«Δυο κουβέντες για εισαγωγή, στην πολιτεία εδώ», ένα αφήγημα του Χρήστου Νιάρου

Παράξενες οι πολιτείες της θάλασσας. Όλοι οι φιλοξενούμενοί της στιγμιαία γίνονται καραβοκύρηδες. Ταξιδιώτες μικρών και μεγάλων αποστάσεων, πάντα επιστρέφουν, πάντα φεύγουν, από κάτι που ζουν και από κάτι που φαντάζονται. Οι ρόλοι, μεταξύ μας, δεν είναι απόλυτα δομημένοι και πεντακάθαροι. Είναι όμως ρόλοι. Δεν είναι η σκηνοθεσία, ούτε και το σενάριο το ίδιο για όλους.

Με  άγνωστες λέξεις οι ρόλοι μαθαίνουν στα λόγια τους  την ανάλογη κίνηση ξανά και ξανά. Κομπάρσοι και πρωταγωνιστές φωτογραφίζουν την στιγμή και αυτό το δικαίωμα είναι για όλους αναφαίρετο. Λες και διαβάζουν τους χάρτες καλύτερα από τους γνώστες των σινιάλων των βιβλίων και των μεγάλων διαδρομών και τους φέρνουν στα μέτρα τους. Αλλά και στων εκπλήξεων τα δρώμενα δίνουν παρών.

Με τον καιρό μαθαίνεις και τα κατατόπια της αλμύρας και πού γίνονται και πού πιάνουν τα καλύτερα δολώματα. Μαθαίνεις από το άγνωστο και το άπειρο. Έχουν δε και το μαγικό ραβδάκι που αλλάζει το καθετί του στο άψε σβήσε.  Και εννοείται ότι κάπου και σένα σε ακουμπάνε. Όπως και να ‘χει, όμως, το κύμα της θαλάσσιας κυκλοφορίας  πηγαινοέρχεται. Όπως και οι ειδήσεις και τα μαντάτα της ημέρας στο αυτί και στο μάτι, μόνο για το λίγο, ξεφυλλίζονται και μένουν.

Άλλες φεύγουν,  άλλες ξεμακραίνουν, άλλες επαναλαμβάνονται. Όπως και οι άνθρωποι και οι παρέες και οι μοναξιές τους.  Όλα σε παραλληλισμούς και γωνίες θέασης. Για το καλύτερο και προς αποφυγή εκπλήξεων, μιας και η θαλάσσια οδός δεν είναι μόνο του περπατήματος, τα στιγμιαία των λέξεων μονίμως αλλάζουν συντεταγμένες και ηχώ.

Aspen dale, half moon.

Μερικές από τις πολλές συνιστώσες της παραλιακής, στην πόλη τούτη. Σύνορο και αφετηρία καλοκαιρινών προορισμών. Και μια θάλασσα, ωκεάνια απόλαυση,
άγνωστη και ταξιδιάρα, ανοίγεται μπροστά σου. Δεν ξέρω αν μπορείς να την πιείς στο ποτήρι, αλλά καλή, πολύ καλή μου φαίνεται αυτή την στιγμή. Με αλμύρα και άσπρη άμμο. Αυτή βλέπω τώρα. Την ζέστα της και το όνειρό της αγναντεύω και συντροφεύω.

Πολύ λίγα πράγματα γνωρίζω για την περιοχή. Μα αυτό εικάζω δεν είναι το ζητούμενο. Το τι υπάρχει και το τι φέρνει το κύμα δεν θα το ορίσω, ούτε θα του προτείνω να γίνει καλύτερο.

Μιλάω ως επισκέπτης  και τυχαίος παρατηρητής. Ως φιλοξενούμενος του χώρου  των λέξεων απολαμβάνω τις εναλλαγές του. Με ένα χώρο που συνεχώς διευρύνεται, ανοίγει με καλοσύνη και με καιρό μελιστάλαχτο στου χρόνου το ελάχιστο, κουβαλάει το είναι και τις σελίδες του. Μονολεκτικά και με τις διπλανές ματιές και με κουβέντες τους συμπορεύεσαι.

Όσο αυστηρό και να ‘ναι το αεράκι, από κάπου απέναντι θα ‘ρχεται φαντάζομαι, το λέει και η ομήγυρις, είναι μια δικαίωση. Παραμένει όμως θρόισμα καλόγνωμο σε αυτή την μάζωξη σωμάτων και στιγμών. Μια απόλυτη ψευδαίσθηση, που δευτερόλεπτο το δευτερόλεπτο, γίνεται πιο πειστική.  Ένα είδος αρμονικής συνύπαρξης. Μια γωνιά αμμουδιάς, ένα κομμάτι χώμα αλμυρό, αναλογεί σε όλους. Και οι στιγμές που μπαρκάρουν και επιστρέφουν, βρίσκουν κουράγιο να λένε ιστορίες.

Σε πρώτο πρόσωπο, οι μετέωρες αναζητήσεις των γλάρων σταθερή επωδός του τοπίου στο τραγούδι των κυμάτων γίνονται σεκόντο. Μάλλον κάποια σακούλα φαγητού μύρισαν. Αμέσως καταλαβαίνουν την παρουσία σου. Μέχρι η κουστωδία τους να αποκτήσει σάρκα και οστά, έχουν πάρει θέση αναμονής. Οι μυρουδιές τραβάνε στεριανούς και τους ανοίγουν στα μακρινά. Και αντιστρόφως εικάζω το ίδιο γένεται. Απέναντί σου ή απέναντί τους όλα παιγνίδι. Όλοι στο περίμενε. Στο διακύβευμα της κατάλληλης στιγμής, ματιά την ματιά, χέρι με χέρι, και τα υπόλοιπα γίνονται σε ανυποψίαστο χρόνο.

Ποιος θα κάνει την πρώτη κίνηση; Δεν υπάρχουν περιθώρια για δεύτερες σκέψεις. Είναι σαν τις ιστορίες στο φτερό. Ή το ‘χεις, ή δεν το ‘χεις, με την πρώτη τους παρουσία τις κατανοείς. Αρπακτικές και πάντα έτοιμες, οι ματιές ακούνε. Χωρίς πολλά περιθώρια αναστοχασμών και συζητήσεων. Και η ματιά του ιδρώτα ταξιδεύει, μια από εδώ μια από κει. Όπως και των χρωμάτων οι κραυγές και οι σπασμοί.

Αναλόγως των περιστάσεων και θέασης, αυτά τα σπαράγματα χρωματισμών, φτιάχνουν καμπύλες και ευθείες, παίζοντας μαθηματικά και γεωγραφίες ασύλληπτες  δοκιμάζονται.  Κάπου εκεί θα ‘ναι αυτή η γειτονιά, κάπου εκεί ή δίπλα σου έγιναν αυτά και εκείνα. Μονολογεί ο ρόλος σου και φτιάχνει γειτονιές στο χρόνο των λέξεων. Και ενώ τα φύκια θα χαϊδεύουν τα βράχια, στις πλάτες μιας κορυφογραμμής ηλιοβασιλέματος, οι αυλακιές του κόκκινου με τα κίτρινα σημεία αποχρώσεων, θα ανοίγουν την παράσταση του ουρανού, σε άλλη τους ενότητα. Δεν κάνω περιγραφή του θεαθήναι. Κοιτάω ό,τι με κοιτάει. Όσο μπορώ το δικαίωμα τούτο το εξαντλώ και με καινούργιους ρόλους φτιάχνεται η στιγμή της θεματικής του έργου.

Στην δε σκάλα του ανεβοκατεβαίνουν τα κύματα που περισσεύουν. Θα πει κανείς από δω ή από κάπου απέναντι ήρθαν οι καραβιές και οι ελπίδες αλλοτινών εποχών και ηλικιών.  Αρκετοί που ήρθαν για το λίγο, των πέντε δέκα χρόνων και μείνανε παραπάνω, συνηθίσανε, ρίξανε άγκυρες στο χώμα και στην νοσταλγία. Σωστά. Όλα σωστά.

Ο ουρανός και ο ωκεανός τα ξέρουν όλα αυτά. Ούτε όμως έμεινε ίδιος από τότε, ούτε κι εσύ. Με τα λόγια σου  και τα έργα σου γίνανε όλα αυτά. Τώρα, λοιπόν, που τα κύματα ανοίγονται μπροστά σου, ποιο όνειρο ζητάει ελπίδα; Και ποια λέξη θα ‘ρθει να σου φέρει το γλαροπούλι και το αεράκι;

Με τον καιρό, η ψευδαίσθηση του παρόντος γίνεται πιστευτή, πειστική και το αεράκι, δεξιά και αριστερά ανοίγει τα δικά του πανιά. Κέλυφα βοτσάλων σιωπηλά, νύχτα συνειρμών, σπαράγματα ψυχής, και η αλήθεια, δηλαδή η μη λήθη, επανάληψη του παρόντος.  Με των επιφωνημάτων τις σιωπές ταξιδεύει η κάθε σου βουτιά. Τα χέρια σου φτερά ανοιχτά  αγκαλιάζουν την στιγμή.  Και βήματά σου στην αλμύρα κατοικούν προσωρινά και μόνιμα.

Ο καιρός βεβαίως, Ωκεάνιος μπαινοβγαίνει στους κολπίσκους με την δικιά του χάρη και φωνή. Έχει όμως τον δικό του νόμο και το προφορικό του πρόσχημα γίνεται δεδομένο και όριο. Το μέχρι πού θα πας είναι ζητούμενο σημαντικότατο. Οι  Μικρές όμως υπερβάσεις της στιγμής αυτοσχεδιάζουν με τον δικό τους τρόπο. Τα άλλα, είναι ντυσίματα και θερμοκρασίες στα λόγια. Και έτσι αρχίζεις να λες τις λέξεις και τις συνταγές τους.

Εκτυφλωτικά τα φώτα πορείας της πόλης ανοίγουν τα μελλούμενα της νύχτας.  Εκεί, γίνονται άλλες εικόνες και τρολαρίσματα. Από το οποίο ταξείδι της άμμου, κάθε κόκκος κουβέντας έχει αφήσει τα ιδιαίτερα του αποτυπώματα, ιστορία και πρόσωπο, χαραγμένο στο μέσα μέσα του δρομολόγιο. Μια εισαγωγή προκαταρκτικών, κυμάτων και στοχασμών, μέχρι την τελευταία ρανίδα στις σελίδες του χρόνου, έχει και φτιάχνει ακόμη δρόμους. Φιλοξενούμενοι και αγνώστου προέλευσης ταξιδευτές, λέμε και δύο κουβέντες, παραπάνω ή παρακάτω, μια στην μια γλώσσα και μια στις λέξεις για να λέμε.

Μελβούρνη 2022

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη