“Ματούλα”, γράφει η Μαριάννα Γληνού

Καθρέπτης  στενόμακρος, οβάλ, στο ύψος να δείχνει τα μάτια, καθώς φευγαλέα  η ματιά καθρεφτιζόταν στο κομμάτι που άφηνε κενό η εικόνα. Στιγματισμένος  απ’ τα χρόνια, κάτι μικρά, βαθιά ψεγάδια, γκριζόμαυρα που δεν έφευγαν με τα γνωστά καθαριστικά. Νόμιζες επιφανειακά, σαν ξετσιπωμένο ξύλο. Είχε ταξιδέψει από μακριά. Μετρούσε ενάμισι αιώνας και βάλε στην πλάτη του. Να καταγράφει πόσες ζωές. Πόσες στιγμές. Πόσα κοιτάγματα. Πόσα αχ, πόσα μπορώ, πόσα θέλω, πόσα προχώρα, πόσα «θα περάσει κι αυτό», πόσα συγγνώμη! Πώς μαστορεύονται οι καθρέπτες και φτάνουν στα χέρια σου, όπως η ζωή σου, άραγε σκέφτηκε κανείς; Κι όταν πέφτουν κάτω και σπάνε, ποιος κλαίει για τον χαμό των στιγμών, ποιος δακρύζει για τα σπασμένα κοιτάγματα, για τις χαμένες, σίγουρες και γεμάτες αυτοπεποίθηση ματιές;

Είχε κοιμηθεί έναν ύπνο κουρασμένο. Αυτόν που λες,  «άλλο δεν αντέχω, πάω να ξαπλώσω». Της ανάγκης. Κι είχε ξυπνήσει, αξημέρωτα, με μόνα τα κοτσύφια να φτερουγίζουν και να φωνάζουν τη ζωή να ξυπνήσει.

Ντύθηκε γρήγορα. Τα ρούχα αφημένα από το προηγούμενο βράδυ στην άκρη, δεν ήταν ώρα για νωχελικές, αργές κινήσεις, να πεις με το ξυπνημό ευχαριστώ στη ζωή, το κρύο δεν επέτρεπε τέτοιες πολυτέλειες. Ύστερα, ένας γρήγορος καφές στην καφετιέρα για να καλο-ανοίξει το μάτι, άγευστος, αδιάφορος, ίδιος. Με το κουταλάκι να προεξέχει από την κούπα, συνήθεια χρόνων, τόσα χρόνια προεξοχή και μάτι να μη βγάζει!

Ύπνος χωρίς όνειρα. Καφές χωρίς γεύση. Και το κρύο έξω, ίδιο κι αυτό. Να χτυπάει το πρόσωπο και να δακρύζουν τα μάτια. Είχε μια εμμονή με τα μάτια. Από τότε που ο πατέρας της τη φώναζε «μάθια μου», κι ήταν πολύ παλιά, δεν είχε επιτρέψει να την προσφωνεί κανένας άλλος έτσι. Γλύκαινε καθώς άκουγε κάποιον άλλον πατέρα να απαντά με την ίδια φράση στην κόρη του, «τι θέλεις μάτια μου;», κι έτσι μέσα της έβρισκε η ζωή τη συνέχειά της. Κι η λύπη για την  απουσία του δικού της πατέρα, έβρισκε μια μικρή παρηγοριά.

Δεν ήξερε πως είχε όμορφα μάτια. Κι ας καθρεφτίζονταν τα πρωινά στον καθρέφτη του μπάνιου που κοιταζόταν νέα. Κι ας γράφανε τ’ αγόρια  σε ζωγραφιές που μοιάζαν  τα μάτια της το τηλέφωνο του σπιτιού της. Δεν ήξερε πως είχε μάτια που μπορούσαν ν’ αγαπηθούν. Που έβγαιναν μεγάλα, σα φεγγάρια μέσα απ’ το πρόσωπο, τόσο μεγάλα που ήθελαν, θαρρείς,  ν’ αγκαλιάσουν όλον τον κόσμο μονομιάς. Τόσο πολύ από μάτια, που πολλοί ειδήμονες περί της ιατρικής συχνά την ρωτούσαν αν είχε ελέγξει τον θυρεοειδή της. Δεν ήταν συχνό φαινόμενο να περπατάνε δυο μάτια ξέστηθα μέσα στον κόσμο!

Οι καθρέφτες, λοιπόν, φτιάχνονται από απλό γυαλί! Με τον πιο απλό και λιτό τρόπο. Στο πίσω μέρος τους  υπάρχει μια στρώση αλουμινίου και τ’ αντιφέγγισμα έτοιμο! Στα πολύ παλιά χρόνια, αναφέρεται ακόμη και στην Αγία Γραφή, οι καθρέπτες ήταν φτιαγμένοι από καλά γυαλισμένα μέταλλα, χαλκό ή  μπρούτζο.

Και τα μάτια έχουν κι αυτά το υαλοειδές τους. Ένα σαν ζελέ, στο πίσω μέρος τους.  Ποιος το σκέπτεται όταν κοιτάζει μες τα μάτια; Θαυμάζει το χρώμα, τη γλύκα, την ηρεμία, βλέπει τη γυαλάδα, όταν κρύβεται ένα δάκρυ…

Κι όταν τα μάτια δεν βλέπουν, δεν αντιφεγγίζει η ψυχή; Όταν δεν κοιτάμε στους καθρέπτες, εκείνοι παύουν ν’ αντιφεγγίζουν;

Είχε κουραστεί τόσους καθρέφτες, τόσες τεμαχισμένες, μικρές φευγαλέες εικόνες του εαυτού της στα μάτια του κόσμου που τη γνώριζε. Είχε κουραστεί να φροντίζει τις λέξεις μη και δεν μιλούν το συναίσθημα. Όταν οι λέξεις παύουν, σταματούν κι οι ψυχές; Σταματούν οι σκέψεις;

Στα δέκα σου δεν ξέρεις καλά-καλά πως υπάρχουν καθρέπτες. Στα είκοσι έχεις σιγουρευτεί. Έχουν μιλήσει τα μάτια κι οι ψυχές αρκετά, κι οι καθρέφτες επίσης. Γύρω στα τριάντα και κάτι, γυρεύεις τα μάτια του παιδιού σου να μιλήσουν όλα τ’ αντιφεγγίσματα του κόσμου. Θάλασσες φτιαγμένες αγάπη. Όσο να πεις μεγάλωσα τα παιδιά, έχεις διανύσει χιλιόμετρα στιγμών. Και το περισσότερο της ζωής το έχεις ζήσει. Καμιά σημασία προσωπική πια, τα μάτια κι οι καθρέπτες. Μην ελπίζεις για συμφωνία μεταξύ τους. Ανάμεσά τους μια ψυχράδα, αγεφύρωτο κενό. Κενό κι ανάμεσα στις λέξεις, Ματούλα. Μάτια μου…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη