«Ο δεύτερος φάκελος», ένα διήγημα της Κωνσταντίνας Βαληράκη

Εκείνη η μουσική ήταν σαν ήχος καμπάνας από ξωκλήσι, που το επισκέπτονται περισσότερο οι άνεμοι και λιγότερο οι προσκυνητές. Περίμενε στο χώρο αναμονής  του μεγαλόπρεπου γυάλινου κτιρίου για την πολλοστή  συνέντευξη της ζωής της.

Συνέντευξη! Τι να πει; Να μιλήσει για τη ζωή της, για το παρελθόν, το παρόν της, τις σκέψεις της για το μέλλον; Αυτό θα ήθελαν άραγε; Δεν μπορούσε να σκεφτεί  πέραν των βασικών και ουσιωδών τι να πει. Να πει ότι αυτή με τα πτυχία να γεμίζουν τοίχους στο σπίτι της και τις περγαμηνές -προφορικές και γραπτές- είχε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της; Να  πει ότι τα όνειρά της ήταν διαφορετικά χθες, πέρυσι, τα προηγούμενα χρόνια, ότι ο κάματος -πνευματικός και σωματικός-  ελαφρά τα είχε ξεφτίσει; Όχι, αυτό δεν έπρεπε να  το πει. Έπρεπε να εμφανισθεί ενώπιον τους με σθένος, με άνεση και αυτοπεποίθηση και να απαντήσει στις ερωτήσεις τους, αυτές που έχουν γίνει πλέον στερεότυπες  γι’ αυτούς, αγκάθι όμως για όλους εκείνους που  θέλουν να στήσουν γερά θεμέλια στη ζωή τους.

Αχ αυτή η μουσική, τόσο μελωδική, τόσο μαγική, τρύπωνε  στ’ αυτιά της, στο μυαλό της, στόλιζε με κρινάκια τις απαντήσεις της στις ερωτήσεις, που σε λίγο θα έδινε. Θα την έπαιρνε μαζί της για συντροφιά και συμπαράσταση στην αίθουσα της πολιτισμένης ανάκρισης. Έτσι πάντα ονόμαζε  αυτού του είδους τις συνεντεύξεις…

Την ήθελε πολύ αυτή τη δουλειά, ήταν αυτό  που ακριβώς έψαχνε πολύ καιρό. Περιμένοντας να την καλέσουν στην αίθουσα συνεντεύξεων, βάλθηκε να περιεργάζεται  το περιβάλλον, για να μετριάσει το άγχος της. Μοντέρνοι πίνακες με βαριά, ανακατεμένα χρώματα, της πρόσθεσαν επιπλέον βάρος σε αυτό της αναμονής. Η επίπλωση και αυτή σε μοντέρνο ρυθμό. Της ίδιας της άρεσαν  τα κλασσικά παραδοσιακά σχέδια και χρώματα. Ένοιωθε κι η ίδια, εξάλλου, παραδοσιακή.

Το τηλέφωνό της, που χτύπησε ξαφνικά, την έβγαλε από τις σκόρπιες σκέψεις. Ήταν η γιατρός της. Την άκουγε να  μιλάει χωρίς να τη διακόπτει. Της υποσχέθηκε  πως θα περάσει το συντομότερο από το ιατρείο της.

«Μα ναι» τη διαβεβαίωσε στην επιμονή της, καταλάβαινε πως έπρεπε να μιλήσουν.

Ήταν περασμένη η ώρα όταν τελείωσε η συνέντευξη. Απάντησε ήρεμα  σε όλες τις ερωτήσεις των «ανακριτών», έτσι της άρεσε πάντα να παρομοιάζει τους υπεύθυνους των συνεντεύξεων. Οι ίδιοι όμως,  μολονότι δεν είχαν διαφορά στη συμπεριφορά τους από παρόμοιες συνεντεύξεις,  της φάνηκε ότι την άκουσαν με προσοχή να μιλά  για τις πνευματικές προσπάθειές της. Ο χώρος της συνέντευξης ήταν τελικά διαφορετικός. Μπορούσε να υποθέσει  ότι είχε φιλικές προδιαγραφές, σε αντίθεση με ό,τι είχε συνηθίσει και βιώσει μέχρι τώρα. Το αποτέλεσμα της συζήτησης δεν το ήξερε, ούτε μπορούσε να το μαντέψει, αλλά προς στιγμή της φάνηκε αδιάφορο.

Όταν της είπαν ότι είχαν καλυφθεί από τις απαντήσεις της,  σηκώθηκε αργά, τους αποχαιρέτησε, άνοιξε την πόρτα και έφυγε, νοιώθοντας μια ανεξήγητη κούραση. Η κοπέλα στη ρεσεψιόν της έριξε μια αδιάφορη μάτια, συνεχίζοντας την τηλεφωνική επικοινωνία της, που από τον τόνο της φωνής της έδειχνε να ήταν προσωπική.

Δεν ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι, θα  περνούσε αργότερα εξάλλου και από το ιατρείο της Αλεξάνδρας. Φίλη περισσότερο η Αλεξάνδρα, παρά γιατρός. Εκείνη είχε επιλέξει να υπηρετήσει την Ιατρική, η ίδια τη Φιλοσοφία και όχι μόνο.

Ουφ! Δεν ήθελε σήμερα να θυμάται, ούτε να σκέπτεται το «τότε» των σπουδών, των προσπαθειών, την ανησυχία για το μέλλον, ούτε καν για το παρόν. Αισθάνθηκε την ανάγκη   να προγραμματίσει κάτι. Το μόνο που θα ήθελε, πέρα από ένα ποτήρι δροσερό νερό, νοιώθοντας το λαιμό της στεγνό, ήταν ένα ταξίδι μακρινό, όσο γινόταν μακρινό. Γιατί όχι στην Ιαπωνία. Πάντα τη γοήτευε η χώρα αυτή, έχοντας αποθηκεύσει  σε ένα κομμάτι  του μυαλού της  εικόνες μαγικές από την παραμυθένια χώρα της Άπω Ανατολής.

Από πολλές απόψεις φάνταξε  αστεία στο μυαλό της αυτή η σκέψη. Υπερβολική, ακραία, ουτοπιστική. Μπήκε σε μία μικρή καφετέρια, να πιει έναν καφέ. Ήθελε και έπρεπε να σκεφθεί, να σκεφθεί και  να αποφασίσει.

Αυτή η ιδέα που της ήλθε για ταξίδι, πήρε ξάφνου διαστάσεις τεράστιες στο μυαλό της, που προς στιγμή την πανικόβαλλαν αλλά  σε διάστημα μόνο μερικών λεπτών ο εγκέφαλός της έδωσε εντολή για επίσπευση της υλοποίησής του. Πότε βρέθηκε σε γραφείο ταξιδιών να ρωτάει για το ταξίδι των ονείρων της, ούτε η ίδια το κατάλαβε.

Η υπάλληλος στο ταξιδιωτικό γραφείο ευγενική, την παρότρυνε να το αποφασίσει άμεσα, προβάλλοντας σαν ουσιαστικό επιχείρημα την εκτίμηση και αξιολόγηση των παρόντων στιγμών, της τρέχουσας κατάστασης και όχι του μέλλοντος. Δεν ήθελε να της πει ότι τα οικονομικά της δεν ήταν ιδιαίτερα ανθηρά και οι κάποιες οικονομίες που είχε ίσως να ήταν χρήσιμες σε κάποια άλλη επένδυση και όχι σε αυτή του ταξιδιού. Αρκέστηκε να πάρει τα διαφημιστικά φυλλάδια και να υποσχεθεί αόριστα ότι θα σκεφθεί για το ταξίδι και θα επικοινωνήσει  με το γραφείο. Το τηλέφωνό της ξαναχτύπησε, ήταν πάλι η Αλεξάνδρα, να της θυμίσει το ραντεβού. Της απάντησε σκεπτική  ότι οπωσδήποτε θα περάσει από το ιατρείο της το συντομότερο.

Ξύπνησε από έναν απογευματινό λήθαργο και κακόκεφα ετοιμάστηκε για  την επίσκεψη στην Αλεξάνδρα, που δεν  έχανε ευκαιρία να της υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις της στην προστασία της υγείας της, θεωρώντας την ιδιαίτερα αμελή.

Ήταν σούρουπο όταν βγήκε από το ιατρείο. Της ήλθε στο δρόμο μια διάθεση να σφυρίξει, να πει ένα τραγούδι και στη συνέχεια να μιλήσει για τον καιρό στην ηλικιωμένη σκεπτική  κυρία, που καθόταν στο απέναντι κάθισμα στο μετρό.

Γύρισε στο σπίτι μην έχοντας διάθεση να κάνει οτιδήποτε, ούτε καν να φάει, μολονότι είχε μαγειρεμένο από χθες το αγαπημένο φαγητό της, μακαρόνια με μανιτάρια. Έπεσε στο κρεβάτι με τα ρούχα. Δίπλα  στο κομοδίνο απλωμένα τα φυλλάδια από την πρωινή αναζήτησή της για τόπους μακρινούς, ίσαμε την Ιαπωνία. Πόσα χρόνια είχε να ταξιδέψει, να κάνει κάτι αποκλειστικά για τον εαυτό της, να τον ανταμείψει για τους τόσους κόπους του, να τον κανακέψει. Πήγε να χαμογελάσει, κοιτάζοντας αφηρημένα τις ελκυστικές φωτογραφίες στο ταξιδιωτικό φυλλάδιο, αλλά τα μάτια της σκοτείνιασαν και ο νους της έπνιξε το χαμόγελο, πριν να σκάσει στα χείλη της.

Η Αλεξάνδρα ήταν σαφής και απόλυτη. Άμεση εισαγωγή στο νοσοκομείο. Οποιαδήποτε από μέρους της καθυστέρηση  εγκυμονούσε ακραίους κινδύνους για την υγεία της. Έπεσε να κοιμηθεί. Αμφέβαλλε αν θα το κατάφερνε.

Την ξύπνησε ένα βουητό, μόνο που δεν καταλάβαινε από πού προερχόταν ο θόρυβος αυτός. Συνειδητοποίησε έκπληκτη ότι ο θόρυβος αυτός έβγαινε από το κεφάλι της, παράλληλα με το μούδιασμα που ένοιωθε σε όλο το σώμα της. Άνοιξε περισσότερο τα μάτια της προσπαθώντας να αντισταθεί στο θόλωμα, που δεν της  επέτρεπε να διακρίνει τον περιβάλλοντα χώρο. Μια λεπτή ευγενική φιγούρα νέου άνδρα  της είπε ότι δεν έπρεπε να ανησυχεί. Βρισκόταν σε αίθουσα χειρουργείου. Πώς είχε βρεθεί εκεί; Τι μεσολάβησε; Ποιος την είχε πάει; Σίγουρα η Αλεξάνδρα, σκέφθηκε μέσα στη ζάλη της… Ένοιωσε ξαφνικά πολύ αδύναμη και βυθίστηκε ξανά σε ένα βαθύ ύπνο, που της φάνηκε η διάρκειά του να κράτησε πολλές ημέρες.

Ξύπνησε πάλι, σε ένα λευκό συμπαθητικό δωμάτιο αυτή τη φορά, κι ένας γιατρός προσπαθούσε να την ενημερώσει για την κατάσταση της υγείας της. Δεν καταλάβαινε  πολλά πράγματα, πέραν του ότι η  κατάσταση της υγείας της ήταν πολύ σοβαρή. Βρισκόταν σε Νοσοκομείο. Η φιγούρα της Αλεξάνδρας στο δωμάτιο της, που διέκρινε μετά την πλήρη επαναφορά της στην πραγματικότητα, την ανακούφισε. Την άκουγε να τη μαλώνει γλυκά για την απαράδεκτη, όπως της ψιθύριζε,  αμέλειά της για την υγεία της. Απαράδεκτες, επιπλέον, θεωρούσε τις  προτεραιότητες της καριέρας, έναντι  της ζωής  της.

Όταν οι γιατροί επέτρεψαν την έξοδο της από το νοσοκομείο με την υπόσχεση να επαναλάβει σύντομα εξετάσεις, που της συνέστησαν  και να περάσει οπωσδήποτε από το νοσοκομείο να την ξαναδούν, νόμιζε πως άνοιγαν οι ουρανοί και της χαμογελούσαν. Η Αλεξάνδρα χαμογελούσε λιγότερο γιατί δεν την εμπιστευόταν, έτσι της είπε. Όταν βγήκε έξω, της φάνηκαν  όλα τόσο όμορφα, σαν να μην είχε ξαναδεί δένδρα, λουλούδια, δρόμους, αυτοκίνητα.

Επιστρέφοντας από το νοσοκομείο στο  σπίτι βρήκε δύο φακέλους να την περιμένουν. Ο ένας ήταν από την εταιρεία, που είχε δώσει τη συνέντευξη. Δεν κοίταξε καν την ημερομηνία αποστολής του. Δεν πίστευε σε αυτό πουν διάβαζε. Την ενημέρωναν ότι έχουν τη χαρά να της ανακοινώσουν την πρόσληψή της, παρακαλώντας την  να επικοινωνήσει άμεσα μαζί τους για τις περαιτέρω διαδικασίες.

Ο δεύτερος φάκελος ήταν από το γραφείο ταξιδίων,  που επίσης την ενημέρωνε ότι είχε δημιουργηθεί το γκρουπ, που θα συμμετείχε στο ταξίδι που την ενδιέφερε  και ότι θα έπρεπε άμεσα να δηλώσει τη συμμετοχή της.

Άφησε κάτω το σακ βουαγιάζ που ακόμη κρατούσε και σχημάτισε τον αριθμό τηλεφώνου του γραφείου ταξιδίων…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη