρυσε η ελπίδα στην αμηχανία του.

Σαν ο από μηχανής θεός αγκάλιασαν οι χούφτες μου

την πρωτόγνωρη ομορφάδα με τα χίλια σχίσματα.

Την τρυφερότητα γέννησαν οι αισθήσεις μου.

Άραγε οι δικές του;

 

Άστραψε το φεγγάρι απάνω τους

Η νύχτα ατέλειωτη…

Η γιορτή στριφογυρίζει στους παλμούς

των φεγγαριών των ερώτων.

 

«Στον κήπο των χρυσανθέμων» έλεγε η πρόσκληση.

Μία ροζ ευκαιρία συναρμολόγησε τ´ όνειρο.

Μύρια χρώματα λιποτάκτησαν

δείχνοντας τα διαπιστευτήρια στην Αυγή

με πρωτεργάτες το κίτρινο και το λευκό

που προσκύνησαν στην αλήθεια των θέλω, των μπορώ.

Ένα ολόγλυκο μελί κι ένα τροφαντό ροζ-λιλά

έκλεψαν την παράσταση.

Ήταν η πρώτη τους φορά.

Της όψης θαύματα κι η ολιγάρκεια ανάρμοστη της παρουσίας.

 

Στο παραμύθι ως μπήκα της επίταξης,

είδα καρφωμένα στο φουστάνι μου

των χρυσανθέμων τα όνειρα,

ταπεινά στου Οκτώβρη τις αταξίες.

Και στην επιτομή της βρόχινης κουλτούρας

μία ρίζα τετραγωνική τα φεγγαρένια ζεύγματα

μέσα στης αντοχής τα όρια.

 

Δίχως παράπονα τα ταίρια,

φιλημένα από την βροχή των θαυμάτων,

άνοιξαν την πόρτα του ουράνιου τόξου.

Φιλιά σταλμένα στον κόσμο της ταπεινότητας

ή σε ανυποψίαστους εραστές,

που διάβηκαν λάθρα το πορτόνι του κηπουρού.

 

Οι ηλιαχτίδες της αγάπης άνοιξαν αγκαλιές.

Στους τριγμούς της αβεβαιότητας

θα ξεσπαθώνουν τα χρυσάνθεμα ,σαν άλλοτε

που γιόμιζαν χαρές και θαυμασμό τον κήπο.

 

Λίγη κατήφεια κι ο ουρανός χαμογέλασε ξανά.

Στον όρκο του χρυσάνθεμου στηρίχτηκε η αντοχή.

Ο ζευγάς ετοίμασε τ´ αλέτρι.

 

Πάμε όλοι μαζί στη γιορτή των χρυσανθέμων!

Μας κράζουν να μεθύσουμε χαρά.

Τους θύλακες του μίσους να σπάσουμε

με τ´ αγκάθια της άτοκης τριανταφυλλιάς.

Να ντύσουμε χρυσάνθεμα το πλήθος

σε πείσμα του γαρύφαλλου.

Στο μάθημα που αργεί να έρθει στη ζωή

να δώσουμε ευκαιρία.

Στις τρύπες που άνοιξαν τα πολυβόλα

να φυτέψουμε χρυσάνθεμα,

σαν απάντηση  στην εύηχη αποδοχή της σκληρότητας.

 

Πλάνταξαν οι αναφορές στο συνονθύλευμα της έκπληξης!

 

Οι πλημμύρες που ζώνουν τα συναισθήματα

άσκιαχτες βυθίζονται ολοταχώς στην πλάνη του όνειρου!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη