«Γιόκο Ογκάουα», γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Yoko Ogawa / Μικρό βιογραφικό

Η Yoko Ogawa γεννήθηκε το 1962 στην Οκογιάµα της Ιαπωνίας και σήµερα ζει στο Χιόγκο. Από τις σηµαντικότερες σύγχρονες συγγραφείς της χώρας της, έχει τιµηθεί µε όλα τα σηµαντικά λογοτεχνικά βραβεία της Ιαπωνίας. Κείµενά της έχουν δηµοσιευτεί στα περιοδικά New Yorker, A Public Space και Zoetrope. Έχει γράψει, µεταξύ άλλων, το «Άρωµα πάγου», το «Ξενοδοχείο Ίρις», τον «Παράµεσο» και το  «Η αστυνομία της μνήμης».

Αναλύοντας την Ogawa Συγγραφικό ισοζύγιο

Η Ogawa έχει πολλές αρετές ως συγγραφέας. Συνδυάζει τρομερές -μα τρομερές ιδέες- στην πλοκή της με εξαιρετικά μυστήριους και περίεργους χαρακτήρες. Αυτό το κομποζάρισμα εξιτάρει τον αναγνώστη, που και να θέλει δεν μπορεί να απεμπλακεί από τα βιβλία της. Ακόμα και οι ανικανοποίητοι, οι αρνητικά προδιατεθειμένοι απέναντί της, αυτοί που διαλαλούν ότι θα κάνουν χαρακίρι, γυρνούν βασανιστικά τις σελίδες να καταλάβουν επιτέλους «πού το πάει η άτιμη πάλι;» Και όλα αυτά θα περίμενε κανείς να διενεργούνται με μια εξίσου περίεργη γραφή. Και όμως. Η  Ogawa έχει απίστευτα απλή και κατανοητή γραφή με ελάχιστα επίθετα, χωρίς λογοτεχνικές ακροβασίες και φιλολογικούς καλλωπισμούς.  Μίνιμαλ είναι σίγουρα ο σωστός χαρακτηρισμός.

Οι ήρωες της Ogawa  δεν μιλούν πολύ, πράττουν, όπως και η συγγραφέας δεν αναλύει, αλλά δείχνει  με κλιμακούμενη  ένταση.

Στα περισσότερα έργα της δεν υπάρχει χρόνος, ούτε καθαρός τόπος διεξαγωγής της δράσης. Κινείται δηλαδή στα όρια του παραλόγου, φροντίζοντας όμως επιμελώς να τροφοδοτεί τις ιστορίες της με αρκετές δόσεις ρεαλισμού (πολλές φορές με σημασία στη λεπτομέρεια) για να εξιτάρει τον αναγνώστη. Για αυτό το λόγο η πανούργα «γκέισα» εμπλέκει σε πολλά από αυτά τα μαθηματικά, για να «σπάσουν» λίγο το μεταφυσικό τείχος και τους «φράχτες» του παραλόγου, που αρέσκεται να αναπτύσσει.

Φαίνεται να έλκεται από την επιστήμη των μαθηματικών και να τηρεί με ευλάβεια την τάξη, τις φόρμουλες και τους κανόνες αυτών στα ίδια της τα γραπτά. Προσεγμένα, με τάξη, αρμονία, με παραδοχές και αποδείξεις ευθείες ή δια της τεθλασμένης ή δια της ατόπου απαγωγής. Με πολλά στοιχεία γκροτέσκο, αλληγορίας, φαντασίας και σουρεαλισμού.

Είναι αλήθεια πως ότι έχω διαβάσει από ιαπωνική λογοτεχνία μοιάζει το ένα βιβλίο με το άλλο. Κάποιοι θα πουν πως έχουν όλα επιρροές από τον Μουρακάμι. Εγώ πιστεύω πως οι συγγραφείς δεν μπορούν να ξεφύγουν από την Ιαπωνική νοοτροπία και κουλτούρα. Κρατάνε μέχρι σκασμού το συναίσθημα μέσα τους, πουθενά δεν πρέπει και τελικά πουθενά δεν βρίσκει διέξοδο, δεν ξεχειλίζει.

Στο «Άρωμα Πάγου» η Ogawa δεν αφήνει σε κανένα σημείο την ηρωίδα της να θρηνήσει το χαμό του αγαπημένου της. Το ίδιο πράττουν και η μητέρα και ο αδελφός αυτού.

Στο «Ξενοδοχείο Ίρις» μόνο από την υπόθεση περιμένεις 9 1/2 εβδομάδες, διαστροφή και έναν έρωτα δίχως όρια και η συγγραφέας απαλύνει την ατμόσφαιρα κάνοντας μαγικά όχι στον έρωτα αλλά στη γραφή της, για να περάσει όλο αυτό χωρίς να προκαλέσει, τουλάχιστο στο βαθμό που μας προδιαθέτει από την αρχή, αφού ο παράλογος έρωτας δεν είναι άμεσος (παρά το σαδομαζοχιστικό περιβάλλον και την όποια σκληρότητα, δεν περιγράφεται άμεση ερωτική επαφή) αλλά κεκαλυμμένος.

Ομοιότητες εδώ (εκτός από τις 50 Αποχρώσεις του Γκρι, μόνο όμως στο σαδομαζοχιστικό κομμάτι) θα βρείτε με «Το κλειδί» του Τανιζάκι, όπου εκεί ο συγγραφέας εξατμίζει τις ανήθικες πτυχές των δύο συζύγων μέσω επιστολών που ανταλλάσσουν, μη γνωρίζοντας ότι θα διαβαστούν.

Δεν είναι εύπεπτα ούτε αρκετά θελκτικά τα βιβλία της. Όμως όποιοι την έχουν διαβάσει θα βρουν συνδέσεις σε αυτά που θα πω παρακάτω.

Καταρχάς δεν  πραγματεύεται ένα μόνο θέμα. Στον «Αγαπημένο μαθηματικό τύπο του καθηγητή» έχουμε μαθηματικά, μπέιζμπολ και μια βαθιά φιλία.

Στο «Άρωμα πάγου» έχουμε την απώλεια, τις μνήμες, τα μαθηματικά και την μητρική αγάπη στο όριο της καταπίεσης.

Στο «Ξενοδοχείο Ίρις» δύο πονεμένοι συναισθηματικά άνθρωποι με διαφορά ηλικίας εισέρχονται σε ένα σαδομαζοχιστικό παιχνίδι για να πονέσουν και σωματικά χάνοντας κάθε ίχνος ηθικής, αξιοπρέπειας και περηφάνιας. Η μοναξιά και η απέχθεια των πρωταγωνιστών για τον ίδιο τους τον εαυτό κινητήριος μοχλός σε ό,τι ακολουθεί στις σελίδες αυτού του σκληρού βιβλίου, ειδικότερα για τη μικρή Λολίτα, που δεν είναι τυχαίο πως έχουν πεθάνει όλοι οι άνδρες συγγενείς και δεν έχει υπαρκτό ανδρικό πρότυπο να στηριχτεί.

Και στην «Αστυνομία της μνήμης», ένα δυστοπικό μυθιστόρημα που αν και γράφτηκε πολλά χρόνια πριν, μοιάζει επίκαιρο, μιλώντας για την απουσία συλλογικής συνείδησης και μνήμης, την απουσία αντίστασης απέναντι σε καθεστώτα και πολιτικές που μας κοιμίζουν και μας μανιπουλάρουν με τρόπο σκληρό και υπόγειο.

Όλοι οι ήρωές της έχουν μυστήριο. Κανέναν, μα κανέναν, δεν μπορείς να κατανοήσεις απόλυτα, όλοι έχουν μια ασάφεια μία κρυφή πλευρά που ούτε στο τέλος την ανακαλύπτεις και αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό της που την κάνει να ξεχωρίζει.

Επίσης αν και είμαι σίγουρος πως το 70% των αναγνωστών δεν γουστάρει τα μαθηματικά και κανένας εκ των καθηγητών μας στο σχολείο δεν κατάφερε να τα κάνει λιγότερο φοβιστικά, η Ogawa, μέσα από τις σελίδες των βιβλίων της, πετυχαίνει να τα εντάξει και εμείς όλοι να νιώθουμε εντάξει.

Όταν τελειώνεις βιβλίο της νιώθεις κάπως μουδιασμένος. Δεν είσαι απόλυτα σίγουρος αν το απόλαυσες ή απλά το ολοκλήρωσες με συμπάθεια. Δεν  βιάζεσαι να το επικοινωνήσεις σε βιβλιοφιλικά site  και πλατφόρμες. Εάν σπεύσεις να το κάνεις η βαθμολογία σου θα είναι μέτρια. Με την πάροδο του χρόνου το χωνεύεις, καταλαβαίνεις όλο το νόημα και -το κυριότερο- το θυμάσαι ακόμα. Μετά ξαναμπαίνεις στο goodreads -ας πούμε- και βάζεις τα πέντε αστέρια σου.

Τέσσερα με πέντε αστέρια και από εμένα για την Ogawa. Με την πλοκή, τα μαθηματικά και τα μεταφυσικά της, σου εξασκεί το μυαλό, δεν το αφήνει να ηρεμήσει σε καμία σελίδα. Είναι σαν εραστής που σου κάνει mind game συνέχεια, άσχετο που στα περισσότερα έργα της δεν προχωρά και σε πρακτική άσκηση.

Δεν χρησιμοποιεί πουθενά την ίδια μανιέρα. Μεταλλάσσεται, δοκιμάζει πράγματα, ρισκάρει, τρώει τα μούτρα της ίσως κάποιες φορές, αλλά ξανασηκώνεται με πυγμή και περισσότερο λογοτεχνικό πάθος. Και αυτός είναι για μένα ο ορισμός του καλού συγγραφέα. Τελεία.

Τα έργα μιλάνε, όχι τα λόγια

ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ ΙΡΙΣ

Η Μαρί και η μητέρα της έχουν ένα ξενοδοχείο Ίρις σε μια παραθαλάσσια κωμόπολη. Ταπεινό αλλά φροντισμένο, είναι συνήθως γεμάτο. Όπως κάθε βράδυ, η Μαρί κρατάει τη ρεσεψιόν. Οι πελάτες του ξενοδοχείου κοιμούνται ήσυχα. Η ηρεμία ξάφνου διακόπτεται από κραυγές. Μια γυναίκα βγαίνει από το δωμάτιό της βρίζοντας σκαιότατα τον άντρα που τη συνοδεύει. Η Μαρί εντυπωσιάζεται από τη σκηνή, και ασυνείδητα ευαισθητοποιείται από την κομψότητα και τη διακριτικότητα αυτού του ηλικιωμένου άντρα που τον κατηγορούν δημόσια για τις χειρότερες σεξουαλικές παρεκκλίσεις. Λίγες μέρες αργότερα τον συναντά σ’ ένα κατάστημα. Ο άντρας παραξενεύει και γοητεύει τη νεαρή. Από περιέργεια ή έλξη, θα τον ακολουθήσει. Αθώα ή έχοντας βαθιά συνείδηση της τρομακτικής ομορφιάς της, η άμωμη έφηβη εισέρχεται στην αρένα του πόθου. Οι εξοικειωμένοι με το έργο της Ogawa και τον ανησυχητικό κόσμο της δυσφορίας που χτίζει με δεξιοτεχνία, εισέρχονται αυτή τη φορά σε μια ιστορία έρωτα χωρίς όρια, πολύ πέρα από την υπαινικτική ατμόσφαιρα που διαπότιζε τα προηγούμενα βιβλία της (Ο παράμεσος, Η πισίνα των καταδύσεων / Ο κοιτώνας / Ημερολόγιο εγκυμοσύνης, Εκδόσεις Άγρα 2002 και 2003). (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

ΑΡΩΜΑ ΠΑΓΟΥ

Με το θάνατο του συντρόφου της, η Ρυόκο συνειδητοποιεί ότι δεν ήξερε τίποτε γι’ αυτόν. Ο νεαρός άντρας, ονόματι Χιρογιούκι, αρωματοποιός το επάγγελμα, αυτοκτόνησε στο εργαστήριό του, όπου παρασκεύαζε εξαίσια αρώματα χρησιμοποιώντας τόσο την απαράμιλλη μνήμη του όσο και τις επιστημονικές του γνώσεις. Επιστρέφοντας στον τόπο του δράματος, η Ρυόκο ελπίζει ότι θα καταλάβει τα αίτια της απεγνωσμένης αυτής πράξης, ωστόσο το μόνο που βρίσκει είναι μερικές αινιγματικές φράσεις γραμμένες σε μια δισκέτα. Ανίκανη να πενθήσει τον αινιγματικό αυτόν άντρα, η Ρυόκο ανασυνθέτει με αργούς ρυθμούς το παρελθόν του. Θα ανακαλύψει ότι ο Χιρογιούκι στην εφηβεία του, δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, είχε βρεθεί στην Πράγα ως μαθηματική ιδιοφυΐα και εκεί, στην πόλη αυτή, η μνήμη και τα αρώματα θα αποκτήσουν τον συνδετικό ιστό τους.
Στο μυθιστόρημα αυτό η συγγραφέας δομεί ένα γοητευτικό έργο όπου τα πρόσωπα ενσαρκώνουν σιωπηλά τον άφατο πόνο της ζωής. Ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό, στο συμβολικό και το ασύνειδο, η συγγραφέας αγγίζει εδώ την καρδιά των ανθρώπινων υπάρξεων, την πηγή της μνήμης τους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

 

Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

Ένας λαμπρός εξηντάχρονος καθηγητής μαθηματικών που, ύστερα από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, ζει με μια βραχεία μνήμη μόλις ογδόντα λεπτών. Μια ευαίσθητη και πανέξυπνη οικονόμος που αφοσιώνεται στη φροντίδα του.
Κάθε πρωί, όταν ο καθηγητής και η οικονόμος συστήνονται εκ νέου ο ένας στον άλλον, ανθίζει μια παράξενη, όμορφη σχέση μεταξύ τους. Ο καθηγητής μπορεί να μη θυμάται τι έφαγε για πρωινό, άλλα στο μυαλό του είναι ακόμα ζωντανές οι κομψές εξισώσεις από το παρελθόν. Μετά από δική του προτροπή, η οικονόμος του γνωρίζει τον δεκάχρονο γιό της. Έτσι ξεκινά μεταξύ τους μια θαυμάσια σχέση. Ο καθηγητής σκαρώνει έξυπνους μαθηματικούς γρίφους -βασιζόμενος άλλοτε στο νούμερο του παπουτσιού της και άλλοτε στην ημερομηνία γέννησής της- και οι αριθμοί αποκαλύπτουν έναν κόσμο ποίησης και καταφυγής τόσο στην οικονόμο όσο και στο γιό της. Με κάθε νέα εξίσωση, οι τρεις χαμένες ψυχές σφυρηλατούν μια στοργή πιο μυστήρια από τους νοητούς αριθμούς και ένα δεσμό που διατρέχει βαθύτερα τη μνήμη. (Από την παρουσίαση της έκδοσης).

 

Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

“Ακόμα κι αν εξαφανιστεί το χαρτί, οι λέξεις θα παραμείνουν”. Καπέλο, κορδέλα, πουλί, τριαντάφυλλο… Σ’ ένα νησί χωρίς όνομα, διάφορα πράγματα χάνονται το ένα μετά το άλλο· αποφασίζεται να εξαφανιστούν από τη ζωή των ανθρώπων και όλοι οφείλουν να τα ξεχάσουν για πάντα. Όσοι δεν συμμορφώνονται κινδυνεύουν να συλληφθούν από την αστυνομία της μνήμης. Όταν μία νεαρή συγγραφέας ανακαλύπτει ότι ο επιμελητής της κινδυνεύει να συλληφθεί -επειδή εκείνος δεν ξεχνά και του είναι πολύ δύσκολο να κρύβει τις αναμνήσεις του-, θα κάνει τα πάντα για να τον σώσει. Μαζί, καθώς ο φόβος και η απώλεια σχηματίζουν ασφυκτικό κλοιό γύρω τους, θα προσκολληθούν στη λογοτεχνία ως τον τελευταίο τρόπο διατήρησης του παρελθόντος. Τι θα γίνει όμως όταν αρχίσουν να εξαφανίζονται και τα βιβλία; Ποιος ξέρει τι θα εξαφανιστεί στη συνέχεια; Η Αστυνομία της μνήμης είναι ένα βιβλίο για τη δύναμη της μνήμης και το τραύμα της απώλειας, μια αλληγορική ιστορία, ένα αιχμηρό σχόλιο για τους σκοτεινούς κρατικούς μηχανισμούς παρακολούθησης και επιτήρησης. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

ΑΤΑΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΟΥ

 

«Τα μαθηματικά έχουν αποδείξει την ύπαρξη του Θεού, γιατί είναι απόλυτα και χωρίς αντίφαση· αλλά και ο διάβολος πρέπει να υπάρχει, γιατί δεν μπορούμε να το αποδείξουμε»

 

«Αλλά δεν είναι κάτι που μπορείς να το εκφράσεις με λέξεις – το να εξηγήσεις γιατί μια φόρμουλα είναι όμορφη, είναι σαν να προσπαθείς να εξηγήσεις γιατί τα αστέρια είναι όμορφα»

 


[Πηγή φωτογραφίας: LIFO]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη