Ορκίσου σ’ άδειο ουρανό!
Στον χρόνο,
που κυλάει παρά τους σταματημένους δείκτες του ρολογιού
και την χυμένη άμμο σπασμένης κλεψύδρας.
Στο όπου, του παντού και του πουθενά.
Στο κάτι… σχεδόν τίποτα και σχεδόν τα πάντα, μιας στιγμής…
Της στιγμής.
Στη μοναδική σταγόνα βροχής,
που σ’ άγγιξε στα χείλη πριν σε μουσκέψει η καταιγίδα.
Στο μακρινό φως της αστραπής,
που πλάνεψε το σκοτάδι σου.
Που δεν έγινε ποτέ μπόρα.
Στην πρώτη αχτίδα,
που σε θάμπωσε απ’ τις γρίλιες.
Κι ας συννέφιασε η βόλτα σου.
Ορκίσου, ν’ αρνηθείς τη μνήμη.
Ν’ απαρνηθείς το μυστικό…
Ξεχνώντας!
Μα ορκίσου, πως θα θυμάσαι όσα ένιωσες.
Πως δεν θ’ απαρνηθείς τον εαυτό σου!
Ορκίσου!
Στην αντινομία της ταύτισης του μυστικού μ’ εσένα!
Στην άρνηση της παραδοχής και στην παραδοχή της άρνησης.
Ορκίσου!
Δεν δικάζεσαι.
Δεν υπάρχουν μάρτυρες.
Ορκίσου στη λήθη κι έξω από εσένα.
Αφήστε το σχόλιο σας