Η Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα συνομιλεί με τον συγγραφέα Αλέξανδρο Βαναργιώτη

Πέρασαν ήδη σχεδόν τέσσερα χρόνια από τότε που συνάντησα για πρώτη φορά τον Αλέξανδρο Βαναργιώτη. Μου είχε φανεί άνθρωπος δυσπρόσιτος, απόμακρος… Το απέδωσα, χωρίς να το παιδέψω πολύ στο μυαλό μου, στο ότι η καλή του πένα μπορεί να τον είχε κάνει λίγο ακατάδεχτο, ίσως και φίλαυτο. Βλέπετε, τα ερεθίσματα που προσλαμβάνουμε πλέον από τη σημερινή κοινωνία στον μικρό κύκλο της λογοτεχνίας στη χώρα μας, δεν σε βάζουν εύκολα στη σκέψη ότι ένας άνθρωπος μπορεί απλώς να είναι σεμνός, ταπεινός, ακόμα και ντροπαλός στις συναναστροφές του… Πόσο πολύ χαίρομαι που γνωρίζοντάς τον διαψεύσθηκε η πρώτη μου στρεβλή εντύπωση, που ομολογουμένως με είχε στενοχωρήσει τότε.

Από την πρώτη εκείνη γνωριμία μας, λοιπόν, ξεκίνησα να αναζητώ παντού τα γραπτά του. Τον διάβαζα σχεδόν μανιωδώς, προσπαθώντας να ανιχνεύσω πίσω από τις λέξεις του τον άνθρωπο, πίσω από τον άνθρωπο την ψυχή του. Και αυτό που ανακάλυψα το αγάπησα με θέρμη. Ο Αλέξανδρος Βαναργιώτης είναι ένας όμορφος άνθρωπος.  Ο Αλέξανδρος Βαναργιώτης είναι ένας άνθρωπος ένθεος. Και σε αυτή τη λέξη θα μπορούσα να σταματήσω τον μικρό μου πρόλογο, γιατί για εμένα τα εκφράζει όλα. Όμως, δεν θέλω να παραλείψω να αναφέρω και να μοιραστώ μαζί σας, πως πολλές φορές τα κείμενά του με συγκλονίζουν σε σημείο να αναλύομαι σε αναφιλητά. Η γραφή του λειτουργεί καταλυτικά, πότε ως κάθαρση και πότε ως έναρξη βαθύτερων αναζητήσεων και εσωτερικού διαλόγου.

Ο Αλέξανδρος χειρίζεται με περίτεχνη μαεστρία τη μικρή φόρμα. Γράφει εξαίρετα διηγήματα, θα τολμήσω να πω πως ίσως είναι ο καλύτερος διηγηματογράφος της γενιάς μας. Οι λέξεις του γίνονται γλαφυρότατες εικόνες, ζωντανές, με οστά και σάρκα. Τα νοήματα που περνά αντικατοπτρίζουν μια εποχή υψηλών ιδανικών και αξιών, η γραφή του αγγίζει το μέγεθος της αφρόκρεμας των Ελλήνων λογοτεχνών, περασμένων πια χρόνων. Και για διηγηματογράφος γράφει επίσης εξαιρετικά ποιήματα. Οι λέξεις του Αλέξανδρου έχουν έναν στόχο, την καρδιά του αναγνώστη. Και την πετυχαίνει την καρδιά, σαν βέλος που έφυγε από το τόξο του πιο ευθύβολου τοξοβόλου. Ακριβώς στο κέντρο. Και την αφήνει παλλόμενη να σπαράζει, αναζητώντας με λαχτάρα το επόμενο βέλος.

Καλωσορίζω τον Αλέξανδρο Βαναργιώτη στη στήλη μου «Όμορφοι Άνθρωποι» και τον ευχαριστώ για την τιμή που μου έκανε να μοιραστεί μαζί μας τόσες σκέψεις.


 

Αλέξανδρε, από πότε θυμάσαι τον εαυτό σου να γράφει και τι ήταν αυτό που σε ώθησε στην λογοτεχνική απεικόνιση των συναισθημάτων σου;  Άρχισα να γράφω στην εφηβεία. Βρήκα έναν δρόμο να εκφραστώ. Λόγω υπερευαισθησίας με έπνιγαν τα συναισθήματα. Είδα κάποια στιγμή ένα ντοκιμαντέρ στην ασπρόμαυρη τηλεόραση για ένα παιδί που πέθαινε από λευχαιμία. Αφού έκλαψα για ώρα, μετά έγραψα το πρώτο μου αδέξιο ποίημα. Ήμουν δεκατεσσάρων χρονών και είχα χάσει πριν λίγους μήνες τον πατέρα μου. Τα προηγούμενα χρόνια είχα προσπαθήσει ανεπιτυχώς να ζωγραφίσω και να παίζω μουσική. Δεν ήταν όμως προς τα κει οι κλίσεις μου.

Πώς είσαι ως αναγνώστης; Ποιο είδος λογοτεχνίας διαβάζεις περισσότερο; Διαβάζω κυρίως ποίηση και διηγήματα. Περισσότερο όμως ποίηση. Ως αναγνώστης είμαι δύσκολος. Πολλά βιβλία τα αφήνω από τις πρώτες σελίδες ή όταν με κουράζουν. Το αρνητικό μου είναι ότι σπάνια επανέρχομαι σε ό,τι άφησα. Προχωράω.

Ποιες είναι οι διδακτικές σου αφετηρίες και πόσο σε επηρέασαν στο μετέπειτα έργο σου; Στα παιδικά χρόνια διάβαζα κατά κόρον μικρό καουμπόι, μικρό ήρωα και κόμιξ. Στο τέλος του Δημοτικού γνώρισα τον Ιούλιο Βερν. Τα αναγνώσματά μου με έβαζαν σε έναν κόσμο δράσης και περιπέτειας και παρακολουθώντας την ιστορία γλίτωνα την ανία των καλοκαιριών. Αργότερα με σημάδεψαν ο Παπαδιαμάντης, ο Βιζυηνός και ο Γιώργος Ιωάννου. Όμως επειδή από μικρός συνδέθηκα με την εκκλησία, με έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό η υψηλή ποίηση που βρίσκεται στους ύμνους και στις γραφές. Ο Δαβίδ και ο Ρωμανός ο μελωδός εξακολουθούν να είναι από τους πιο αγαπημένους μου ποιητές. Τα χρόνια των σπουδών μου προσέγγισα από το πρωτότυπο τον Όμηρο, τους λυρικούς και τους τραγικούς ποιητές. Η εμπειρία αυτή επίσης έγινε οδοδείχτης στη γραφή μου πιστεύω.

Είσαι ένας εξαίρετος διηγηματογράφος. Επίσης γράφεις πολλά και επίσης εξαιρετικά, κατά τη γνώμη μου, ποιήματα. Και στα δύο είδη λογοτεχνίας κύριο χαρακτηριστικό είναι η μικρή, περιορισμένη έκταση αλλά και τα συμπυκνωμένα νοήματα. Ποιοι είναι οι λόγοι που τα προτιμάς; Είναι θέμα χαρακτήρα. Η μικρή φόρμα ελέγχεται πιο εύκολα αλλά θέλει να αφαιρείς και πολύ υλικό. Αυτό με βάζει σε ένα παιχνίδι αυτοσυγκράτησης γιατί από τη φύση μου είμαι φλύαρος. Στη μικρή φόρμα τα νοήματα πρέπει να είναι επίσης πιο άμεσα, πιο δραστικά, να απευθύνονται περισσότερο στην καρδιά και λιγότερο στον νου. Από τη φύση μου πάλι θέλω γρήγορα να έχω τη συγκίνηση. Είμαι ανυπόμονος. Ποτέ την Πρωτοχρονιά δεν περίμενα τις δώδεκα το βράδυ για να ανοίξω τα δώρο. Συνήθως το άνοιγα κρυφά πολύ νωρίτερα.

Σε μία πρόσφατη συζήτησή μας, εξέφρασες την άποψη ότι οι νέοι συγγραφείς θα έπρεπε πρώτα να δοκιμάζονται στο διήγημα και μετά να προχωρούν στο μυθιστόρημα. Γιατί αυτό;  Στη χώρα μας δεν έχουμε παράδοση μυθιστορήματος. Επομένως ένας νέος που γράφει διηγήματα έχει δυνατά πρότυπα γραφής για να του πιάσουν το χέρι, όπως το μικρό που κάνει τα πρώτα του βήματα. Το μυθιστόρημα είναι χαοτικό. Θέλει πολλή δουλειά, διαρκή έλεγχο του υλικού και πέταμα. Αν κανείς ασκηθεί στη μικρή φόρμα μετά μπορεί να απλωθεί και σε μεγαλύτερη, αν το θέλει. Όλοι οι νέοι που γράφουν μυθιστορήματα γράφουν χαλαρά έργα που εμένα με κουράζουν γι’ αυτό και σταμάτησα να διαβάζω μυθιστορήματα.

Τι ρόλο θεωρείς πως παίζει η ακαδημαϊκή και η κοινωνική μόρφωση για έναν λογοτέχνη; Όλα μετρούν στη γραφή. Είναι σημαντικά εφόδια τα προαναφερθέντα, εφόσον υπάρχει το ταλέντο πρώτα. Φυσικά μπορεί να γράφει κανείς πολύ καλά και χωρίς να διαθέτει ακαδημαϊκή μόρφωση. Αν μελετάς τη ζωή με προσοχή αποκτάς πολλές γνώσεις.

Σε κάποια ποιήματά σου είναι έκδηλη η επιρροή των εκκλησιαστικών κειμένων. Είναι μια έμμεση ή άμεση ομολογία πίστεως; Πόσο και πώς επιδρά στο έργο σου η σχέση σου με την θρησκεία μας; Δεν γράφω για να ομολογήσω κάτι. Γράφω για παραμυθία και εκτόνωση ψυχής. Ομολογία πίστεως είναι η ζωή των ανθρώπων πρωτίστως και όχι τα λόγια και τα γραπτά τους κι εγώ δυστυχώς δεν μπορώ να καυχηθώ για τέτοια ζωή. Οπωσδήποτε το ότι μεγάλωσα μέσα στον χώρο της εκκλησίας και το ότι πιστεύω στο Θεό, περνά στο έργο μου μέσω της κοσμοθεωρίας μου. Και νομίζω γενικά πως επιδρά θετικά στα γραπτά μου, γιατί μου βγάζει κατανόηση και ζεστασιά για τους ανθρώπους καθώς και αδιαφορία για κάθε προβολή που θα με έφθειρε.

Η πρόσβαση στην απόκτηση αλλά και στην έκδοση βιβλίων έχει διαφοροποιηθεί τα τελευταία χρόνια με την χρήση του διαδικτύου, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αλλά και την ευρεία δυνατότητα πλέον αυτοεκδόσεων. Πιστεύεις πως διανύουμε περίοδο πνευματικής ένδειας ή αυτή η άνεση προσφοράς και ζήτησης προσθέτει αξία στα λογοτεχνικά δρώμενα; Πιστεύω ότι έχουμε ποιοτικούς λογοτέχνες οι οποίοι δεν ανιχνεύονται όμως εύκολα λόγω της πληθώρας εκδόσεων –αυτοεκδόσεις, διαδίκτυο κλπ-. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στις μέρες μας είναι δυστυχώς η απουσία κριτικής. Είναι δημοκρατικό να μπορεί όποιος επιθυμεί να εκφραστεί, να επικοινωνήσει με τους άλλους, να τους μεταφέρει τη σκέψη, τα αισθήματα μέσα από τα γραπτά του. Όμως έχουμε έναν καταιγισμό από βιβλιοπαρουσιάσεις, οι εφημερίδες και τα περιοδικά προβάλλουν και διαφημίζουν βιβλία, αλλά σπάνια τα αξιολογούν και τα κρίνουν. Σύμπτωμα των καιρών μας είναι ότι έκλεισαν ή υπολειτουργούν τα λογοτεχνικά περιοδικά. Εγώ αγόραζα παλιότερα βιβλία διαβάζοντας σε λογοτεχνικά περιοδικά κριτικές. Και τότε είχε υποχωρήσει η αυστηρή κριτική αρκετά, αλλά υπήρχαν ακόμη κριτικοί που τολμούσαν να καυτηριάσουν τις αδυναμίες και γνωστών τότε λογοτεχνών. Σήμερα είναι πλέον ελάχιστοι ή δεν έχουν βήμα ή χάνονται κι αυτοί μέσα στο πλήθος της πληροφορίας που μας κατακλύζει.

Ποια είναι η γνώμη σου για τα ερεθίσματα που περνά η σημερινή δημόσια παιδεία ως προς την πνευματική καλλιέργεια εν γένει αλλά και την λογοτεχνία ειδικότερα; Η παιδεία στις μέρες μας έχει στραφεί πολύ στη θετική και τεχνολογική κατεύθυνση. Οι ανθρωπιστικές σπουδές δεν είναι στο κέντρο. Τραγικό είναι ότι στα σχολικά εγχειρίδια των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας από το Δημοτικό ως το Λύκειο έχουν μπει κατώτερα αναγνώσματα. Μερικά δεν είναι καν λογοτεχνία.

Πώς πιστεύεις πως επηρεάζει ένα ανάγνωσμα τον χαρακτήρα του αναγνώστη; Διαμορφώνει η λογοτεχνία την προσωπικότητά μας; Ένα ανάγνωσμα επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον αναγνώστη. Μπορεί να τον διαμορφώσει ή να ενισχύσει τις ήδη καλές ή κακές συνήθειές του. Αν τον ξεκουράζει, τον παρηγορεί, αν ο αναγνώστης ταυτιστεί με τον ήρωα και ο ήρωας λειτουργήσει ως πρότυπο, η επίδραση της λογοτεχνίας μπορεί να είναι σημαντικότατη.

Ενέχει θεωρείς ψήγματα ματαιοδοξίας η ενασχόληση με τη γραφή; Τι προσδοκά ένας ποιητής, ένας συγγραφέας, ένας λογοτέχνης τελικά; Η γραφή είναι μεγάλη παγίδα ναρκισσισμού και ματαιοδοξίας. Ιδιαίτερα στο διαδίκτυο με τα likes, μπορούν εύκολα να πάρουν τα μυαλά κάποιων αέρα. Αυτό φαίνεται έντονα, όταν δηλώνουν δίπλα στο όνομά τους ποιητής ή ό,τι άλλο… Κάθε συγγραφέας έχει διαφορετικές προσδοκίες. Άλλοι προσδοκούν να γίνονται όλο και καλύτεροι, να πάνε μπροστά τον εαυτό τους, άλλοι προσδοκούν τη φήμη και την αναγνωρισιμότητα. «ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν». Ανάλογα δηλαδή τι θεωρεί ο καθένας σπουδαίο.

Ποιες είναι οι συνθήκες εκείνες που ωθούν εσένα προσωπικά στο να γράφεις; Τι σε εμπνέει και τι σε απωθεί; Στη γραφή με ωθούν κυρίως τα προσωπικά μου αδιέξοδα. Όταν το ποτάμι μέσα μου φουσκώνει ανοίγω το φράγμα για να αποσυμπιεστώ. Μια προσωπική εξομολόγηση είναι η γραφή μου, δημόσια. Τις σκέψεις μου, τις θλίψεις και τις αδυναμίες μου καταγράφω. Γι’ αυτό κάποιες φορές όταν είμαι θλιμμένος νιώθω και ενοχές. Φοβάμαι μήπως φορτώσω με τη θλίψη μου τους ανθρώπους γύρω μου και ενώ είναι κι εκείνοι με τόση δική τους θλίψη φορτωμένοι. Με εμπνέουν οι καλοί άνθρωποι γενικά και με απωθεί το κακό.

Κοιτάζοντας μπροστά, τι θα ήθελες ακόμα να γράψεις, τι θα ήθελες να κατακτήσεις; Νομίζω ότι δεν έχω καμιά φιλοδοξία πέρα από το να συνεχίσω να γράφω, όπως αυτοί που τους αρέσει να ταξιδεύουν επιθυμούν μόνο να μπορούν να συνεχίζουν τα ταξίδια.


[Ο Αλέξανδρος Βαναργιώτης γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1966. Σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Ιωαννίνων και εργάζεται στη Μέση Δημόσια Εκπαίδευση. Εξέδωσε δύο συλλογές διηγημάτων: “Διηγήματα για το τέλος της μέρας”, εκδόσεις Λογείον και “Η θεωρία των χαρταετών”, εκδόσεις Παράξενες Μέρες. Ποιήματα και Διηγήματά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Πέραν τούτων, Διηγήματά του έχουν συμπεριληφθεί και στις δύο ανθολογίες ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΠΟΝΖΑΪ ‘14,‘15, εκδόσεις Γαβριηλίδης.]

Σημείωση: έργα του συγγραφέα Αλέξανδρου Βαναργιώτη μπορείτε να βρείτε στο προσωπικό του ιστολόγιο http://vanargiotis.blogspot.gr/

Ίσως σας αρέσει και

2 Σχόλια

  • Βάσω Αποστολοπούλου
    15 Οκτωβρίου 2016 at 19:22

    “Στη γραφή με ωθούν κυρίως τα προσωπικά μου αδιέξοδα. Όταν το ποτάμι μέσα μου φουσκώνει ανοίγω το φράγμα για να αποσυμπιεστώ. Μια προσωπική εξομολόγηση είναι η γραφή μου, δημόσια.”
    Από τα πιο σημαντικά σημεία της τοποθέτησης του συγγραφέα που με εκφράζει απόλυτα μιας και είναι ακριβώς και η δική μου προσέγγιση στον γραπτό λόγο.
    Συγχαρητήρια τόσο στον Αλέξανδρο Βαναργιώτη την μεστή και πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη όσο και στην Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα για την ιδιαίτερα καλογραμμένη εισαγωγή καθώς και για τις πολύ εύστοχες ερωτήσεις.

  • Αντώνιος Ψαρρός
    16 Οκτωβρίου 2016 at 12:46

    Συγχαρητήρια για την συνέντευξη-αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Βαναργιώτη,που η γραφή του αντανακλά τον πλούσιο συναισθηματικό του κόσμο,στον πεζό λόγο και στην ποίηση!!!

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη