«Ηλιοβασίλεμα διάρκειας ελαχίστου χρόνου», γράφει ο Χρήστος Νιάρος

Είναι και αυτή η στιγμή μέσα στην καθημερινότητα και στην επανάληψη των ημερών, ιδιαίτερα δε όταν υπάρχει χρόνος, σημαντικότατη. Ηλιαχτίδες διαγώνιες και τεθλασμένες ταξιδεύουν κάπου εδώ κοντά και τα χρώματά τους με καλούν στο πανηγύρι αυτό. Δεν μπορώ, δεν δύναμαι να δηλώσω απών. Που σημαίνει ότι φτιάχνω χρόνο για να τα συναντήσω.

Ταξιδεύουν οι γραμμές και τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος  δίχτυα ρίχνουν στον ουρανό. Βηματίζουν χωρίς να κουράζονται και οι δρόμοι τους στο άπειρο τα βγάζουν. Και σκαλοπάτι-σκαλοπάτι χορεύουν με τις σκέψεις  μου σε αυτή τη δικιά τους ώρα.

Σε ένα από τα πολλά ξέφωτα, κοντά στα πάρκα της πόλης αυτής, όταν τα κύματα του ωκεανού είναι σύνορο ή το τέλος της στεριάς, σεργιανίζουν τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος.  Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο κύμα, στο νερό. Καμμιά φορά, εικάζω, παίρνουν και τα βουνά. Μια ακόμη πιθανότητα θα ήταν ότι παίρνουν τα μάτια τους από οτιδήποτε. Επιλογές και επιλογές  και καθετί έχει τον λόγο του. Καιρού όμως θέλοντος και ταξιδιού ανάγκης, ένα τσιγάρο δρόμος όλη η διαδρομή και η απόσταση από το σημείο θέασης γίνεται αλήθεια. Εδώ που βαρκούλες και φωνές περαστικών και γειτόνων συνοδεύουν αυτό το πίνακα ζωγραφικής, που είτε είναι στην αρχή ή στη μέση της ολοκλήρωσής του, αποτελεί σημείο, σημαδούρα μιας πινελιάς αλλά και λέξεων προέκταση.

[Φωτογραφία από το αρχείο του Χ. Νιάρου]

Η θέαση της εικόνας, παραφράζοντας και παροιμίες μας, σαν καπετάνιοι του γλυκού νερού, αλλάζοντας  τα δεδομένου του χρόνου της στεριάς  και όλοι γίνονται ταξιδευτές της στιγμής αυτής.  Λες και θέλουν να  ρίξουνε άγκυρες και σχοινιά  τα ταξίδια τους. Ο δε χάρτης των σημαινόμενων, των ακαριαίων, των αισθήσεων, ανοίγει διάπλατα σαν κουβέρτα στο γρασίδι του πάρκου, σαν χαλί παραμυθιού και σαν διάδρομος απογείωσης προς πάσα κατεύθυνση σε συναντάει.

Στου κυκλικού χρόνου τις αχτίνες και τις διαδρομές αυτές  ο καθείς και η βαλίτσα του. Από το κέντρο της διαδρομής στο άπειρο  της στιγμής, όλα είναι υπαρκτά. Αλλά και στης ευθείας του χρόνου της συνήθειας  επιφωνήματα και σιωπή απόλαυσης γλυκό μπερδεύονται σε ένα  παιγνίδι χωρίς πληρωμή και κέρμα. Και γεμίζει και το ποτήρι της ενσυναίσθησης με το λίγο  της πνοής του ηλιοβασιλέματος.  Όπως και το καλάθι του σπιτιού με τα λίγα θα ζει  ή θα αντέχει να τα βγάλει πέρα αλλά και τα πρώτα και τα δεύτερα είδη ανάγκης, που θα αλλάζουν και σε ποιότητα και σε ποσότητα, θα βολοδέρνεται.

Βγαίνοντας λοιπόν από το κάδρο της καθημερινότητας, τα βήματα με οδηγούν στο ξέφωτο. Ως καταφυγή, καταφύγιο και απόδραση από τη συνήθεια και την επανάληψη. Είναι μια άλλη τελετουργία σιωπής που κεντρίζει τα απογεύματα και είναι και δωρεάν η παράσταση αυτή, εδώ που τα λέμε.  Το πόσο διαρκεί το ταξίδι αυτό της παρατήρησης και των χρωμάτων οι στροφές, φυγόκεντρα και κεντρομόλα δίνω το παρών.

Κάποιοι χρωματισμοί πορτοκαλοκόκκινοι του τοπίου, που φτιάχνεται από βουτιές πινελιές, βρίσκουν το χώρο τους στην σιωπή του ήλιου και με το αεράκι να σου μιλάει, χαϊδεύεις λησμονιές.

Βουτάω στη στιγμή της ενατένισης. Το μακρινό και το άπιαστο των χρωμάτων, συμπάσχει με το πεπερασμένο και το αυθόρμητο μιας ομοιοκαταληξίας.  Θρόισμα  μνήμης στο ανείπωτο  το ελαφρύ αεράκι δίνει και ενώ μακραίνουν με τα βήματά του, φύλλα και κοχύλια, αφήνουν τα ίχνη τους στου ουρανού την μέθεξη. Όλα καθρεφτισμοί και  με μια γουλιά αμίλητου  νερού στο στόμα έρχονται τελικά στην ευθεία  τους. Μπαίνει τρόπο τινά το νερό στο αυλάκι, όπως λέει και ο λαός μας και ο ωκεανός και τα κύματά του, τα σαράντα και βάλε, το γνωρίζουν αυτό πολύ καλά.

Λίγα κύματα ωκεάνια στην εικόνα της εποχής, άνοιξη που ξεφυλλίζει απογεύματα Κυριακής, μα όταν φτάνει ο επίλογος για το φως και την ημέρα, αποχρώσεις του ηλιοβασιλέματος πάνε το χρόνο σου πιο πέρα.

Παγκάκια ενατένισης, μυρουδιές και κουβέντες από το πάρκο, βήματα περαστικών και γλαροπούλια συμπληρώνουν το συμβάν. Τα όνειρα των χρωμάτων κάνουν την εμφάνισή τους αφού η χρωματική αυτή πινελιά θα φτάσει μέχρι το τέλος. Θα περάσει τη γέφυρα, θα αλλάξει μεσημβρινούς και θα μείνουμε όλοι θεατές αυτής της φυγής. Κάτι σαν αυτόπτες μάρτυρες, κάτι σαν ταξιδευτές εν κινήσει.

Γιατί πάντα γυρνάμε το χρόνο εκεί που  τα ταξίδια μας είχανε λόγια, πείνα, δίψα και θαυμαστικά, μέσα από πρόσωπα και καταστάσεις και αγγίγματα.  Εκδοχές τους που πάντα  κάτι υπολείπεται ή περισσεύει, παίζουν κρυφτό και κυνηγητό με το τώρα.

Για παράδειγμα, προσπαθώντας να ορίσω πού πάει αυτό το καράβι, ας πούμε, εκεί στο βάθος, υποθέτω ή στον Πειραιά ή στην Τασμανία ή στο Ακρωτήρι Καλής Ελπίδας. Μπορεί και στις ακρογιαλιές δειλινά του Τσιτσάνη να ‘ναι η ρότα του ή σε κάποια άλλη στροφή τραγουδιού ή γραφής ή άγραφης στιγμής. Που, εδώ που τα λέμε είναι άπειρες οι εκδοχές, απόψεις, πινελιές, εικόνες για τα ηλιοβασιλέματα και ό,τι τα συντροφεύουν. Και δεν θα σταματήσουνε και να γράφονται και να λέγονται και να ζωγραφίζονται για την χάρη τους μέχρι να ‘ρθουν τα πάνω κάτω αυτού του κόσμου.

Υποθετικά, αν ρωτήσω τους ερασιτέχνες ψαράδες αν τσιμπάει η θάλασσα, οι απαντήσεις και οι αλήθειες  θα ποικίλουν. Ανοίγοντας μια άλλη παρένθεση στις σκέψεις αυτές, σαν φλασιά που  μου ‘ρθε τώρα, όπως λένε και οι νεολογισμοί επικοινωνίας της εποχής ετούτης,  πάω πίσω το χρόνο στον μακρινό μας συγγενή τον Όμηρο. Λέγεται ότι πέθανε στο νησί της Ίου, όπου στάθμευσε το πλοίο που τον πήγαινε στην Αθήνα, από στενοχώρια, επειδή δεν κατάφερε να λύσει το αίνιγμα με το οποίο  του απάντησαν ψαράδες όταν τους ρώτησε αν έπιασαν ψάρια. Γιατί του είπαν το εξής: «οσσ´ ελομεν λιπόμεσθα, ος ´ουχ έλομεν φερόμεσθα», δηλαδή «όσα πιάσαμε -δηλαδή όσες ψείρες έπιασαν- τα αφήσαμε, όσα δεν πιάσαμε τα κουβαλάμε, τα έχουμε πάνω μας».  Βέβαια δεν είναι ένα το αίνιγμα για το τέλος του Ομήρου. Κλείνει η παρένθεση.

Και η  Ίος έχει ωραίο ηλιοβασίλεμα και η Ροδαυγή που βλέπει τα Τζουμέρκα και τον Αράχθο και η Μονεμβασιά πάνω στο κάστρο της και τα Γιάννενα, που καθρεφτίζονται στην λίμνη με τα χρώματα του ηλιοβασιλέματος και η Σαμοθράκη με το βουνό της το  Φεγγάρι και η Μήλος με τις σπηλιές της και το Πήλιο και ο κάθε τόπος με τις ομορφιές που τον περιβάλλουν, υπάρχουν αλλά και οι ώρες και στιγμές του καθενός που θα ‘χει την ευκαιρία και το χρόνο να απολαύσει το τέλος της ημέρας -το πιο ενδιαφέρον τέλος στα δρώμενα του καιρού και της ζωής, που σαν τελεία και παύλα κρατάει ελάχιστα μα οριστικά…- λίγο πριν την  έλευση της νύχτας, έχει ενδιαφέρον.

Μα το ταξίδι του ηλιοβασιλέματος, εκεί που το φως απλώνεται, εκεί κουρσεύει και τη νύχτα και τη ματιά. Όλα τα χρώματα κωπηλατούν και οι φιλοξενούμενοι ένοικοι της στιγμής φωτογραφίζουν την εικόνα, πιάνουν τη λεπτομέρεια, ζουμάρουν την πινελιά τού κάθε χρώματος.  Είναι αυτό που λένε ό,τι  βρίσκεται στο ίδιο μήκος (και πλάτος και βάθος) κύματος με τα δρώμενά τους.  Καμία απόσταση δεν είναι μακρινή και με ένα-δύο κλικ να και το αποτέλεσμα. Ο ενικός του βλέμματος θα φιλτράρει αργότερα τη συλλογή των εικόνων κατά το δοκούν. Θα βρει την πιο καλή πόζα και με το άγραφο γράμμα τού μηνύματος της οθόνης και των εφαρμογών, θα σταλθεί δεξιά κι αριστερά.

Είναι η εποχή του γρήγορου, των πραγμάτων και των εικόνων και που το καθετί τους φτερουγίζει -για άλλους κελαηδάει, τιτιβίζει- και χωρίς να το πάρεις χαμπάρι περνάει τόπους, τοίχους, τύχες που κανένα ηλιοβασίλεμα δεν το σταματάει.

Πιο δίπλα και πιο κάτω το ίδιο σενάριο από τους επισκέπτες της ώρας αυτής επαναλαμβάνεται.

Κάπου, όμως, σε κάποιο παραπέρα των στιγμών και των λέξεων, όταν το ηλιοβασίλεμα φύγει εντελώς από τη σκηνή  των ματιών και η νύχτα ρίχνει δίχτυα, τότε κάποια άλλα ξέφωτα και με άλλο ρυθμό, φτιάχνουν άλλη παράσταση. Και στον ήλιο μοίρα για να μην έχουμε και στο αν η φτώχεια θέλει καλοπέραση, θα αιωρείται ο χρόνος των συμπερασμάτων αυτών και από ηλιοβασίλεμα σε ηλιοβασίλεμα  οι νύχτες θα κάνουν ταμείο και ισολογισμούς, με το λιγοστό των στιγμών που απομείνανε εντός μας ως παράπονο, ταξίδι, καημό και χρώμα.

Μέχρι να πούμε και το νερό νεράκι -για πολλούς βέβαια λόγους και σε όποιο σημείο του πλανήτη η κουβέντα και τα «θα» περί  κλιματικής αλλαγής, για το νερό, τα δέντρα, τα βράχια δίνουν και παίρνουν – όλο και κάποια υπόσχεση ηλιοβασιλέματος ελαχίστου χρόνου θα μας ξεδιψάει. Λεπτομέρειες των χρωμάτων του, που η αλήθεια τους πλέει σαν το λάδι στο νερό, θα βγαίνουν στο αφρό  και θα ξεμυτίσουν εκεί που δεν το περιμένει κανείς.  Με το δελτίο καιρού  και την καλή θερμοκρασία  των στιγμών του, όχι από συμφέρον και ανία, θα φτιάχνουμε προτάσεις και ταξίδια. Σε κάποια άλλη στροφή του χρόνου, ένα άλλο ηλιοβασίλεμα μας συναντάει.

 


 

[Χρήστος Νιάρος – Ας γνωριστούμε]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη