“Ντουμπάι”, ένα διήγημα της Νίκης Μπλούτη-Καράτζαλη

-Ντουμπάι!!! Τι μου λες; Πότε γίνανε αυτά και δεν τα ξέρω; Ξεφωνίζει από το τηλέφωνο η Χαρά ακούγοντας τη φίλη της ενθουσιασμένη, να της δίνει πληροφορίες για την προκήρυξη ενός  διαγωνισμού.

-Που ζεις παιδί μου; Δεν ακούς ειδήσεις; Χαμός γίνεται σου λέω… Ουρά κάνουν ο κόσμος για μια αίτηση… συνεχίζει η Δημητρούλα με την ίδια έξαψη.

-Σώωωπα!

-Α καλάααα… Εσύ είσαι αλλού… Ντουμπάι, αεροσυνοδοί, χρήμα, γνωριμίες, ταξίδια σ’ όλο τον κόσμο! Και πάλι χρήμα! Καταλαβαίνεις για τι σου μιλάω; Θα ταξιδεύεις και θα πληρώνεσαι κι από πάνω!

-Σώωωωπα! Αναφωνεί για δεύτερη φορά η Χαρά με έκπληξη.

-Προλαβαίνουμε να κάνουμε αίτηση. Το έψαξα, διάβασα, ρώτησα… κι είναι όλα έτοιμα. Την Παρασκευή το πρωί πάμε στην οδό Μητροπόλεως, σ’ ένα ξενοδοχείο, εκεί θα γίνουν οι πρώτες συνεντεύξεις, συνεχίζει αναλυτικά η φίλη της την ενημέρωση για όσα γνωρίζει.

-Έμαθες δηλαδή τι χρειάζεται; Οι αεροσυνοδοί ρε Δημητρούλα είναι όλες καμήλες, πάνω από 1.80. Τι θα κάνουμε εμείς εκεί; Να μας κοιτάνε αφ’ υψηλού; Ρωτάει ξανά η Χαρά, με μια δόση αμφιβολίας, για όσα ακούει, να χρωματίζει τη φωνή της.

-Όχι ρε, μη φοβάσαι. Αρκεί να μιλάς άπταιστα Αγγλικά… Και να είσαι εμφανίσιμη φυσικά, δεν παίρνουν και τα φρικιά! Τη βεβαιώνει η άλλη για να την καθησυχάσει.

-Είσαι σίγουρη; Επιμένει η πρώτη διατηρώντας τις αμφιβολίες της.

-Τι σου λέω; Το έψαξα. Μίλησα μέσω skype με τη φίλη μιας φίλης μου, της Κατερίνας, αν θυμάσαι απ’ τα Γιάννενα…

-Ναι τη θυμάμαι… Και τι έμαθες;

-Όλα αυτά που σου λέω τόση ώρα έμαθα ρε φιλενάδα… Η κοπέλα είναι ήδη Ντουμπάι, δεν έχει κλείσει χρόνο ακόμα. Σούπερ ζωή μιλάμε!

-Σώωωωπα! Αναφωνεί για τρίτη φορά η Χαρά, παρασυρμένη από τον ενθουσιασμό της Δημητρούλας.

-Δε μου λες, δεν αλλάζεις τροπάριο να πεις και καμιά άλλη κουβέντα, όλο σώωωωπα και σώωωωπα, με ζάλισες. Ενδιαφέρεσαι ή τα λέω στον βρόντο; Εγώ πάντως θα την κάνω την αίτηση και θα περάσω από συνέντευξη, δεν την αφήνω αυτή την ευκαιρία. Τι θα κάνουμε εδώ ρε Χαρά, αφού το παλέψαμε… δε βγαίνει πουθενά. Θα μείνεις να παίρνεις 400 ευρώ από τον κύριο Γιάννη και να έχεις έξοδα οχτακόσια; Δεν ξέρω για σένα, αλλά εμένα οι γονείς μου δεν έχουν ούτε δεκάρα πια να μου στείλουν. Κανόνισε την πορεία σου, μου λένε, ή γύρνα πίσω να δουλέψεις σε κανένα καφέ να βγάλεις τα έξοδά σου… Ε, όχι… δε χαραμίζω τόσα χρόνια σπουδές για να γυρίσω στη Λάρισα να σερβίρω καφέ! Ντουμπάι και πάλι Ντουμπάι!

-Ναι ε; Το πήρες απόφαση δηλαδή; Ακούγεται η φωνή της φίλης της, μ’ ένα τόνο μελαγχολίας να τη συνοδεύει.

-Δεν έχω άλλα περιθώρια παιδάκι μου. Εσύ έχεις; Είναι δίκαιο δηλαδή να παίρνεις εσύ μια αρχιτέκτονας, λιγότερα χρήματα από τις κοπέλες που σερβίρουν καφέ; Όχι πως θέλω να τις υποβιβάσω… αλλά όπως και να το κάνουμε βρε Χαρά, έφαγες επτά χρόνια απ’ τη ζωή σου για να σπουδάσεις. Αφού δεν έχουμε λοιπόν άλλες επιλογές, θα βγούμε κι εμείς έξω… Ξέρεις πόσοι από τους φίλους μου έχουν φύγει στο εξωτερικό; Τη ρωτάει με τη σειρά της η Δημητρούλα προσπαθώντας να της τονίσει τους λόγους που είναι πια αναγκαία η φυγή τους…

-Γιατί οι δικοί μου τι έχουν κάνει; Κι ο μπαμπάς μου την ίδια γνώμη με σένα έχει… Να φύγω μου λέει, να μην χαραμιστώ εδώ πέρα, η Ελλάδα δεν έχει πια μέλλον για τους νέους κι άλλα τέτοια. Η μαμά μου, όμως, που λειτουργεί με το συναίσθημα -όπως όλες οι γυναίκες συνήθως- ούτε να τ’ ακούσει δε θέλει, όταν της αναφέρω το εξωτερικό. Εκτός αν είναι για μεταπτυχιακό βέβαια, που αυτό το έχω βγάλει πια απ’ το μυαλό μου, αν δε βρω πρώτα μια δουλειά εκεί έξω, για να μπορώ να το πληρώσω. Θαυμάζω, πάντως, όλα αυτά τα παιδιά που βρήκαν τη δύναμη κι έφυγαν…

-Εμ, τι σου λέω… Εμείς θα μείνουμε να βαστάμε τη σημαία; Ξεκούνα Χαρά, μάζεψε τα χαρτιά σου και πάμε για συνέντευξη. Πού ξέρεις; Μπορεί εκεί να είμαστε τυχερές… την παροτρύνει για πολλοστή φορά η Δημητρούλα για να την πείσει.

-Λες ε; Κι άμα μας πάρουνε; Κάνει πάλι προβληματισμένη η πρώτη, σ’ αυτή τη σκέψη.

-Ε, τι λες… Αυτό δε θέλουμε μωρέ, θα με τρελάνεις; Σφυρίζει απορημένη κι εκνευρισμένη η φίλη της μες στ’ αυτί της.

-Ξέρω ‘γω…. Αυτό τελικά θέλουμε; Ν’ αφήσουμε την Ελλαδίτσα μας; Συνεχίζει η Χαρά να την προκαλεί με τις επιφυλάξεις της.

-“Ααααα καλάαααα” που έλεγε κι η συγχωρεμένη η Βουγιουκλάκη! Σαλέψαμε τελείως μιλάμε… από τη φτώχια!!!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη