«Ουίλιαμ Μπάροουζ», γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Ουίλιαμ Μπάροουζ / Μικρό βιογραφικό

Ο Ουίλιαμ Σ. Μπάροουζ (William S. Burroughs) γεννήθηκε το 1914 στο Μισούρι των Ηνωμένων Πολιτειών. Το 1953 κυκλοφόρησε το πρώτο και ημιαυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του “Junky”, το οποίο θεωρείται η πλέον χαρακτηριστική απεικόνιση του εφιαλτικού αγώνα ενάντια στα ναρκωτικά, εμπειρία που τον ταλαιπώρησε σε όλη σχεδόν τη ζωή του. Το 1951 σκοτώνει κατά λάθος τη γυναίκα του, ενώ έπαιζαν μεθυσμένοι τον Γουλιέλμο Τέλλο, μια πράξη που τον έστειλε στη φυλακή και στο ψυχιατρείο. Ο Μπάροουζ μαζί με τον Άλεν Γκίνσμπεργκ και τον Τζακ Κέρουακ, θεωρούνται οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποι των μπιτ στη λογοτεχνία. Πιο γνωστά του έργα τα μυθιστορήματα “Γυμνό Γεύμα” (1956) , “Queer” (1986) και “Exterminator!” (1973). Από τις εκδόσεις “Τόπος” κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο που εγκαινίασε τη γενιά των μπιτ (και που έγραψε από κοινού με τον Τζακ Κέρουακ) το “Και έβρασαν οι ιπποπόταμοι στις γούρνες τους”. Πέθανε το 1997.

Αναλύοντας τον Μπάροουζ – Συγγραφικό ισοζύγιο 

Ναι, θα το ξαναπώ, είναι η αγαπημένη μου  γενιά αυτή των μπίτνικς. Η αντικουλτούρα, η ξενοιασιά, τα κρυφά μηνύματα που περνούν μέσα από τα τσαπατσούλικα γραπτά τους, η νέα οπτική που δίνουν στη λογοτεχνία για όλους εμάς που δεν εντυπωσιαζόμαστε από τους περισσότερους κλασικούς που έγραψαν και μεγαλούργησαν σε άλλες εποχές είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που με οδήγησαν σε αυτή την άποψη. Και ο τύπος που κινούσε τα νήματα της μπιτ παρέας δεν θα μπορούσε να με αφήσει ασυγκίνητο. Εδώ όμως πρέπει να τον κρίνουμε σαν συγγραφέα. Πράγμα δύσκολο καθώς δεν έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός συγγραφέα αλλά ούτε και ο ίδιος ήθελε να τον αποκαλούν έτσι.

Το μπιτ όπως έχω ξαναγράψει έγινε ο χτύπος μιας γενιάς αποτελειωμένης, που έψαχνε αφορμή και τρόπο ζωής για να ξεφύγει από πουριτανικές και καθωσπρέπει κοινωνίες,  να ψάξει άλλες συνθήκες,  να απελευθερωθεί και να πάει κόντρα σε όλους και όλα.

Η περίοδος μετά το Δεύτερο Μεγάλο Πόλεμο με κοινωνικές και οικονομικές αναταραχές έχει κάνει πιο συντηρητικό τον κόσμο. Ψάχνει να επιβιώσει, γίνεται εύκολο θύμα των κυβερνώντων που επενδύουν πλέον στο μεγαλύτερο «όπλο» τους, τον φόβο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ταυτόχρονα αρχίζουν να τον «γλυκαίνουν», προωθώντας ένα μοντέλο που αργότερα θα καταλήξει στο ανηλεές και ανούσιο κυνήγι του αμερικανικού ονείρου.

Οι Μπίτνικς τρελαίνονται. Δεν μπορούν να μπουν σε τέτοιες λογικές, ούτε να περιμένουν πότε θα έρθει η ανάπτυξη. Ο Κέρουακ παίρνει το αυτοκίνητό του και κάνει ένα τεράστιο roadtrip, χωρίς ορίζοντα και σταματημό, με πολλές καταχρήσεις. Ο ποιητής Γκίνσμπεργκ ταξιδεύει σχεδόν σε όλο τον κόσμο και μεταδίδει το «Ουρλιαχτό» του.  Ο Μπάροουζ βάζει στον οργανισμό του ότι οπιούχο ναρκωτικό υπάρχει και ταξιδεύει ασύστολα με το νου «από τη γη στη σελήνη και τούμπαλιν», γράφοντας ότι έχει ζήσει και θα ήθελε να ζήσει. Προσέξτε, όχι μόνο για τα ναρκωτικά και την ομοφυλοφιλία που ποτέ δεν έκρυψε αλλά για οτιδήποτε εθίζει και μανιπουλάρει το σύγχρονο άνθρωπο βλ. Θρησκεία, πατρίδα, οικογένεια.

«Πρέπει να μάθεις να υπάρχεις χωρίς θρησκεία, χωρίς πατρίδα, χωρίς συμμάχους» λέει συνέχεια.

Όπως και η τρελοπαρέα του έτσι και ο Μπάροουζ δεν επιδιώκει να φέρει ένα νέο ύφος. Έχουν όλοι τους πολλά στοιχεία όπως την εξυπνάδα, την τρέλα και το καλλιτεχνικό δαιμόνιο αλλά δεν είναι και οι τύποι «που θα στρώσουν τον κώλο τους κάτω». Έχουν αυτή τη δημιουργική τεμπελιά στο αίμα τους που δεν τους αφήνει να ασχοληθούν με κάτι που απαιτεί κόπο και χρόνο, όπως η δημιουργία ενός νέου ύφους.

Όπως λέει ο Γκίνσμπεργκ: «Ο όρος μ π ι τ είναι ο όρος που δόθηκε σε μια παρέα. Εμάς δεν μας πολυενδιέφερε να βαφτιστούμε κάπως. Άλλοι μας βάφτισαν. Είχαμε δύο επιλογές… Ή να χάσουμε τον χρόνο μας προσπαθώντας να απαλλαγούμε από την ταμπέλα ή να τη χρυσώσουμε».

Ειδικά στο  μυαλό του Μπάροουζ οι ιδέες δημιουργούνται με ταχύτητα πολυβόλου, που έχει τη ρύθμιση «κατά ριπάς». Δεν μπορεί όμως ο αλλοιωμένος από τα ναρκωτικά και τις διαστροφές εγκέφαλός του να τις επεξεργαστεί. Ευτυχώς για αυτόν που ο Γκίνσμπεργκ και ο Κέρουακ παλεύουν να βάλουν σε τάξη κάποια από τα γραπτά του. Μην λησμονούμε πως το «Γυμνό γεύμα» έγινε βιβλίο όταν ο Κέρουακ μάζεψε και συνέδεσε  τις σκόρπιες και ασύνδετες σημειώσεις του Μπάροουζ. Δεν πέτυχε βέβαια και κάτι συνταρακτικό.  Η πλοκή όπως και σε όλα του τα έργα είναι κατακερματισμένη. Δεν ξέρω δηλαδή αν μιλάμε για πλοκή ή συλλογή ιδεών, σκηνών και παραισθήσεων πασπαλισμένα με χιούμορ και πορνογραφία.

Θα μου πείτε τι σχέση με τη λογοτεχνία έχει όλο αυτό το συνονθύλευμα;

Θα μπορούσα να απαντήσω εύκολα καμία αν έκρινα και εγώ με τους όρους που όλοι μας έχουμε μάθει να κρίνουμε, φυσικά από την πλειοψηφία αυτών που έχουμε διαβάσει (ή εμμέσως μας επιβάλλουν).

Πάμε να σας βάλω λίγο στον κόσμο του.

Ξεκινάμε. Ο Μπάροουζ δεν γράφει για τη λογοτεχνία, ούτε για τους αναγνώστες. Σκοπός του είναι το σοκ και το δέος, να ταράξει τους πάντες και τα πάντα.

Αρχή μέση και τέλος, ο βασικός κανόνας σε ένα γραπτό απουσιάζει εμφανώς. Έχει όμως τεχνική, την  τεχνική cut-up που πρώτος εισήγε επηρεασμένος από τα εικαστικά και τον κινηματογράφο και αποτέλεσε μια τομή στο χώρο της λογοτεχνίας.

Ασυνάρτητες σκηνές, χαοτικές σκέψεις γίνονται μυθιστόρημα με την μέθοδο του κολλάζ, που δανείζεται από το χώρο της φωτογραφίας.

Ποιο είναι το θετικό εδώ; Μα το γεγονός πως παρόλο που είναι μια χαοτική διαδρομή, οδηγείται από κάποιον που έχει κάτι να πει.

Δεν μπορεί να το αντιληφθεί ο καθένας. Δικαίως πολλοί παραιτούνται από τις πρώτες σελίδες. Η τρέλα του,  η στεγνή γραφή του χωρίς ίχνος φιοριτούρας, η ασυνέχεια στην αφήγησή του δεν γοητεύουν. Η καλύτερη μέθοδος είναι να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τη στυγνή του αλήθεια, να προσποιηθούμε ότι βρισκόμαστε σε μία παραίσθηση και να πάμε μία βόλτα, ένα ταξίδι μαζί του. Εκεί θα τον αντιληφθούμε πλήρως. Δεν είναι όλες οι βόλτες όμορφες και τα ταξίδια για αναψυχή. Υπάρχουν και αυτά που το πνεύμα ταξιδεύει, ονειρεύεται, χαμογελά και το σώμα πονά. Εκεί την ώρα που μπροστά μας θα «σουτάρει» τη δόση του για να ξεφύγει, την ίδια ώρα θα τον ακούσουμε να φιλοσοφεί και να μας λέει:

«Ο έμπορος σκουπιδιών δεν πουλά το προϊόν του στον καταναλωτή, πουλά τον καταναλωτή στο προϊόν του. Δεν βελτιώνει και απλοποιεί τα εμπορεύματά του. Υποβιβάζει και απλοποιεί τον πελάτη».

Ή πως:

«Η ζωή είναι ένα σχολείο όπου κάθε μαθητής πρέπει να μάθει ένα διαφορετικό μάθημα».

Η γνώμη μου τελικά; Σαφώς η τσαπατσουλιά, η ανοργανωσιά και η αυτόματη γραφή του Μπάροουζ δεν είναι κάτι που σε έλκει. Ένας άνθρωπος συνέχεια «φτιαγμένος» από τα ναρκωτικά, που πυροβόλησε και σκότωσε τη σύζυγό του παίζοντας το παιχνίδι με το Γουλιέλμο Τέλλο και το μήλο, δεν θα μπορούσε να γράφει άρτια και δομημένα. Όμως βρήκα ότι οι άγριες, συχνά ασυνάρτητες περιπέτειες είναι πολύ πιο ειλικρινείς και ισχυρές από πολλές από αυτές που με επιμέλεια και λογοτεχνικότητα διαβάζω συνέχεια σε άλλους συγγραφείς. Ο Μπάροουζ δεν αλλοιώνει την πραγματικότητα προσφέροντας στον αναγνώστη ένα όμορφο ταξίδι διαφυγής από αυτήν. Αντίθετα βάζει τον αναγνώστη μέσα στη χειρότερη πτυχή της πραγματικότητας, να την δει από πρώτο χέρι, να μην μπορεί να ξεφύγει. Έτσι τον κάνει συμμέτοχο στο χάλι της. Δεν υπάρχει κοινωνική και οικονομική άνθηση όσο ανθίζει ταυτόχρονα ο ρατσισμός, ο μη σεβασμός στη διαφορετικότητα του άλλου και το περιθώριο. Του πετάει την αλήθεια στα μούτρα. Και αυτό πιστέψτε με δεν αρέσει στους περισσότερους. Η λογοτεχνία δεν είναι όμως μόνο για τους δυνατούς και τους λεξιπλάστες αλλά και για τους αδύναμους που είναι ικανοί να περάσουν την αλήθειά τους καλύτερα από τους πρώτους.

Ο Μπάροουζ ήταν ένας έξυπνος άνθρωπος που σπατάλησε τα ταλέντα του σε ένα βούρκο ναρκωτικών, καταχρήσεων και διαστροφών. Κατάφερε όμως με τον τρόπο του, λες και δημιούργησε μία «λογοτεχνική χρονοκάψουλα», να συγκινεί ακόμα και στις μέρες μας. Και αυτή είναι μια ακόμα δικαίωση γι’ αυτόν. Αν πετυχαίνει ακόμα να μας σοκάρει σημαίνει ότι η κοινωνία μας παραμένει συντηρητική, η ομοφυλοφιλία κατακριτέα, τα ναρκωτικά στο φουλ, τα συστήματα ελέγχου ίδια και εμείς ουσιαστικά ανελεύθεροι.

 

Υ.Γ. Εξαιρετικά επίπονη, δύσκολη και απαιτητική η μετάφραση των έργων του Μπάροουζ από τον Γιώργο Μπέτση (Εκδόσεις Τόπος). Θερμά συγχαρητήρια.

 

Τα έργα μιλάνε, όχι τα λόγια

 

«JUNKY»

Έκανε την καθιερωμένη ερώτηση. «Γιατί πιστεύετε πως έχετε ανάγκη τα ναρκωτικά, κύριε Λι;»
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όταν κάποιος σου κάνει αυτήν την ερώτηση δεν γνωρίζει το παραμικρό για την πρέζα.
«Τη χρειάζομαι για να σηκωθώ το πρωί απ’ το κρεβάτι, τη χρειάζομαι για να πλυθώ και να βάλω κάτι στο στόμα μου».
«Εννοώ την οργανική σας εξάρτηση».
Σήκωσα τους ώμους μου. Αυτός περίμενε να του κάνω τη διάγνωση και να τον βγάλω από τον κόπο.
«Γιατί με φτιάχνει».

Το Τζάνκι είναι ένα μυθικό βιβλίο, ένα διερευνητικό μυθιστόρημα του άγριου κόσμου των ναρκωτικών ουσιών. Με αυτό το πρώτο του βιβλίο ο Μπάροουζ αναδείχθηκε ως ο κατεξοχήν συγγραφέας του εφιαλτικού αγώνα ενάντια στα ναρκωτικά και της εξάρτησης από αυτά, εμπειρία που τον βασάνισε σε όλη σχεδόν τη ζωή του.
Το Τζάνκι είναι το πρώτο βιβλίο που απερίφραστα αρνήθηκε να παρακάμψει την ηθική, την ιατρική, τη νομοθετική και την πολιτική υποκρισία που περιβάλλουν το ζήτημα του εθισμού. Δυστυχώς, και γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, αυτό το τολμηρό βιβλίο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

«ΓΥΜΝΟ ΓΕΥΜΑ»

Το Γυμνό γεύμα για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1959 και στην Αμερική το 1962. Οι υπεύθυνοι του εκδοτικού οίκου συνελήφθησαν λόγω του άσεμνου περιεχομένου του και το στοκ κατασχέθηκε από τις Aρχές. Tρία χρόνια μετά ακολούθησε η περίφημη δίκη του “Γυμνού γεύματος” και μόλις τον Ιούλιο του 1966 το Aνώτατο Δικαστήριο της Mασαχουσέτης αποφάσισε να επιτρέψει την κυκλοφορία του βιβλίου, μια ιστορική απόφαση που σημείωσε το τέλος της λογοκρισίας στις HΠA, στο πεδίο της λογοτεχνίας. Το βιβλίο έγινε γρήγορα θρύλος και μαζί με το Στο δρόμο του Kέρουακ και το Oυρλιαχτό του Γκίνσμπεργκ αποτελούν πλέον την “κoρυφαία τριάδα” της μπιτ λογοτεχνίας.
Το 1991, κυκλοφόρησε η ομότιτλη ταινία του Ντέιβιντ Κρόνεμπεργκ, βασισμένη εν μέρει στο μυθιστόρημα αυτό αλλά και σε άλλα έργα του Μπάροουζ. Το 2005, το Time magazine περιέλαβε το Γυμνό γεύμα στα 100 καλύτερα μυθιστορήματα που γράφτηκαν στην αγγλική γλώσσα από το 1923.
Άξονας του βιβλίου η άγρια περιπέτεια του ναρκομανή Ουίλιαμ Λι, που δραπετεύει από τη Νέα Υόρκη και καταλήγει στην Ταγγέρη, στην κολασμένη “Διαζώνη” των παραισθήσεων, των ουσιών, και του ομοφυλόφιλου, οργιώδους σεξ. Στην ουσία το βιβλίο αποτελεί μια τολμηρή κατάβαση στη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης ασκώντας δι’ αυτής μια σκληρή κριτική στη δυτική και κυρίως την αμερικάνικη κουλτούρα του μεταφυσικού συντηρητισμού, της βίας, του σεξισμού, της πολιτικής διαφθοράς – στοιχεία που σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι εμφανή στον δυτικό πολιτισμό.
Το “Αποκαταστημένο κείμενο” αυτής της έκδοσης είναι κατά 20% μεγαλύτερο σε έκταση από την αρχική έκδοση του 1959. Δημοσιεύεται πρώτη φορά στα ελληνικά με τις διορθώσεις των δύο γνωστότερων μελετητών του Μπάροουζ, του Τζέιμς Γκράουερχολτζ και του Μπάρι Μάιλς, ενώ επίσης περιλαμβάνει σε παράρτημα σημειώσεις του Μπάροουζ, διάφορα δοκίμια και εισαγωγές που έγραψε κατά καιρούς για το βιβλίο του, κείμενα που απορρίφτηκαν για διάφορους λόγους καθώς και εναλλακτικά προσχέδια του μυθιστορήματος. (Από την παρουσίαση του εκδότη)

Και για το τέλος:

 

ΑΤΑΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΟΥ

 

Μετά από μια ματιά σ’ αυτόν τον πλανήτη, ένας επισκέπτης από το διάστημα θα έλεγε: «θέλω να δω αμέσως τον υπεύθυνο»

 

«Υπερβολικά τέλειος για να είναι σεξουαλικά επιθυμητός»

 

«Στην Αμερική πρέπει να είσαι ή περιθωριακός ή να πεθάνεις από βαρεμάρα»

 

«Η ζωή είναι ένα σχολείο όπου κάθε μαθητής πρέπει να μάθει ένα διαφορετικό μάθημα»

 


[ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η στήλη «Συγγραφείς σε πρώτο πλάνο», του Τόλη Αναγνωστόπουλου, θα δημοσιεύεται στο εξής στη συνηθισμένη ημερομηνία, στις 19 έκαστου μήνα, αλλά στις 9 το πρωί αντί για τις 9 το βράδυ.]


[Πηγή φωτογραφίας: www.lifo.gr]


[Τόλης Αναγνωστόπουλος – Ας γνωριστούμε]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη