“Περί Περιέργειας και λοιπών ενοχλήσεων”, γράφει η Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα

«Όλα, θέλω να τα ξέρω όλα, όχι επειδή είμαι κουτσομπόλα, δεν το κάνω από κακό
θέλω να ’χω υλικό κι ας μου τρώει η περιέργεια τη σόλα!…» [1].

Περιέργεια. Μία λέξη που αντιπροσωπεύει τουλάχιστον δύο έννοιες. Μία «καλή» και μία «κακή». Όπως λέμε… χοληστερίνη, για παράδειγμα. Έχεις την «καλή» χοληστερίνη; Κάτσε, άραξε, μια χαρά είσαι. Έχεις την «κακή»; Ξεκίνα διατροφή και χάπια πάραυτα! Μόνο που στην περίπτωση της… κακής περιέργειας, δε σώνεσαι με τίποτα. Ούτε εσύ που την έχεις, ούτε εγώ που θα πέσω στο στόμα σου! Γιατί αυτή η περιέργεια είναι πάθος ανεξέλεγκτο! Είναι χούι, τρόπος ζωής, δεν αλλάζει, που να σου τάξουν να κρυφακούσεις τα μυστικά όποιου θες αλλά μετά… τέρμα, κομμένη η περιέργεια μαχαίρι! Μπα! Εδώ η περιέργεια σκότωσε τη γάτα, που εφτά ζωές είχε στη διάθεσή της κι επειδή έχωνε τη μύτη της εκεί που δεν την σπέρνανε, ε, κάποια στιγμή το ‘φαγε το κεφάλι της!

Η περιέργεια με τη μορφή του γνωστού κουτσομπολιού, λοιπόν, έχει βαθιές ρίζες. Βεβαίως! Αποτελεί έως και πολιτιστική κληρονομιά του τόπου μας, μη σας πω. Τι να κάνανε, δηλαδή, τα παλιά τα χρόνια οι δόλιες οι κυράδες, που ούτε τηλεόραση είχανε, ούτε ραδιόφωνο και ζούσανε πολλές φορές και μέσα στην καταπίεση υπό την σκιά του αφέντη (βλέπε, ο νοικοκύρης του σπιτιού); Για βιβλία, ούτε λόγος! Οι περισσότερες ήτανε αγράμματες, μιάς και σχολείο στέλνανε μόνο τα παιδιά, κοινώς τα αγόρια. Κάνανε, που λέτε, πουρνό – πουρνό [2] τις δουλειές τους και μετά ή που μαζεύονταν πηγαδάκια στις αυλές ή που την στήνανε (διακριτικά πάντα) πίσω από κάνα παράθυρο με μισοτραβηγμένη την κουρτίνα. Κι ούτε πουλί πετάμενο δεν διέφευγε της προσοχής τους. Μιλάμε για επαγγελματική κατασκόπευση, όχι αστεία.

Και μην βιαστείτε να τις κρίνετε ως αργόσχολες ή ακαμάτρες. Ουχί! Παρέα πάντα μαζί κάτι θα είχανε. Ή το πλεκτό, ή το γνέσιμο [3], ή το κέντημα. Και στις μεγάλες συναθροίσεις, όπως ο εκκλησιασμός την Κυριακή, το ξεσπόριασμα του καλαμποκιού [4], το ξεκουκούτσιασμα του βύσσινου και λοιπές «γυναικείες» ενασχολήσεις, είχαν την ευκαιρία να διασταυρώσουν τις πληροφορίες, που είχαν συλλέξει, αλλά και να τις διαδώσουν επίσης.  Κοινωφελές λειτούργημα ασκούσαν, φρόντιζαν την ενημέρωση των συνανθρώπων τους. Αμ πώς.

Όμως, για να μην αδικούμε το ασθενές φύλο, το κουτσομπολιό δεν ήταν, ούτε είναι, αποκλειστικά γυναικείο γνώρισμα. Μωρέ έχουνε στενάξει οι καφενέδες και τα τσιπουράδικα από την «κοινωνική κριτική» και την «συνδιαλλαγή απόψεων» μεταξύ των αρσενικών του είδους μας.  Σε σημείο που, πολλές φορές, προλάβαιναν αυτοί τα νέα στις γυναίκες τους.

Έτσι είναι. Ξεκινάς να πας στο χωριό και ήδη το ξέρουν κι ας μην το ‘χεις πει σε κανέναν. Ένας να σε δει φτάνει. Μετά το νέο εξαπλώνεται με ρυθμό επιδημίας, έξω και μακριά. Τι είμαστε εμείς, Αθήνα; Που ό,τι και να σου τύχει θα σ’ αφήσουν οι γείτονες να ψοφολοήσεις [5] σαν το σκυλί στ’ αμπέλι; Όχι μανδάμ! Είναι πρωτίστως ανθρωπιστικό εμάς το κίνητρό μας. Βεβαίως! Διότι, άμα ξέρω τι συμβαίνει θα μπορώ να επέμβω (ή όχι) την κατάλληλη στιγμή. Δηλαδή τί; Να με ρωτήσουν και να μην γνωρίζω, ακοινώνητος είμαι; Αλίμονο!

Κι είναι φορές που λες, άντε, δε βαριέσαι, δεν κάνουν μωρέ και τίποτε κακό. Είναι και φορές μάλιστα, που χάριν του κουτσομπολιού έχουν σωθεί σπίτια. Ναι, όπως το ακούτε. Βέβαια, είναι και κείνες οι φορές, που όπως λέει ο σοφός λαός, καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα. Γιατί δεν σου κρεμάνε μόνο κουδούνια για κάτι που έκανες, σου κρεμάνε το μεγάλο το μέγεθος, όπως τα κυπριά [6] που φοράνε στα γκεσέμια [6]. Κι άιντε να αποδείξεις μετά πως δεν είσαι ελέφαντας…

Έρχονται όμως και κάποιες στιγμές, που όσο εξοικειωμένος και να είσαι με αυτό το ελάττωμα των συνανθρώπων σου (γιατί δεν το λες και προτέρημα, έτσι;) θες να κρυφτείς και δεν βρίσκεις τόπο. Ενοχλείσαι σε βαθμό τσακωμού. Σε πιάνει το εσωστρεφικό σου, το «όπου θέλω πάω, λογαριασμό θα σου δώσω;». Θες να βγεις με το σώβρακο στο μποστάνι, να κόψεις ένα καρπούζι για μετά το φαϊ και δεν μπορείς! Θα μου πείτε, γιατί να βγεις με το σώβρακο στο μποστάνι… Έτσι, δικό μου είναι και το σώβρακο και το μποστάνι και μου την έδωσε να βγω με τα εσώρουχα! Ώχου, περίεργος είσαι μωρ’ αδερφάκι μου!

Όμως, μπροστά στην απεραντοσύνη των ωφελημάτων που προκύπτουν από την περιέργεια, τελικά μπορούμε να το αγνοήσουμε το κουτσομπολιό, όλοι μας. Και αυτοί που το ‘χουν συνήθειο και αυτοί που το σιχαίνονται. Ποιά ωφελήματα, θα διερωτηθείτε. Λοιπόν, αυτό ακριβώς. Ο ερωτήσεις επί παντός επιστητού, που οδηγούν στη γνώση.  Τους ανθρώπους τους χαρακτηρίζει η επιθυμία να καταλάβουν εν τω βάθει αλλά και να επεξεργαστούν το περιβάλλον τους, αναζητώντας απαντήσεις σχετικά με τα πάντα, μέσω των επιστημών, της φιλοσοφίας, της θρησκείας και ούτω κάθε εξής. Η φυσική μας περιέργεια μας έχει οδηγήσει στην εξερεύνηση, στην ανακάλυψη, στην ανάπτυξη σε όλους τους τομείς.  Οπότε, αν το δούμε έτσι, ουδέν κακόν αμιγές καλού [7] τελικά…


[1] Αναφορά στο τραγούδι με τίτλο «Το τραγούδι της Κουτσομπόλας», σε πρώτη εκτέλεση από την Άννα Παναγιωτοπούλου (1992), σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη.

[2] Πουρνό: το πρωί.

[3] Γνέσιμο: Κύριο στάδιο της υφαντικής προεργασίας, η μετατροπή των υφαντικών ινών σε νήμα.

[4] Αναφορά στη διαδικασία της αφαίρεσης των σπόρων του καλαμποκιού από το στέλεχός τους. Τα παλιά τα χρόνια η διαδικασία αυτή γινόταν με τα χέρια, όπου γυναίκες –κυρίως– μαζεύονταν στις αυλές των σπιτιών τα βράδια στα λεγόμενα «νυχτέρια» και βοηθούσαν όλες μαζί σε τέτοιου είδους εργασίες.

[5] Ψοφολοήσεις: ιδιωματισμός της λέξης ψοφολογήσεις, που σημαίνει να πεθάνεις, να ψοφήσεις, σαν ζώο.

[6] Γκεσέμια: τα μεγαλόσωμα (συχνά ευνουχισμένα) κριάρια, που οδηγούν το κοπάδι. Συνηθίζεται να τους κρεμούν στο λαιμό ένα μεγάλο κουδούνι, το λεγόμενο κυπρί.

[7] Ουδέν κακόν αμιγές καλού: αρχαίο ελληνικό γνωμικό, που σημαίνει ότι κάθε κακό φέρνει και καλά.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη