Κατέφθαναν διαδοχικά τα πλοία στο λιμάνι…
Μέρες σαν σφαίρες που άλλους πετύχαιναν
κι απ’ άλλους πέρναγαν ξώφαλτσα.
Κι είχε ένα χρώμα η θάλασσα βαθιάς μελαγχολίας
και ο καιρός μουντός – στις αποχρώσεις της κατάθλιψης.
Θαρρείς, σαν πίνακας απελπισίας
που τον ζωγράφιζαν μυρίων ανθρώπων δάκρυα.
Κατέβαιναν στην προκυμαία…
Κι εγώ μετρούσα κατατρεγμένα προσωπεία
και τ’ άθροιζα με τα ξεριζωμένα
κι έπειτα τα πολλαπλασίαζα με τα μελλοντικά.
Αλλά δεν έβγαιναν τα μαθηματικά…
Πολλά τα άλυτα προβλήματα
κι οι δέστρες τόσο λίγες…
Αφήστε το σχόλιο σας