“Ευτυχία”, γράφει η Μαριάννα Γληνού

Πόσο μακριά, πόσο βαθιά πάει κανείς με την αγάπη; Πόσο τυφλά; Σώζει η αγάπη; Όσους την σηκώνουν μπαϊράκι ή όπως κι αν έχει;

Αν είναι, αγάπη μου, να σωθεί κάποιος, σώζεται. Και πού ’σαι;  Μονάχος του.

Κλεισμένα τείχη κι αμπαρωμένες καστρόπορτες, ζωντανές, παλιωμένες, ξεφτισμένες  αγάπες, μικρές ή μεγάλες αναμνήσεις,  ωραιοποιήσεις στιγμών, ξύλα ξεβρασμένα, μπουχτισμένα θάλασσα κι αλμύρα, όλα τα μασάει η σωτηρία. Μια ζωή με το ίδιο πάσχισμα! Να σωθείς! Και μέσο; Η αγάπη.

-«Μ’ αγαπάς;» Δεν θα ρωτούσε ξανά. Όπως δεν θα ονομάτιζε αλλιώς την αίσθηση που αποκτούσε για τα πράγματα και τους ανθρώπους  για να μπορεί να κυλάει η ζωή. Δεν χρειαζόταν, ήταν απλά χάσιμο χρόνου και σπατάλη, να περιμένει να βάλουν τη βούλα εκατό και τόσοι προεστοί για να έχει αξία η προσωπική της ματιά κι οι διαπιστώσεις της. Άλλωστε, με αυτή μας τη προσωπική στάση δεν φτιαχτήκαμε για να πορευτούμε; Για αυτό το βαθύτερο εσώτερό μας, δεν ποθήσαμε ν’ αγαπηθούμε;

Μέχρι να φτάσει στο σημείο της αλαζονείας  του αλάνθαστου είχε δρόμο ακόμα. Στην τελική, με όποιον τρόπο, όλοι πάντα θα είχαν κάτι να πουν.  Να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν, να γράψουν μια μικρή υποσημείωση, μια παραπομπή, μια παραλλαγή, έναν άλλο τρόπο εκφοράς του λόγου, ένα κάτι, τέλος πάντων. Κι όχι, καθόλου δεν είχε αποφασίσει να πάψει ν’ ακούει. Από φτιάξιμο, είχε συνηθίσει να πιάνει μια κουβέντα και να την αναλύει τόσο, που όσο κι αν λανθασμένη να ήταν η ανάλυση, κάπου πιο βαθιά την οδηγούσε. Δεν ήταν λάθος αυτό το βαθιά. Δεν είχε ψευτιά. Ήταν καθαρό. Και πικρό. Σαν την αλήθεια.

Στη ζωή και στην πολιτική όμως, καθώς και στον πόλεμο την ώρα της μάχης, καθένας κατά βούληση. Την ετυμηγορία την ακούει καθένας μονάχος του. Δεν έχει ταίρια εκεί. Ούτε, κράτα με αγάπη μου απ’ το χέρι, σκέπασέ με,  κρυώνω, χτύπησα και πονάω, φοβάμαι κι ελπίζω. Έχει τελειώσει ο φόβος. Κι έχει έρθει ο τρόμος!

Σε βαθιά περισυλλογή είχε πέσει μεσημεριάτικα, αφορμή  πάλι αυτή η αίσθηση του πρέπει της, συνάμα με την άλλη, αυτήν της φυγής. Μουλάρα, ξεροκέφαλη, αγρίμι, στο θέαμα του προσωπικού της αταίριαστου, άρχισε να τρέχει. Αν κλαδιά έσκιζαν το δέρμα, έφευγαν πίσω της με την ιλιγγιώδη ταχύτητα που έτρεχε η ψυχή της ανθισμένες μυγδαλιές, φρέζες και μανουσάκια ανθισμένα, ροδιές που περιμέναν την άνοιξη, πουλιά που συνέχιζαν το γύρεμα μικρών ψίχουλων κατά λάθος ριγμένων στους δρόμους, δεν είχε καμιά σημασία…

Σκλήραινε το πρόσωπο αλλά από μέσα της έκλαιγε ένα βαθύ κλάμα, αυτό της λανθασμένης εκτίμησης που στο τέλος κατέληγε στην ίδια αντίδραση. Της προσωπικής της διαγραφής.

Κι όμως. Εκεί δεν ήταν το τέλος. Όλα , το ήξερε καλά, συνεχίζονται και θα συνεχίζονται και χώρια μας. Ήταν μεγάλη αλαζονεία να απαιτούμε το αντίθετο ή ακόμα και να μην εκτιμάμε και να αξιολογούμε όσο της πρέπει ετούτη τη δύναμη της ζωής. Ανεξάρτητα από τα δικά μας ευγενή ή μικροπρεπή συναισθήματα, η ζωή, κυλάει τον δικό της παντοτινό δρόμο. Αέναος κύκλος. Οι άνοιξες, τα πρωινά κελαηδίσματα των πουλιών, το παραπονιάρικο γάβγισμα ενός μικρού κουταβιού αφημένο σε κάποιο μπαλκόνι, να κλαίει την ανάγκη του για χάδι κι αγάπη, το μαύρο σύννεφο να κρέμεται από πάνω μας χειμώνα καιρό και να ξέρουμε πως θα φέρει βροχή, το πράσινο, μπλε, κυματένιο της θάλασσας, όλα,  όσο είναι ζωή, εκεί θα είναι και χώρια μας. Κι ας φέρνουν μαζί τους κι αντίο. Γιατί κανενός μας ο χρόνος δεν νικά τη ζωή.

Τι κι αν στην ουσία ήταν ένα αραχνοΰφαντο πέταλο από ένα άνθος μυγδαλιάς; Ποιος πρόλαβε να το δει, καθώς το ‘παιρνε το ελαφρύ αεράκι που φυσούσε; Ποιος το κράτησε στα χέρια του με φόβο μην και το πονέσει; Ποιος κοίταξε  το βαθύ του ροζ ; Ποιος ένιωσε τη δροσιά του; Ποιος έκλαψε το μαρασμό;

Γι’ αυτό, σου λέω αγάπη μου. Με την αγάπη, κανείς πάει πολύ μακριά. Τόσο, όσο δυνατή είναι η ψυχή του. Όσο καθαρή είναι η ματιά του. Η ζωή, αυτή είναι, πάντα, μια άλλη υπόθεση!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη