«Η απόσυρση μια πίκρα την αφήνει», γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου

Με συγκίνηση αποχαιρετούμε απόψε τη σειρά “Πέρσα Βουδούρη, η Ελληνίδα Miss Marple”, η οποία έκλεισε τον κύκλο της με τη δημοσίευση 32 υπέροχων διηγημάτων. 

Θερμές ευχαριστίες στη συγγραφέα και αγαπημένη μας συνεργάτιδα Λένα Μαυρουδή Μούλιου, η οποία εμπνεύστηκε και έγραψε αυτή τη σειρά για τη Λόγω Γραφής. 

Κατερίνα Ευαγγέλου Κίσσα


Στην παρέα του Χριστόφορου ανήκαν πολλοί του συνάδελφοι από τον δικηγορικό κόσμο της Αθήνας.

Υπήρχε όμως και μια άλλη παρέα, πιο στενή θα την λέγαμε, στην οποία με πολλή υπερηφάνεια εκατέρωθεν ,ανήκαν επιφανείς Έλληνες πολίτες. Ήταν οι Φίλοι του, πράγμα που δεν άλλαξε με τα χρόνια όπως θυμόταν και ο ίδιος, αρχής γενομένης απ’ όταν ήταν φοιτητές. Τότε που μοιράζονταν το Θεσσαλονικιώτικο κουλούρι για να καταπραΐνουν τις διαμαρτυρίες του στομάχου που το άφηναν χωρίς να το γεμίζουν ως είχαν χρέος.

Κινούνται τα αυτοκίνητα δίχως βενζίνη η πετρέλαιο;

Κινούνται οι μηχανές χωρίς να γρασαριστούν;

Πώς λοιπόν ολόκληρα παλικάρια να καθίσουν ήσυχα-ήσυχα στο αμφιθέατρο και να ακούν τον καθηγητή να ομιλεί για κάτι που πολύ απείχε από το πώς θα ικανοποιούνταν οι προσωπικές τους ανάγκες… Κάπως έτσι γεννιούνται οι ‘’κλέφτες και αστυνόμοι’’, τα συλλαλητήρια, οι επαναστάσεις. Το πατρικό μηνιαίο έμβασμα κρατούσε το πολύ ένα 15ήμερο. Από κει και ύστερα, φαγητό ρεφενέ και από σπόντα. Πού κέφι για διάβασμα…

Κι όμως αξέχαστα εκείνα τα χρόνια της αθωότητας που ευχαρίστως θα τα αντάλλασαν με τα τωρινά τους της ευμάρειας, αποτέλεσμα του κυνηγητού του χρήματος.

Στη στενή συντροφιά του Χριστόφορου, λοιπόν, ανήκε και ο Στέφανος Μακρής, ο ονομαστός ντετέκτιβ ερευνητής και η φίλη του ερασιτέχνης ερευνήτρια Μiss Marple, η Πέρσα Βουδούρη δηλαδή.

Ο δικηγόρος, τούς θεωρούσε οικογένειά του και είχε φροντίσει να συσφίξει τη σχέση του μαζί τους εκτός από τους φιλικούς δεσμούς και  με συγγενικούς, κάνοντας κουμπαριές. Βάφτισε τον γιο του Μακρή, την εγγόνα της Πέρσας. Την συντροφιά ολοκλήρωνε η Δικαστίνα Μυρσίνη, το επίθετο της οποίας μας διαφεύγει αυτή τη στιγμή, συνηθισμένοι καθώς ήμασταν από το βαθύ του χρόνου να την αποκαλούμε έτσι, ‘’η Δικαστίνα’’ δηλαδή. Η Μυρσίνη κατάφερε να καταλύσει τις εμμονές του Χριστόφορου για εργένικο βίο και τον πάντρεψε με την καλή της φίλη επίσης Δικαστίνα την Δόμνα Ματσίου.

Αγαπιόντουσαν λοιπόν τα πάλαι ποτέ λυκόπουλα, πέραν του γεγονότος ότι και στα επαγγελματικά τους οσάκις χρειάζονταν ο ένας τη βοήθεια του άλλου, την ζητούσαν όντας βέβαιοι ότι δεν θα προσέκρουαν σε ώτα μη ακουόντων.

Απορούσαν κι οι ίδιοι πώς και δεν είχαν ιδρύσει μιαν εταιρεία στελεχωμένη από τόσες ειδικότητες.

Ήταν ένα από τα όνειρά τους, ένα απωθημένο τους, ας το πούμε κι έτσι.

Δεσμοί συγγενικοί, Φιλίας, επαγγελματικοί, που κανείς δεν τους επέβαλε. Ήταν καθαρά δική τους επιλογή. Πράγμα ομολογουμένως σπάνιον την σήμερον, που καθένας νοιάζεται για τον εαυτούλη του και μόνον. Και το πρόσεχαν μη χαθεί, τοποθετώντας το με τα ακριβά τους.

Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, με έναν ολόλαμπρο ήλιο έστω και με δόντια, την ώρα που ο Χριστόφορος, ήταν σε μια συνάντηση με τον εντολέα του μιας πολύ σοβαρής υπόθεσης, το κινητό του αν και σε σίγαση το ένιωθε να δονείται συνεχώς.

‘’Ε, όχι ρε φίλε, όποιος και να ‘σαι, βλέπεις ότι δεν απαντώ, εσύ όμως το βιολί σου, μα στραντιβάριους είναι αυτό, μα Αμάτι, δεν σού κάνω τη χάρη να απαντήσω στην επιμονή σου αυτήν την αγενέστατη.

Έλα όμως που ο καλών δεν το’ χε σκοπό να σταματήσει;

Ζήτησε συγγνώμη λοιπόν από τον πελάτη του και με ψυχρή επιτιμητική φωνή είπε: «Λέγετε…»

«Άνθρωπέ μου δεν σε καλούμε έτσι για το κέφι μας. Εδώ χαλάει ο κόσμος με τη φωτιά που μαίνεται στο γραφείο σου και συ πέρα βρέχει. Είμαι ο Μίλτος ο ταξιτζής σου και πονάω που βλέπω την καταστροφή. Οι πυροσβέστες κάνουν ό, τι μπορούν για να μην επεκταθεί η φωτιά και στα διπλανά σου γραφεία.

Άκουσαν, λέει, κάτι σαν έκρηξη και αμέσως μετά η φωτιά.

Τυχερός θα ‘σαι αν κάτι σωθεί από το βιος σου. Συμπάθα  με για τα κακά μαντάτα, κάποιος όμως όφειλε να σε ενημερώσει. Άστα όλα κι έλα!!!

Ο Χριστόφορος έκλεισε το κινητό αναστατωμένος και αμήχανος.

Κάποιος από τους αντιδίκους φαίνεται  τον μισούσε πιότερο απ’ ό,τι φανταζόταν.

Όλοι σχεδόν οι ποινικολόγοι δέχονται απειλές κατά καιρούς αλλά λίγες από αυτές υλοποιούνται, εκτός ολίγων εξαιρέσεων καληώρα σαν ετούτη. Δύσκολες εποχές για τους υπηρέτες της Θέμιδος.

Ευτυχώς να λέμε που δεν υπήρχε κανείς στο γραφείο την μοιραία στιγμή του εμπρησμού. Τόσο η ιδιαιτέρα του, όσο και η νεαρή ασκούμενη δικηγόρος απουσίαζαν λόγω γρίπης. Από τις τυχερές των επιδημιών!

Ο Μεγαλοδικηγόρος αλλόφρων όρμησε στη λεωφόρο για ταξί και θαρρείς ότι τον περίμενε αυτό, καθώς βρήκε αμέσως.

‘’Από τα καλά συνεπακόλουθα  της κρίσης, που τα ταξί σχηματίζουν ουρές αναμονής για επιβάτη, που πια, δεν τού περισσεύουν και πολλά για τις μετακινήσεις του με αυτό το μέσον.

Ποδήλατο Έλληνα, γιατί όχι; Τόσοι Ευρωπαίοι με ανθηρά τα οικονομικά τους το  χρησιμοποιούν γυμνάζοντας παράλληλα κα το κορμί  τους, εσύ τεμπέλαρε δεν το μπορείς;

Άσε που θα ελαφρύνεις και την ατμοσφαιρική ρύπανση, κάνοντας καλό στους συμπολίτες σου…’’

Τώρα τι του λες τ’ ανθρώπου; Ήταν ώρα για τέτοιες φιλοσοφικές σκέψεις; Αμ ήταν. Πώς δεν ήταν. Αν όχι τώρα, πότε θα κατέληγε σ’ αυτές τις σκέψεις που περνούν από το μυαλό όλων μας αλλά που δε εφαρμόζονται ποτέ!

Εκείνο που τώρα προείχε ήταν να ζητήσει τη βοήθεια των φίλων του ντετέκτιβ, τού Στέφανου και της Πέρσας. Στις δραματικές ώρες που τον περίμεναν, αλλιώς θα ήταν να τις περνούσε μόνος και αλλιώς να τις μοιραζόταν με την οικογένειά του όπως θεωρούσε τους φίλους του.

Έφθασαν σχεδόν συγχρόνως στον τόπο του συμβάντος.

Από το γραφείο δεν είχε μείνει τίποτα όρθιο. Στάχτες και αποκαΐδια που ακόμη κάπνιζαν παρά τούς τόνους νερού που δέχτηκαν και έκαναν τον χώρο να μοιάζει με μία μαυριδερή μισοαδειανή πισίνα!

Οι δύο ερευνητές, μαζί με τους πυροτεχνουργούς και τους άντρες της σήμανσης, που τους αντιμετώπιζαν με δέος, καθώς αποτελούσαν κάτι σαν θρύλο στο Αστυνομικό σώμα απ’ όπου άρχισε η λαμπρή τους καριέρα, περιδιάβαιναν τον χώρο τσαλαβουτώντας στα βρωμόνερα. Κάθε τόσο έσκυβαν και μάζευαν κάτι σημαντικό γι’ αυτούς που θα τους οδηγούσε πιθανόν στον δράστη.

Ο Χριστόφορος εύρωστος οικονομικά, θα το ξανάφτιαχνε το γραφείο του παίρνοντας και μεγάλη αποζημίωση από την ασφαλιστική του εταιρεία, μα αυτό δεν μετρίαζε τον πόνο του. Ευτυχώς όλα του τα αρχεία είχαν περαστεί με back up στον υπολογιστή, με αποτέλεσμα να μπορούν με την βοήθεια και κάποιου ειδικού τεχνικού, να μεταφερθούν από το Σύμπαν που ταξίδευαν, στον καινούριο υπολογιστή που θα αγόραζε αύριο κιόλας.

Το μυαλό των πάντων έκανε focus στην έκρηξη που προϋπήρξε της φωτιάς. Ασφαλώς εμπρηστικός μηχανισμός τι άλλο; Για να ξέχασε κανείς αναμμένο τσιγάρο δεν έπαιζε, αφού ο δικηγόρος ήταν φανατικός αντικαπνιστής που σημαίνει ότι ούτε άλλος κανείς πελάτης κάπνιζε, κάτι που απαγορευόταν αυστηρά και όλοι τηρούσαν την απαγόρευση με σεβασμό και κατανόηση.

Κάποια στιγμή η Πέρσα δείχνει στο Μακρή ένα δικό της εύρημα. Μία μικρούλα μπαταρία ρολογιού από αυτές που έχουν τα τωρινά φθηνορόλογα, που έτσι και χαλάσουν δεν επιδέχονται διόρθωσης και ούτε ο ρολογάς συμφέρει, αφού, ούτως η άλλως, είναι πάμφθηνα.

«Υπήρχε Χριστόφορε στο γραφείο κανένα πρόχειρο ρολογάκι; Βάζω στοίχημα. Κάποιος ωρολογιακός εκρηκτικός μηχανισμός έκανε την πυροδότηση σε επίσης προχειροφτιαγμένη βόμβα μολότοφ».

«Ρολογάκι είπες Πέρσα μου; Ρολογάκια για την ακρίβεια. Η συλλογή μου από ρολόγια τσέπης που την πρόσεχα σαν τα μάτια μου και την είχα αγοράσει παλικαρόπουλο κομμάτι-κομμάτι με το λιγοστό μου χαρτζιλίκι. Τη συλλογή μου αυτήν κλαίω και την επίσης λατρεμένη μου, εκείνη με τα αντίγραφα πενών μεγάλων προσωπικοτήτων του Αιώνα μας. Αυτήν την απώλεια θρηνώ στ’ αλήθεια, πιο πολύ απ’ οτιδήποτε άλλο εδώ μέσα. Ένα κομμάτι της ζωής μου από την εποχή τής αθωότητας πέθανε απόψε εδώ μέσα». Και τον πήραν τα  κλάματα τον έμπειρο δικηγόρο, που φανέρωσε ότι όλοι μας κρύβουμε μέσα μας  ‘’ένα παιδί’’ όσα χρόνια κι’ αν περάσουν στο καλαντάρι της ζωής μας.

«Όμως, για να μην κουράζω το μηχανισμό, τα είχα όλα ‘’αφοπλίσει.’’

Όχι Πέρσα μου, η μπαταρία τούτη δεν είναι από τα ρολόγια μου».

Δικηγόρος, Ποινικολόγος από τους καλύτερους, είχε μεταξύ των εντολέων του, πολίτες επιφανείς αλλά και μεγαλοαπατεώνες και μαφιόζους όσο και αν προσπαθούσε να τους αποφύγει. Κανείς από αυτούς δεν θα ήθελε να τον καταστρέψει, για τον απλούστατο λόγο ότι είχαν την ανάγκη του.

Ποιος λοιπόν δράστης;

Στέφανε, Πέρσα, καλείστε να τον ανακαλύψετε.

Η Πέρσα ζήτησε από το Χριστόφορο έναν κατάλογο των πιο πρόσφατων πελατών του μετά των αντιδίκων τους.

«Στέφανε μισοί δικοί μου και οι άλλοι δικοί σου.

Ας δούμε ποιο μπουμπούκι έκανε τούτη εδώ την καταστροφή και γιατί…»

Τελικά το επάγγελμα του Δικηγόρου είναι από τα πιο περίεργα. Υποχρεούται πολλές φορές ο επιστήμων να μοχθήσει για την  αθώωση πελάτη που προσποιείται την αθώα περιστερά, ενώ ο συνήγορός του έχει βάσιμες υποψίες ότι πρόκειται περί ενός μπουμπουκιού που άνθισε ξεγελασμένο από πρώιμη καλοκαιρία θερμοκηπίου αμφιλεγόμενης προστασίας και ποιότητας.

Τις απέφευγε γενικώς αυτές τις υποθέσεις που δεν τού άρεσε το… άρωμά τους, μα έτσι και τις αναλάμβανε, έδινε και τον εαυτό του για να κριθούν ναι μεν ένοχοι οι εντολείς του, αλλά  με πάρα πολλά ελαφρυντικά.

Είπε λοιπόν στο αχτύπητο δίδυμο των φίλων του, ότι το πρώτο όνομα που τού έρχονταν στο νου, ήταν αυτό του συζύγου μιας κυρίας, της οποίας είχε αναλάβει το διαζύγιο. Και τούτο γιατί ενώ έμμεσε τα μύρια όσα εναντίον της πρώην του, αξίωσε από τον Χριστόφορο να βγει το διαζύγιο υπέρ αυτού, ζητώντας μάλιστα και διατροφή καθώς και απαλλαγή δικαστικών εξόδων, καθότι και διότι ήταν ένα άνεργο τεμπελόσκυλο που μέχρι πρότινος και για χρόνια τον έτρεφε η κυρία.

Ο δικός του συνήγορος τον συμβούλευε να συμμαζέψει τον οχετό που εκτόξευε προς όποια και όποιον θεωρούσε ότι ήταν ‘’απέναντι’’, μα αυτός θαρρείς και οι συμβουλές έτρεφαν το μίσος του, γινόταν ολοένα και πιο απειλητικός. Έτσι, σαν number one εχθρό του θεωρούσε πλέον τον Χριστόφορο και τού μηνούσε με χίλιους δύο τρόπους ότι θα τον εξόντωνε, κατηγορώντας τον συνάμα, ότι είναι και γκόμενος της κυρίας, βάζοντας σε κίνδυνο την προσωπική του ζωή του Δικηγόρου και το γάμο του που ήταν ανέφελος μέχρι τότε. Ξέρετε πώς είναι αυτά. Η γνωστή μέθοδος της λάσπης στον ανεμιστήρα.

Έτσι είχαν τα πράγματα, μα οι ερευνητές που ήταν και κάτι σαν ψυχολόγοι απεφάνθησαν: όχι δεν ήταν αυτός ο ένοχος του εμπρησμού. Πώς το λέει η παροιμία να δεις: ‘’Σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει’’.

Γιατί;

Γιατί είναι απασχολημένο με το γάβγισμα. Γι’ αυτό!

Ο πυροτεχνουργός που ερευνούσε το χώρο απεφάνθη: «Ο εκρηκτικός μηχανισμός αποτελούμενος από βόμβα μολότοφ πολύ μικρής ισχύος και ένα ρολογάκι μάλλον γυναικείας χειρός, που προφανώς δεν αποσκοπούσε παρά σε μικρής έκτασης ζημιές ήταν η αιτία του δράματος. Ο εμπρηστής δεν σπουδαιολόγησε το χαρτομάνι πάνω στο έπιπλο του γραφείου και κυρίως τις πλούσιες εύφλεκτες κουρτίνες που παίρνοντας φωτιά την μετέδωσαν παντού. Από την ανάφλεξη αυτών των κουρτινών και μετά, καμιά δύναμη δεν μπορούσε να τιθασεύσει τη φωτιά, που σε χρόνο απίστευτα μικρό ‘’έφαγε’’ τα πάντα.

»Ο δράστης, τώρα που μιλάμε, θα πρέπει να έχει βάλει φτερά στα πόδια του, να έχει γίνει μπουχός που λένε, η μία περίπτωση. Η έτερη, μπορεί να είναι κάπου πολύ κοντά για να αποσείσει από το άτομό του τις όποιες πιθανόν υποψίες. Η γνωστή ρήση για τον εγκληματία που τριγυρνά στον τόπο του εγκλήματος».

Η Πέρσα με το Στέφανο, πήραν πολύ στα σοβαρά τούτη τη γνώμη του πολύπειρου ανθρώπου που κι αν δεν είχαν δει τα μάτια του πράγματα και θάματα. Συνέστησαν λοιπόν στο Χριστόφορο, επαγρύπνηση, παρατηρητικότητα, για όλους όσοι έσπευδαν να τον συλλυπηθούν χύνοντας οι περισσότεροι κροκοδείλια δάκρυα συμπαράστασης στο φαίνεστε. Γιατί από μέσα τους πολλοί ήταν οι άσπονδοι ‘’φίλοι’’ που απολάμβαναν το γκραν γκινιόλ θέαμα της καταστροφής.

Τελικά λίγοι ήρθαν να τον δουν από κοντά και μεταξύ αυτών ο απειλών επίδοξος καταστροφέας του δικηγόρου, όπως και η πρώην γυναίκα του.

«Ουάου! Γουστάρω! Το πόσο χαίρομαι δεν λέγεται, αλλά βρε παιδάκι μου χάθηκε να σε ταβλιάσουν και σένα; Τς… τς… τς…

Εμ, άγνωστε χρυσοχέρη, έκανες τι έκανες και μπράβο σου, αλλά ψιλά γράμματα για το μεγάλο δικηγόρο μας, παρωνυχίδα στα οικονομικά του. Αύριο κιόλας θα ξαναστήσει το γραφείο του, παίρνοντας και τα κέρατά του από την ασφαλιστική του. Που σημαίνει μεθερμηνευόμενο, έκανες μια τρύπα στο νερό. Και μόνον γι’ αυτό, απαλλάσσομαι από πιθανόν υποψίες ότι είμαι ο δράστης. Κρίμα ρε σεις. Έχασα την ευχαρίστηση να είμαι εγώ ο αίτιος… κρίμα και κατάκριμα. Αλλά πού ‘σαι. Πώς το λένε να δεις: ‘’πίσω έχει η αχλάδα την ουρά’’.

Άντε γεια. See you soon».

«Για μια στιγμή μικρέ, για μα στιγμή» είπε ο Μακρής που έτυχε να είναι μπροστά στη σκηνή που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε λίγο πριν.

«Σε ενημερώνω ότι αυτά που έμμεσες καταγράφηκαν από αυτό το εργαλείο και θα ληφθούν υπ ‘όψιν του δικαστηρίου όπου σε λίγο θα βρεθείς ένας ακόμη ύποπτος για τον εμπρησμό. Την έβαψες φίλε, ενώ αν είχες βάλει το φίμωτρο που βάζεις στον αζόρ σου θα είχες γλιτώσει από πολλά δεινά».

«Και ελόγου σου ποιος είσαι κύριος; Ο Δικηγόρος του Δικηγόρου, που ο διάβολος να πάρει τη φάρα σας, ή η αδερφή Τερέζα που προστατεύει τους αναξιοπαθούντες συνανθρώπους μας, ή μήπως ο κηδεμόνας του χούφταλου; Χάρισέ μας το ονοματάκι σου να το καταχωρήσουμε στο λίβρο ντ’ όρο των οχτρών μας».

«Και ότι θα σού το έλεγα, Στέφανος Μακρής ερευνητής και η κυρία δίπλα μου η Πέρσα Βουδούρη, επίσης ερευνήτρια. Μη μου πεις ότι χάρηκες για την γνωριμία, γιατί άνθρωποι του συναφιού σου προσπαθούν, επειδή το επιτάσσει η δική σου φάρα, να αποφεύγουν το  συνωστισμό μαζί μας πάση θυσία γιατί δεν τους βγαίνει σε καλό».

«Ω, μα βέβαια, το γνωστό δίδυμο των ντετέκτιβ. Δεν χάρηκα λοιπόν όντως για την γνωριμία, αλλά από σεβασμό να σας πω ακόμη μια φορά ότι αν δεν τού βάλετε μυαλό του μάγκα, εγώ θα τον σκοτώσω αργά ή γρήγορα.»

Εντωμεταξύ είχε έρθει και η πρώην του φωνακλά και αυτό πυροδότησε ακόμη μία του έκρηξη: «Ιδού και η αδερφή του ελέους που πολύ αμφιβάλω αν λυπάται στ’ αλήθεια γι’ αυτά που βλέπει. Αηδιάζω στη θέα αυτών των ανθρώπων και την κάνω από ‘δω. Για ό,τι με θελήσετε ιδού η κάρτα μου, τηλεφωνείτε και φθάνω πάραυτα» είπε ο εν εξάλλω καταστάσει διατελών πρώην σύζυγος της κυρίας, η οποία όλην αυτήν την ώρα, κατάχλομη και με τρεμάμενα χέρια δεν είχε βγάλει μιλιά.

Τι σού είναι μια φορά οι ανθρώπινες σχέσεις, πώς αρχίζουν και πώς καταλήγουν τις πιο πολλές φορές! Ο άνθρωπος φέρνει στην επιφάνεια το κτήνος που κουβαλάμε όλοι μέσα μας, που ναι μεν βρίσκεται εν υπνώσει αλλά που υπάρχει.

Και με την ακροτελεύτια φράση του ο πρώην, τους άδειασε τη γωνιά. Καιρός ήταν, γιατί η όλη φάση, μαζί με την απαίσια μυρωδιά από τα αποκαΐδια έκανε την ατμόσφαιρα αποπνικτική.

Οι πυροτεχνουργοί συνέχιζαν την έρευνά τους, το ίδιο οι της σήμανσης και ο Χριστόφορος πρότεινε στους φίλους και την πελάτισσά του, να πάνε στο γειτονικό καφέ να πιουν έναν καφέ και λίγο δροσερό νεράκι να μαλακώσουν από τον λάρυγγα τη γεύση της καταστροφής.

«Σκοτάδι πυκνό φίλοι μου είπε ο Μακρής, «αν και για να είμαι ειλικρινής, για μια φευγαλέα στιγμή, κάπου πήγε το μυαλό μου, μα η σκέψη μου ήταν τόσο μα τόσο ακραία, που την απόδιωξα».

«Να δεις φίλε μου που θα έλεγα και εγώ το ίδιο. Με τη διαφορά ότι εγώ τη σκέψη μου δεν την απόδιωξα». Είπε η Πέρσα και γυρίζοντας προς την κυρία της είπε: «Τι λέτε; Είμαι σε καλό δρόμο;»

«Μα τι λέτε δεν σας καταλαβαίνω. Γιατί ρωτάτε εμένα ειδικά;»

«Αμέσως θα αναλύσω τη σκέψη μου.

»Ελπίζατε ότι μετά τις κατηγόριες που ο πρώην σας εκτόξευε συνεχώς θα θεωρούταν ο υπ’ αριθμό 1 ύποπτος και θα συλλαμβάνονταν αμέσως. Μα δεν έγινε έτσι γιατί ο εμπρηστής που ψάχνουμε είναι εδώ μπροστά μας. ΕΣΕΙΣ ΚΥΡΙΑ ΜΟΥ. Ελπίζατε ότι θα γλυτώνατε τόσο από αυτόν, όσο και από δικηγορικά έξοδα με ένα διαζύγιο που θα τραβούσε σε μάκρος, ενώ με την κατηγόρια που θα του απέδιδαν δεν θα είχε κανένα ελαφρυντικό και τα πράγματα θα πήγαιναν κατ’ ευχήν για σας. Και αν κάποια στιγμή αποδεικνύονταν η αθωότητά του εσείς θα είχατε δρομολογήσει τη ζωή σας χωρίς τον αντιπαθέστατο σύζυγό σας, το θέμα θα πήγαινε στας καλένδας που λένε και η φάση θα αποδιδόταν σε κάποιον αντίδικο εξ’ ίσου δυσαρεστημένο με τον πρώην σας. Θα έψαχναν θα έψαχναν και στο τέλος θα κλείνονταν  η υπόθεση σε κανένα συρτάρι και θα ξεχνιόταν.

Σκοπός σας δεν ήταν η πλήρης καταστροφή του γραφείου αλλά μια μικροφωτιά που θα την έσβηναν μεν έγκαιρα, μα που θα ‘ταν αρκετή για να ενοχοποιηθεί ο σύζυγός σας.

Τα λέω καλά;

Για μένα το θέμα θεωρείται λήξαν. Τι θα θελήσει να κάνει ο Χριστόφορος  “it’s up to him”, που λένε στο χωριό της εγγονής μου».

Το μόνο που πήρε το αυτί της Ελληνίδας miss Marple καθώς η μαντάμ έφευγε έξαλλη από το cafe ήταν: «ΠΑΛΙΟΓΡΙΑ ΘΑ ΣΟΥ ΔΕΙΞΩ ΕΓΩ».  Το κτήνος το εν υπνώσει, που λέγαμε, μόλις άρχισε να ξυπνά…

Είχαν μείνει όλοι άναυδοι.

Άβυσσος τ’ ανθρώπου η ψυχή…

«Και τώρα φίλοι μου επιτρέψτε μου να φύγω από τη συντροφιά σας αλλά και την ενεργό δράση» είπε η Πέρσα. «Χρειάζομαι επειγόντως να αναπνεύσω καθαρό αέρα και κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Θα εγκατασταθώ στο νησάκι μου της άγονης γραμμής και θα ασχοληθώ με το ψάρεμα.

Να δείτε όμως που η είδηση αυτή προφανώς διέρρευσε, το έμαθαν τα ψάρια, και όπως με πληροφόρησε ένας φίλος μου ψαράς παρατηρήθη-κε μαζική μετανάστευση κοπαδιών ιχθύων που τρέμουν το αγκίστρι μου.

Είμαι να απορήσω: «Μα καλά να με φοβούνται οι κακοποιοί του πλανήτη, μα και τα ψάρια;»


Λίγα λόγια για τη συγγραφέα: Η Λένα Μαυρουδή Μούλιου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Είναι μουσικός, Πτυχιούχος Πιάνου, Δασκάλα του Εθνικού Ωδείου Αθηνών και Συνθέτις.

Έγραψε πάνω από διακόσια τραγούδια σε στίχους ως επί το πλείστον δικούς της. Μελοποίησε επίσης μια σειρά ποιημάτων  της για παιδιά, καθώς και νανουρίσματα. Μπορεί κάποιος να ακούσει τα τραγούδια της στο ΙΝΤΕΡΝΕΤ – sound cloud lenamm. Διασκεύασε επίσης γνωστά παιδικά παραμύθια.

Διηγήματά της και ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο. Μουσικά αλλά και λογοτεχνικά έργα της έχουν λάβει πολλές διακρίσεις σε διαγωνισμούς.  Έχει γράψει πληθώρα βιβλίων. Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεται με τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», δημοσιεύοντας σειρές διηγημάτων της [«Της Λένας τα διηγήματα», «Ιστορίες του Φαρμακείου»] αλλά και ποιήματά της.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη