«Η εξαφάνιση της Πράσινης», ένα παραμύθι του Μανόλη Κατεινά

Κάθε απόγευμα ο Φοίβος βιαζόταν να διαβάσει τα μαθήματά του, για να βγει να παίξει στον κήπο του σπιτιού του, δίπλα στην αγαπημένη του μηλιά. Ήταν άνοιξη, ο καιρός ήταν καλός και οι γονείς του χαίρονταν να τον βλέπουν μαζί με την αδελφή του την Αριάδνη να σκαρώνουν στον κήπο τους ένα σωρό φανταστικά παιχνίδια.

Κάποιες φορές ο Φοίβος και η Αριάδνη διοργάνωναν στον κήπο τους πικ νικ. Ετοίμαζαν με τη βοήθεια της μητέρας τους φρουτοσαλάτες, χυμούς, σάντουιτς με τυρί και μαρούλι και σάντουιτς με μαρμελάδες και μέλι. Τοποθετούσαν έπειτα όλα τους τα τρόφιμα μέσα σε ένα πλεχτό καλάθι, έπαιρναν μαζί τους και ένα παλιό τραπεζομάντηλο και το έστρωναν στο γρασίδι του κήπου. Έπειτα κάθονταν κάτω και απολάμβαναν το φαγητό τους.

Άλλες φορές πάλι έπαιζαν κρυφτό ή κυνηγητό ή μήλα με την μεγάλη πορτοκαλί μπάλα τους, και με τη συντροφιά των παιδιών της γειτονιάς. Ο κήπος γέμιζε από τις ζωηρές φωνές και τη ζωντάνια των παιδιών και έμοιαζε κι αυτός σαν άνθρωπος, χαρούμενος και ικανοποιημένος.

Την τελευταία φορά που βγήκε για παιχνίδι στον κήπο μαζί με την αδελφή του την Αριάδνη, ο Φοίβος απόκτησε και ένα γλυκύτατο κατοικίδιο ζωάκι. Ήταν μια μεγάλη πρασινωπή κάμπια με μικροσκοπικά ποδαράκια και δυο μαύρες παιχνιδιάρικες κεραίες. Η κάμπια σερνόταν άλλοτε στον κορμό της αγαπημένης του μηλιάς και άλλοτε στο γρασίδι γύρω από τις ρίζες του δέντρου.

Κάθε απόγευμα, ο Φοίβος  παρατηρούσε την κάμπια με τον μεγεθυντικό του φακό να στριφογυρίζει κάνοντας βόλτες γύρω από τη μηλιά.  Είχε διαπιστώσει ότι η κάμπια του, έτρωγε σχεδόν ό,τι έβρισκε μπροστά της. Ήταν πολύ λαίμαργη. Τρεφόταν κυρίως με φυλλαράκια από δέντρα, αλλά ο Φοίβος είχε προσέξει ότι πολλές φορές η κάμπια του μασουλούσε ακόμα και τα κομματάκια του μαρουλιού που έπεφταν από τα σάντουιτς των παιδιών στο γρασίδι του κήπου, μετά το πικ νικ.

Ο Φοίβος με τον καιρό είχε αποκτήσει μεγάλη οικειότητα μαζί της και μάλιστα κάθε απόγευμα που έβγαινε στον κήπο για να την ψάξει φορώντας τα άσπρα προστατευτικά του γάντια, η κάμπια μόλις την πλησίαζε, κατευθυνόταν προς το μέρος του. Αυτό ήταν πραγματικά περίεργο, γιατί στο σχολείο είχε μάθει ότι οι κάμπιες δε βλέπουν. Την άφηνε να τον αγγίζει, να σκαρφαλώνει στο δάχτυλό του και να το αγκαλιάζει ολόγυρα και έπειτα την τοποθετούσε ξανά ψηλά στα κλαδιά της αγαπημένης του μηλιάς. Της είχε δώσει εξάλλου και όνομα. Την ονόμασε Πράσινη, εξ αιτίας του χρώματός της.

Ένα απόγευμα που ψιχάλιζε, ο Φοίβος φόρεσε το κόκκινο αδιάβροχο μπουφάν του και τις κίτρινες πλαστικές μπότες του και βγήκε στον κήπο για λίγο, απλά για να συναντήσει την κάμπια του, την Πράσινη. Όσο όμως κι αν έψαξε, η Πράσινη δεν φαινόταν πουθενά. Γύρισε στο σπίτι στενοχωρημένος και απογοητευμένος.

Όλη την επόμενη εβδομάδα κανένα ίχνος της Πράσινης δεν υπήρχε ούτε στη μηλιά, ούτε στις ρίζες της τριγύρω, αλλά ούτε και στο γρασίδι της αυλής του μικρού κήπου. Λες και είχε ανοίξει η γη και την είχε καταπιεί. Ο Φοίβος ήταν πολύ απογοητευμένος κι όποια σκανταλιά κι αν σκάρωναν η αδερφή του η Αριάδνη και οι φίλοι του,  δεν κατάφερνε να του φτιάξει το κέφι.

Κάθε βράδυ πριν πάει στο κρεβάτι του για να κοιμηθεί, έλεγε στην μητέρα του ότι ούτε και σήμερα είχε καταφέρει να βρει την Πράσινη. Εκείνη τον φιλούσε γλυκά στο μέτωπο, του χάιδευε τα μαλλιά και του έλεγε ότι αν δεν βρεθεί η Πράσινη μέσα στις επόμενες μέρες, θα διάλεγαν μαζί ένα διαφορετικό κατοικίδιο ζωάκι.

Ένα Σάββατο πρωί που ο ήλιος ήταν λαμπερός και η μέρα ζεστή, ο Φοίβος με την Αριάδνη βγήκαν για να παίξουν στον κήπο, δίπλα στη μηλιά. Ο Φοίβος αφού πρώτα έπαιξαν κουτσό και μπιζ, κάθισε να ξαποστάσει κάτω από την αγαπημένη του μηλιά. Ξάπλωσε στις ρίζες  της και  κοίταξε τη μηλιά με το κεφάλι προς τα πάνω. Καθώς χάζευε τους ανθούς των μήλων, μια πεταλούδα εμφανίστηκε μέσα από τα κλαδιά του δέντρου, πέταξε χαρωπά τριγύρω και προσγειώθηκε πάνω στη μύτη του. Ήταν πανέμορφη και με πολύχρωμα φτερά.

Ο Φοίβος ένιωσε ένα περίεργο συναίσθημα να τον κυριεύει. Ένιωθε ότι από κάπου τη γνώριζε αυτή την πεταλούδα. Φυσικά  έπρεπε να ήταν απλά η ιδέα του. Ξαφνικά, η πολύχρωμη πεταλούδα πέταξε προς την παλάμη του χεριού του και τυλίχτηκε γύρω από το δάχτυλό του στοργικά, όπως έκανε και η Πράσινη, η κάμπια του, πριν από λίγες μέρες.

Και τότε ο Φοίβος τα κατάλαβε όλα. Θυμήθηκε αμέσως όλα όσα είχε μάθει στο σχολείο στο μάθημα της μελέτης του περιβάλλοντος για τα έντομα. Μα βέβαια, αυτό ήταν. Η κάμπια του, η Πράσινη, είχε μεταμορφωθεί σε πολύχρωμη πεταλούδα. Οι κάμπιες μετά από κάποιον καιρό μπαίνουν μέσα σε ένα κουκούλι και μεταμορφώνονται σε πεταλούδες. Για να πετύχει αυτή η μεταμόρφωση χρειάζονται πολλή ενέργεια. Για το λόγο αυτό και για όσο καιρό είναι κάμπιες, τρώνε πολύ φαγητό, για να έχουν δηλαδή την απαραίτητη δύναμη που χρειάζεται για να ολοκληρωθεί η μεταμόρφωση.

Ο Φοίβος έτρεξε χαρούμενος προς το σπίτι φωνάζοντας στη μητέρα του πως βρήκε επιτέλους την κάμπια του, την Πράσινη. Η μητέρα του βγήκε στον κήπο απορημένη. Ο Φοίβος της έδειξε  την πολύχρωμη πεταλούδα που στριφογύριζε χαρωπά πάνω από το κεφάλι του. Η μητέρα του χαμογέλασε διστακτικά.

Ο Φοίβος κατάλαβε αμέσως τι είχε συμβεί. Η μητέρα του σε καμία περίπτωση δεν έβλεπε μπροστά της, την κάμπια του, την Πράσινη, παρά μονάχα μια άγνωστη χρωματιστή πεταλούδα.  Καμιά φορά οι γονείς δεν έχουν καθόλου φαντασία. Αδυνατούν να κατανοήσουν ακόμα και τα πιο απλά μυστήρια της φύσης.

«Δε βαριέσαι, εμείς τους αγαπάμε έτσι κι αλλιώς και αυτούς και τις κάμπιες πεταλούδες», σκέφτηκε ο Φοίβος και άρχισε να τρέχει παρέα με την κάμπια-πεταλούδα του, γύρω από την αγαπημένη του μηλιά…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη