Η Κατερίνα Ευαγγέλου – Κίσσα συνομιλεί με τον εικονογράφο και συγγραφέα Νικόλα Ανδρικόπουλο

Τον Νικόλα Ανδρικόπουλο τον γνώρισα όπως οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν έναν καλλιτέχνη: μέσω της δουλειάς του. Η σωστή χρήση του διαδικτύου λειτουργεί σαν ευλογία πολλές φορές, άρρωντας αποστάσεις και εμπόδια. Υπέροχοι δρόμοι ανοίγονται, οι τέχνες και τα γράμματα είναι εύκολα προσβάσιμα στο ευρύ κοινό, η πληροφόρηση ρέει αφειδώς.

Αγάπησα τον δημιουργό του έργου «Η χώρα με τους παράξενους ανθρώπους» και ανακάλυψα την ευτυχία ενός ανθρώπου, που μπορεί να γράφει υπέροχες ιστορίες και να τις ντύνει μοναδικά ο ίδιος εικονογραφώντας τες, δίνοντας έτσι την μοναδική εμπειρία στους αναγνώστες του να βλέπουν με τα δικά του μάτια τους ήρωές του να παίρνουν σάρκα και οστά.

Το όνομά του παραπέμπει σε παιδί, αγαπημένο του χρώμα είναι το κόκκινο, έχει έντονες κοινωνικές ανησυχίες και ονειρεύεται πάντα έναν καλύτερο κόσμο για τα παιδιά. Όλα αυτά με ιντριγκάρισαν περισσότερο στο να θέλω να γνωρίσω τον άνθρωπο πίσω από τον καλλιτέχνη. Μια μέρα, λοιπόν, απλά του ζήτησα να τον φιλοξενήσω στην στήλη μου “Όμορφοι Άνθρωποι” και εκείνος απλά δέχτηκε. Γιατί τελικά όλα όσα αξίζουν είναι απλά.

Τον ευχαριστώ από καρδιάς για την συνέντευξη που μου παραχώρησε.


Αρχικά σπουδάσατε γραφίστας. Τι σας ώθησε στην παιδική εικονογράφηση και τη συγγραφή παιδικών βιβλίων; Κοιτάξτε, ήρθαν και τα δύο μαζί, σχεδόν ταυτόχρονα, μ’ ένα μικρό προβάδισμα της εικονογράφησης λόγω της βασικής μου ιδιότητας, του εικαστικού.

Η ιστορία ξεκινά έχοντας τρία σκέλη. Πρώτα το 1993 από ένα ρεπορτάζ της τότε ΕΡΤ για τις αρκούδες χορεύτριες και τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ. Είχα τόσο πολύ ευαισθητοποιηθεί και συγκινηθεί από αυτό, που παρ’ ότι δεν είχα ξαναγράψει ποτέ ούτε είχα εικονογραφήσει ένα πλήρες  έγχρωμο βιβλίο, εκτός από λίγα ασπρόμαυρα, αρκετά εξώφυλλα εφηβικών και περίπου 300 ευχητήριες κάρτες, αποφάσισα να γράψω και να εικονογραφήσω το πρώτο μου παιδικό βιβλίο. Και το όνομα αυτού «ο αρκούδος Αρθούρος» από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Εκδόθηκε όμως το 1996, γιατί λόγω ανασφάλειας  έκανα πολύ καιρό να το γράψω, μαζεύοντας συγχρόνως υλικό και για τις αρκούδες της Ελλάδας, και για το έργο του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ αλλά και για τους Ρομά που ήταν πάντα οι χειριστές και κτήτορες των αρκούδων χορευτριών. Το δεύτερο, όχι σε αξιολόγηση αλλά χρονικά στη σκέψη μου, ήταν τα παιδιά μου. Το 1993 ήταν η κόρη μου 10 και ο γιος μου 7 χρόνων. Τι πιο δόκιμο και πρόσφορο έδαφος για να ασχοληθώ με το αντικείμενο-παιδικό βιβλίο. Έχουμε λοιπόν το δεδομένο  της εικαστικότητάς μου, έχουμε το δεδομένο της πατρότητας μικρών παιδιών, τι πιο προκλητικό λοιπόν για μια βουτιά σε χρώματα με πινέλα, χρωματιστά μολύβια και ό,τι άλλο πρόσφορο μέσο στην παιδική σκέψη, φαντασία και τρυφερότητά τους. Και το τρίτο σκέλος ένα σχεδόν τυχαίο αλλά απολύτως καθοριστικό για το υπόλοιπο της ζωής μου γεγονός. Το 1992 προκηρύσσεται διεθνής

«Ανακαλύπτοντας τα μυστικά και τα μυστήρια του κόσμου των παιδιών». Η βραβευμένη αφίσα της ΤΙΒΙ στην Τεχεράνη αλλά παράλληλα εξώφυλλο και ταπετσαρία στο βιβλίο της Μάνιας Καπλάνογλου «Οι πειρατές της Λιμνοχώρας», που πήρε το κρατικό βραβείο το 1998.

biennale εικονογράφησης στην Τεχεράνη με το τίτλο ΤΙΒΙ (Tehran International Biennale of Illustrations).  Και παρ’ όλο ότι μέχρι τότε δεν  είχα εικονογραφήσει κανένα έγχρωμο βιβλίο, η γνωστή εικονογράφος Βάσω Ψαράκη επέμενε να συμμετάσχω σε μια κατηγορία της biennale, που ήταν η φιλοτέχνηση αφίσας. Ο τίτλος της, αλλά και σύνθημα της όλης biennale ήταν: “Discovering the secrets and mysteries of children’s world”.

Αυτό το σύνθημα μου έκανε κλικ στη ψυχή μου, στη σκέψη, στην καρδιά μου και στον τρόπο που άρχισα να βλέπω τα πράγματα και συναισθηματικά και εικαστικά. Όλα πια από τότε, περιστρέφονταν και περιστρέφονται γύρω από αυτό το σύνθημα ως άξονας της εικαστικής και τρέχουσας ζωής μου. Τελικά πείστηκα και συμμετείχα και ω, του θαύματος πήρα το πρώτο βραβείο. Νομίζω μετά απ’ αυτήν την περιγραφή γεγονότων, είναι προφανείς οι λόγοι που με οδήγησαν στην ενασχόληση με την εικονογράφηση βιβλίων για παιδιά και λίγο με την συγγραφή τους.

Ποιά ήταν η πρώτη σας συνεργασία για εικονογράφηση, πώς προέκυψε, πόσο σας βοήθησε στην μετέπειτα πορεία σας; Η πρώτη μου συνεργασία ήταν το 1994. Ήταν μια ασπρόμαυρη εικονογράφηση με έγχρωμο εξώφυλλο  του βιβλίου της Πηνελόπης Δέλτα «Παραμύθια και άλλα» των εκδόσεων ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ. Όμως θεωρώ σαν πιο σημαντικά και επί της ουσίας αρχή μου, ότι ήταν το διπλότευχο βιβλίο  του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, «Ανοίγω το παράθυρο», που  απευθυνόταν στα παλιννοστούντα Ελληνόπουλα που δεν μιλούσαν καθόλου Ελληνικά. Επίσης το1996, πιο σημαντικό το βιβλίο «Ένα πρωί με τον Αίσωπο» της Αγγελικής Βαρελλά των εκδόσεων ΠΑΤΑΚΗ και, ακόμη σημαντικότερο γιατί ήμουν και συγγραφέας του, το βιβλίο που ανέφερα στην προηγούμενη ερώτηση, το «Ο αρκούδος Αρθούρος» των εκδόσεων ΠΑΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Όλα αυτά, νομίζω ότι προέκυψαν και εξαιτίας του βραβείου που είχε προηγηθεί στην Τεχεράνη. Φυσικά όλα αυτά ήταν η εκκίνηση γι’ αυτό που στην πραγματικότητα με εξέφραζε απολύτως εικαστικά και, ασυνειδήτως, ονειρευόμουν.

Διαβάζοντας κανείς τα βιβλία σας, αντιλαμβάνεται πως περνούν κοινωνικά μηνύματα. Ποιές είναι οι πηγές των εμπνεύσεών σας; Είναι δυστυχώς η καθημερινότητά μας. Θα

αναφέρω το «Η χώρα με τους παράξενους ανθρώπους» που αφορά στα ρατσιστικά μας ένστικτα και πόσο τελικά μας αφορά σαν ανθρώπους,

γιατί δυστυχώς η ζωή είναι απρόβλεπτη και μπορεί να βρεθούμε δυνητικά κι εμείς ανά πάσα στιγμή στη θέση του «άλλου». Άλλωστε σαν λαός έχουμε βρεθεί πολλάκις σ’ αυτή τη θέση, με πιο πρόσφατη ιστορική στιγμή την προσφυγιά των Κωνσταντινοπολιτών το 1964. Γιατί πρέπει να συνειδητοποιήσουμε επί τέλους ότι είμαστε όλοι όμοιοι, ίσοι ως άνθρωποι με τα ίδια δικαιώματα αλλά όχι ίδιοι. Πόση γοητεία έχει η διαφορετικότητα!

Ο Πορφύριος. [Η Χώρα με τους Παράξενους Ανθρώπους]

Ένα άλλο είναι το «Δύο παπούτσια με καρότσι», που αφορά στη σωματική διαφορετικότητα των ΑΜΕΑ και τα δικαιώματά τους στη ζωή και πόσο ασυνείδητοι είμαστε όταν με τα αυτοκίνητά μας καταλαμβάνουμε τις ράμπες που είναι φτιαγμένες ειδικά γι’ αυτούς. Ας σκεφτούμε τη ζωή μας αντεστραμμένη. Να ζούμε σε μια χώρα αναπήρων όντας οι ίδιοι μειοψηφία και να προσπαθούμε να προσαρμοστούμε στη δική τους ζωή… Ή το τρίτο το αντιπολεμικό «Παιχνίδια και ψιλικά», που μας αφορά κι αυτό δυνητικά άμεσα. Οι πόλεμοι μαίνονται τριγύρω μας, κοντά μας. Ποιος εγγυάται ότι δεν θα συμβεί και σ’ εμάς αν δε αποκτήσουμε κι εμείς ατομικά και συλλογικά αντιπολεμικό πνεύμα και συνείδηση;

Αλλά κι αυτά που φαινομενικά είναι αθώα, ανώδυνα, για μάγισσες και ξωτικά, για Αϊ Βασίληδες, κρύβουν στα μεν πρώτα και οικολογικές ανησυχίες και όλα μαζί θίγουν την ανάγκη καλλιέργειας της φαντασίας μας κι εμπιστοσύνης μας σ’ αυτήν.

Ποιές είναι οι δικές σας διδακτικές αφετηρίες; Ποιοί οι αγαπημένοι σας συγγραφείς και γιατί; Νομίζω ότι λίγο πολύ, στο πρώτο μέρος των ερωτήσεών σας απάντησα πιο πάνω. Δηλαδή ξεκινώ με αφετηρία το κοινωνικό πρόβλημα και τη συνειδητοποίησή του, γινόμενος ο αναγνώστης θεατής του βιβλίου μου, ενεργός μαχητής  κατά αυτών των προβλημάτων για μια καλύτερη κοινωνία.

Όσον αφορά το δεύτερο μέρος της ερώτησής σας, απαντώ με δύο κλασικά ονόματα γιατί μ’ αυτά μεγάλωσα. Περώ και αδελφοί Γκριμ.

Τι θα θέλατε να κάνετε και ακόμα δεν σας έχει δοθεί η ευκαιρία να το κάνετε; Γράφετε τώρα κάποιο βιβλίοΔεν νομίζω ότι έχω κάποιο απωθημένο, γιατί έχω εικονογραφήσει τόσα  πολλά διαφορετικά, θεματικά βιβλία, που συνεχώς ανανεώνομαι και έτσι καλύπτομαι  πρωτίστως συναισθηματικά αλλά και διανοητικά, πνευματικά.

Όσο για το δεύτερο σκέλος, πριν λίγο καιρό τελείωσα ένα βιβλίο, που όμως ακόμα δεν το έχω εικονογραφήσει, πράγμα για μένα λίγο παράξενο και ασυνήθιστο, γιατί συνήθως ξεκινώ πρώτα με την εικονογράφηση ή έστω ταυτόχρονα, κείμενο και εικόνα.

Ποιά η γνώμη σας για το βιβλίο σήμερα; Βοηθά το «σύστημα» ανερχόμενους συγγραφείς και εικονογράφους; Πώς αισθάνεστε για την ψηφιακή εκδοχή του βιβλίου; Νομίζω ότι εξελίσσεται κι επηρεάζεται από την τρέχουσα κοινωνική πραγματικότητα και στο επίπεδο γραφής και εικόνας. Χωρίς να σημαίνει ότι δεν κυκλοφορούν και ανούσια, επίπεδα και αναμασημένα. Αλλά δυστυχώς και σκουπίδια, όπως δυστυχώς σε όλες τις φάσεις της πραγματικότητας και  καθημερινότητάς μας. Όσο για το ψηφιακό βιβλίο, ό,τι και να κάνουμε, δεν μπορούμε να αρνηθούμε την είσοδό του στη ζωή μας. Όμως το έντυπο θα μας συντροφεύει για πολλάαα  χρόνια ακόμα, γιατί εκτός από πνευματικό αγαθό είναι και αντικείμενο με τρεις διαστάσεις ενεργοποιώντας στο χρήστη όλες τις αισθήσεις του. Ακόμα και την αφή μα κυρίως τη μυρωδιά. Τη μυρωδιά του χαρτιού, την ιδιαίτερη του παλιού ή του τυπωμένου. Δείτε, το ηλεκτρονικό προσπάθησε να μιμηθεί μία. Αυτή της ακοής κάνοντας ν’ ακούγεται το ξεφύλλισμα της σελίδας. Για να δούμε θα καταφέρει η τεχνολογία να μιμηθεί την αφή και το άρωμα; Και αν κάποτε το καταφέρει, δεν θα μπορέσει ποτέ να κοσμήσει τη βιβλιοθήκη μας, δεν θα μπορέσει ποτέ να υπάρξει με σημειωμένες λέξεις ή παραγράφους, που θα μας θυμίζουν παλιές, νομίζουμε, ξεχασμένες στιγμές. Δεν θα δούμε ποτέ τις σελίδες του κιτρινίζοντας να γερνάνε μαζί μ’ εμάς. Να το ανασύρουμε από τη βιβλιοθήκη μας για να ψαχουλεύουμε ξανά και ξανά τις εικόνες του. Δεν θα μας πάρει ποτέ ο ύπνος με ανοιχτές τις σελίδες στο πρόσωπό μας.

Η Γοργόνα του Ορφέα

Σε ότι αφορά αν το σύστημα βοηθάει τους νέους συγγραφείς και εικονογράφους, δεν την άφησα τελευταία την απάντηση γιατί ήθελα να την αποφύγω. Αντίθετα, για να μείνει ως τελευταία πικρή μεν, αλλά αλήθεια. Το σύγχρονό σύστημα δεν βοηθάει καμία μορφή τέχνης και κανένα νέο. Πόσο μάλιστα αν συνδυάζει και τα δύο. Το σύγχρονο σύστημα, μας θέλει όλους αναλώσιμους, γι’ αυτό έχουν ομογενοποιηθεί όλες οι μορφές τέχνης.  Ίδιος τρόπος έκφρασης στη μουσική, ίδιος τρόπος έκφρασης στη ζωγραφική, στη γλυπτική, την αρχιτεκτονική, στο χορό, το θέατρο, ασφαλώς και στη συγγραφή και στην εικονογράφηση, παντού. Όχι βέβαια ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις αλλά αυτές επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Στο μόνο που βοηθάει το σύστημα είναι να εγείρει, κάποιες φορές, κάποιες συνειδήσεις, κάνοντας το φορέα τους να αγανακτεί και τέλος να επαναστατεί απέναντι σ’ αυτό. Συνήθως αυτό δημιουργεί φωτεινά παραδείγματα, που όμως αν το σύστημα τα πάρει έγκαιρα «χαμπάρι» τους κλείνει το διακόπτη. Αν πάλι κάποιος του ξεφύγει, ζητά από τους άλλους ομότεχνους να τον μιμηθούν, μια και έχει πλέον δοκιμασμένη συνταγή. (Το σύστημα). Και το παιχνίδι πάλι από την αρχή, με νέας εσοδείας ομογενοποίηση. Άλλωστε μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνουν το παιχνίδι «φύγε εσύ, έλα εσύ» όλοι ίδιοι είστε. Ακόμα και σε εθνικό επίπεδο. Κάποτε, όχι πριν πολλά χρόνια, ας πούμε στην εικονογράφηση υπήρχαν σχολές, ρεύματα. Πρώτα -πρώτα τα πρώην ανατολικά κράτη και το καθ’ ένα απ’ αυτά ξεχωριστά.  Δηλαδή Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρωσία…. Ύστερα, η Γαλλική, σχολή, η Βελγική, που κι αυτή ξεχώριζε σε Φλαμανδική και Γαλλόφωνη. Η Βρετανική. Αμερικάνικη, Λατινοαμερικάνικη κ.λπ. Υπήρχε η Ιρανική, που ευτυχώς ακόμα κρατάει , η Ιαπωνική και Κινέζικη που δυτικοποιούνται… Τώρα όλες αυτές τις βάζει σ’ ένα μπλέντερ και βγάζει ένα μίγμα αλοιφή για ν’ αλείψει στη μπουκιά που θα φάει κι ύστερα να ανακυκλώσει. Θα μου πει ίσως κάποιος και πως μπορεί να ανατραπεί αυτό.

Θα ‘λεγα, με πολλή-πολλή δουλειά, μελέτη στο αντικείμενό του, σίγουρα πρέπει να υπάρχει αυτό που λέμε ταλέντο, πειραματισμός, τόλμη, όχι εύκολες λύσεις και… Ατέλειωτη Αγάπη γι’ αυτό που κάνει. Για τον πραγματικό χειριστή της όποιας μορφής τέχνης – τον αληθινό, βαθύ καλλιτέχνη, ό,τι είναι για ένα παιδί το παιχνίδι, που χωρίς αυτό δεν μπορεί να μεγαλώσει, να ζήσει, όπως είναι η ανάσα για έναν άνθρωπο, η τροφή, το νερό, έτσι είναι και για τον αληθινό καλλιτέχνη η τέχνη του. Χωρίς αυτήν δεν μπορεί να ζήσει. Μ’ αυτήν κοιμάται μ’ αυτήν ξυπνάει, μ, αυτήν και γι’ αυτήν ονειρεύεται.

Πάντως είναι ένα θέμα που θα μπορούσε κάποιος να γράψει βιβλίο, να κάνει διατριβή, διάλεξη.

Έχετε δημιουργήσει οικογένεια. Πόσο οι απαιτήσεις της διαβίωσης και της καθημερινότητας βοήθησαν ή δυσχέραιναν το έργο σας; Πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε η οικογένειά σας στην πορεία σας; Για μένα οι δυσκολίες συνύπαρξης οικογένειας μαζί με την  αναγκαιότητα της τέχνης, ήταν και είναι πάντοτε κίνητρο. Γιατί αγαπώ πάρα πολύ και τα δύο, κάνοντάς τα φίλους, συγγενείς εξ αίματος. Συνοδοιπόρους, συντρόφους, αναγκαιότητα της ζωής μου. Συνεπώς και οι απαιτήσεις διαβίωσης ήταν ένα επί πλέον κίνητρο, που έκανε τη δημιουργικότητά μου να εγείρεται συνεχώς, κάνοντας με να απολαμβάνω πάντα τις νοητικές, πνευματικές και συναισθηματικές εγρηγόρσεις που μου προκαλούσε το όποιο θέμα με προσκαλούσε και προκαλούσε ν’ ασχοληθώ μαζί του.


Ο Νικόλας Ανδρικόπουλος γεννήθηκε το 1955 στην Αθήνα. Σπούδασε γραφίστας στο Κέντρο Τεχνολογικών Εφαρμογών (Κ.Τ.Ε.) από όπου αποφοίτησε το 1976. Από το 1993 ασχολείται με το παιδικό βιβλίο. Πήρε μέρος σε εκθέσεις εικονογράφων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως της Μπολόνια, του Τόκιο, του Βελιγραδίου, της Μπρατισλάβα και της Αθήνας. Το 1993 πήρε το 1ο βραβείο στη Διεθνή Έκθεση Εικονογράφων της Τεχεράνης. Το 1994 πήρε το 1ο βραβείο αφίσας για τα 25 χρόνια του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Το 1998 αναγράφεται στον τιμητικό πίνακα της ΙΒΒΥ (International Board on Books for Young People – Διεθνής Οργάνωση Βιβλίων για τους Νέους) για το βιβλίο του «Ο αρκούδος Αρθούρος». Το 1999 πήρε το Κρατικό Βραβείο Εικονογράφησης, για το βιβλίο της Μάνιας Καπλάνογλου «Οι πειρατές της Λιμνοχώρας». Την ίδια χρονιά πήρε το 1ο βραβείο εικονογράφησης από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για το βιβλίο του Α. Παπαδιαμάντη «Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη» και το 3ο Βραβείο Εικονογράφησης Εξωφύλλου, στην Τεχεράνη, για το βιβλίο της Τόνιας Χατζηδάκη «Ο πειρατής με τ’ αλλιώτικα μάτια». Το 2002 ήταν υποψήφιος της Ελλάδας για το βραβείο Άντερσεν στην εικονογράφηση. Στο σύνολό τους έχει εικονογραφήσει ογδόντα βιβλία και έχει γράψει εννέα από αυτά. Τα βιβλία του είναι:

  1. Η γοργόνα του Ορφέα, Εκδόσεις: Διάπλαση, 2014
  2. Δυο παπούτσια με καρότσι, Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, 2007
  3. Η χώρα με τους παράξενους ανθρώπους, Εκδόσεις: Καλέντης, 2006
  4. Παιχνίδια και ψιλικά, Εκδόσεις: Α.Α. Λιβάνη, 2006
  5. Το παράπονο της μάγισσας, Εκδόσεις: Άγκυρα, 2004
  6. Η κολοκυθιά και το ξωτικό, Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, 2003
  7. Ένα παραμυθόνειρο, Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, 1999
  8. Το ωραιότερο δώρο του κόσμου, Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα, 1997
  9. Ο αρκούδο Αρθούρος, Εκδόσεις: Παπαδόπουλος, 1996

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη