[Με απορία μες στα μάτια στέκει η ψυχή,
μαζεύει εικόνες μιας εποχής που ξεγελά και ξεγλυστρά
κι όλο ξεφεύγει από τα γνώριμά της μονοπάτια]
Πώς λαχταρώ…
Nα τα ξανοίξω τα πυκνά τα σύννεφα
και τις ορμητικές σταγόνες να στραγγίξω απ’ τις ψυχές
Να αλαφρύνω το μπουχτισμένο χώμα
Να σκουπίσω τον υγρό αέρα
Να κάνω νόημα σε μια ηλιαχτίδα ν’ αναθαρρήσει
να ξεπροβάλει θαρρετά και να χορέψει
μπρος στα μάτια μου
Στα χρόνια του νερού…
Που όλο τρέχει
μα δεν καταφέρνει να ξεπλύνει τα σημάδια
Μόνο να τα βαθύνει
Σαν τις λακκούβες στους δρόμους της αδιαφορίας
τους καθημερινούς μας
Που μόνο τους ξεπλένει
και ταξιδεύει παραπέρα και πιο κάτω τα σκουπίδια τους
σε άλλες γειτονιές
Τα χρόνια του νερού…
Κυλούν μπροστά μας
Στάζουν πάνω στα ρούχα μας
Ποτίζουν τις ψυχές μας
Γεμίζουν σύννεφα τους ουρανούς μας γκρίζα
και προσευχές για έλεος
Για να γλυκάνει ο Θεός τη γη του
Και να ημερέψει
Αφήστε το σχόλιο σας