Ξημερώνουν και αυτές οι μέρες που τίποτα δεν έχει νόημα,
που οι λέξεις δεν χωράνε πουθενά…
Το χαρτί μικρό τσαλακωμένο… Η πένα παλιά, άδεια από μελάνι…
Όλα σε πόλεμο μαζί μου, για να μη σου χαρίσω την πονεμένη μου ψυχή.
Μέρες σιωπής…
Μη φοβάσαι μάτια μου… Τίποτα να μη φοβάσαι…
Όλα είναι μικρότερα σου, ανάξια λόγου ή φόβου.
Καταφέρνουν για λίγο να πιστέψω πως είναι δύσκολο
ν΄ αγγίξω την ψυχή σου, να πιστέψω πως δεν είναι δική μου,
πως δεν μου ανήκει κάθε σκέψη και επιθυμία της,
πως μέσα της κρυμμένη δεν ζει η δική μου μορφή, το δικό μου όνειρο.
Συγχώρα με που χάνω την ελπίδα όταν όλα τα παραθύρια της ζωής
γεμίζουν αγκάθια σουβλερά, που με κρατάνε μακριά σου.
Όταν τα νύχια τους με χαρακώνουν για να σε ξεχάσω.
Όταν οι κραυγές τους γεμίζουν φόβο την καρδιά μου
για να σ΄ αφήσω να φύγεις.
Και τότε…
Ώρα ευλογημένη… η ώρα της εξομολόγησης.
Λόγια απίστευτα, που στην καρδιά γίνονται πιστευτά,
λόγια ελπίδας, που εξοστρακίζουν σε τόπο άγονο την απελπισία,
λόγια δικά σου…
«Εσύ είσαι το φως μου… μάγεψες την ψυχή μου… είσαι έρωτας ψυχής»
Αφήστε το σχόλιο σας