«Βιβλιοπαρουσιάσεις», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

«Τι κάνεις εκεί;»

«Δε βλέπεις; Γράφω. Μα γιατί ρωτάς αφού το βλέπεις; Μήπως στην ερώτησή σου κρύβεται μια υφέρπουσα απαξίωση; Όχι, για να ξέρουμε τόσο τι ρωτάμε όσο και ποια απάντηση αρμόζει».

«Πω πω, τι είσαι εσύ τέλος πάντων;

Ρώτησα, σαν ΤΙ να γράφεις. Γράφεις για να γράφεις ή γράφεις κάτι σημαντικό;»

«Για στάσου, για στάσου. Μήπως τα γραπτά μου θα πρέπει να περάσουν από επιτροπή αξιολόγησης που θα την απαρτίζει ο εξής ένας, δηλαδή ΕΣΥ;»

«Γιατί; Σου φαίνομαι λίγος; Μικρός το δέμας ναι, μα από ποσότητα ΚΑΙ ποιότητα μυαλού Μέγας!!!»

«Και  από μετριοφροσύνη, ε; Δεν το συζητώ σκίζεις… Αντρικός ναρκισσισμός».

«Λέγε ό,τι θέλεις. Αλλά το κριτήριό μου αγγίζει υψηλά standards και αυτή είναι η γνώμη των ειδικών…»

«Των ειδικών που είναι ποιοι καμάρι μου; Ο φίλος σου ο Νώντας και  ο ξάδερφός σου ο Περικλής, αριστούχοι και οι δύο απόφοιτοι της Πέμπτης Δημοτικού; Που λόγω της ευφυΐας τους τούς ικέτεψαν να παραμείνουν στην τάξη αυτή, τρία συναπτά έτη να βοηθούν τα άλλα παιδιά να τα φέρνουν  βόλτα;»

«Γιατί γίνεσαι κακιά; Τι σού κάνανε μωρέ τα φιλαράκια μου; Τα παιδιά πίνουν νερό στο όνομά σου…»

«Νερό που έχει και ολίγον χωλή εντός, ε; ή νομίζεις δεν έμαθα τι είπε ο Νώντας στην παρουσίαση του βιβλίου μου, που ατυχώς υπήρξε αποτυχημένη από απόψεως προσέλευσης κοινού; ’’Δικαιολογώ τον κόσμο, εδώ δεν έχει να φάει και θα σκορπίζει τα ελάχιστα ευρώ του σε βιβλία αμφιβόλου ποιότητος;’’ Το είπε για δεν το είπε το αγαπημένο σου φιλαράκι, που μη τον ξαναδώ μπροστά μου γιατί κι’ εγώ δεν ξέρω τι  Κατίνα θα γενώ και τι θα του σούρω. Αυτό μόνον σου λέω»…

«Μα βρε Λίτσα μου το παιδί δεν εννοούσε ντε και καλά ΕΣΕΝΑ, αλλά τα είχε με αυτή τη μόδα που έχει ενσκήψει εν είδει θύελλας με αυτές τις παρουσιάσεις. Επιδημία σκέτη κατάντησαν και οφείλεις να το παραδεχτείς. Ο κάθε αυτοχριζόμενος ως ‘’συγγραφέας’’ ξοδεύει αγόγγυστα τα ευρώ του στο βωμό της επερχόμενης δόξας, αντί να τα δώσει στον μπακάλη και τον κρεοπώλη του να φάει κανένα φαγάκι της προκοπής που έχει ρέψει, από τη vegetarian diet. ΜΕΓΑΛΟ όνειρο η δόξα κορίτσι μου, πολύ μεγάλο…»

«Συμφωνώ μαζί σου ως ένα σημείο. Καλό το να κυνηγάς ένα όνειρο, μα να έχεις και τις γνώσεις και το ταλέντο να το υλοποιήσεις ΣΩΣΤΑ. Εδώ βλέπουμε τα τέρατα. Η γραμματική και η ορθογραφία, καθημερινώς αυτοκτονούν, και ο συγγραφέας κάνει και τον διορθωτή και τον επιμελητή τού έργου του, για λόγους οικονομίας. Ένας εκδοτικός  οίκος που σέβεται το όνομά του δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο. Άλλο φρούτο  της εποχής και οι ΕΠΙΜΕΛΗΤΕΣ. Με κάτι σεμινάρια μονοετούς φοίτησης, γίνονται όλοι πια ειδικοί. Και διορθώνουν το σωστό γραπτό σου, κάνοντας  λάθη ανεπίτρεπτα, που τα βλέπεις και λες ‘’μα δεν είναι δυνατόν εγώ να έγραψα κάτι τέτοιο’’, πράγμα που το επιβεβαιώνεις βλέποντας το πρωτότυπό σου. Προχειρότητα και των γονέων.

Κάποτε, έμπαινες σε ένα βιβλιοπωλείο, αγόραζες το βιβλίο που σε ενδιέφερε και παράλληλα έμπαινες στον πειρασμό να αγοράσεις και κάνα-δυο ακόμη που σου συνέστησε ο διαβασμένος και μορφωμένος υπάλληλος, τη γνώμη του οποίου σεβόσουν απόλυτα. Ήταν και αυτό μέρος της ιεροτελεστίας που προηγείτο της ανάγνωσης. Σήμερα έχουμε τις παρουσιάσεις. Παίρνεις παραμάσχαλα τα αντίτυπά σου και τα πας εκδρομή σε πόλεις και χωριά που νομίζεις ότι θα βρεις αγοραστές μετά την καμπάνια την διαφημιστική που προηγήθηκε. Δηλώνουν ή υπόσχονται ότι θα έρθουν στο event σου καμιά 100ριά νοματαίοι. Να μην έχεις μαζί σου 150 αντίτυπα καλού κακού; Τόση διαφήμιση σου έγινε από το διαδίκτυο κυρίως. Τα 2/3 εξ αυτών να αγοράσουν το πόνημά σου, έβγαλες τα έξοδά σου και θα έχεις και κάποιο κέρδος τελικά.

 Έρχεται ή ώρα της περιβόητης παρουσίασης που θα κάνει καλό στο βιβλίο σου και αντί εκατό ατόμων έρχονται δέκα που αν αφαιρέσουμε τον εαυτό σου και τον σύζυγο, μένουν…

Και από αυτούς τους 8 ζήτημα αν πάρουν το βιβλίο σου οι 4. Οι άλλοι μισοί  δηλώνουν ανερυθρίαστα και γενναιόδωρα ότι ΘΑ ΤΟ ΔΑΝΕΙΣΤΟΥΝ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ. ΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ, ΚΑΠΩΣ ΘΑ ΤΑ ΒΟΛΕΨΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, για να έχουν τη  χαρά να σου γράψουν την κριτική τους στο διαδίκτυο!!!

Και γεμίζει η σελίδα σου με like, με ΜΠΡΑΒΟ με ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ και φτάνεις κάποια στιγμή να την ψωνίσεις για τα καλά και να αναρωτηθείς ‘’βρε λες να ζητήσω από τον εκδοτικό μου να δηλώσει την υποψηφιότητά μου στην Ακαδημία ΑΘΗΝΩΝ;’’

ΑΧ… ΑΧ… ΑΧ …

Το μόνο ίσως καλό από την όλη ιστορία, είναι ότι το τιράζ έχει κατέβει από τα 1.000 που κατά κανόνα ήταν, σε 200 στην καλύτερη περίπτωση έως 100 στην υποφερτή. Και έτσι αποφεύγουμε την βαρβαρότητα της πολτοποίησης που προσωπικά με πονάει σαν να σκοτώνω τα νεογέννητα παιδιά μου.

Και αρχίζεις και μετράς φίλους ξεχασμένους και μακρινούς  συγγενείς, που όλως ξαφνικά τους θυμήθηκες μπας και ελαφρώσεις λίγο  το stock σου. Μα το κέρατό τους δεν ξεπερνούν τους 70-80… Και τα υπόλοιπα; Τι θα τα κάνεις; Πεισματικά θα τα κρατήσεις με όλα τα άλλα ακριβά σου, ελπίζοντας σε καλύτερες ημέρες. Δεν μπορεί, θα έρθουν. ΡΟΔΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ  ΓΥΡΙΖΕΙ Η ΖΩΗ ΜΑΣ.

ΣΠΑΝΙΑ να καμαρώσεις το έργο, ή τα έργα της ζωής σου στα ράφια ενός καλού βιβλιοπωλείου, αφού και από κει αν θέλεις να το αγοράσεις, θα πρέπει να το παραγγείλεις και να σου το φέρουν εντός 3-4 ημερών.

Καημένο βιβλίο, τι ταπεινώσεις υφίσταται μέχρι να φτάσει στα χέρια του αναγνώστη. Αν είχε την δική του μιλιά, θα μας έλεγε:

«Αφήστε με ήσυχο βρε παιδιά. Μη με ταλαιπωρείτε και κυρίως μη με ξεφτιλίζετε άλλο. Σταματήστε τις φανφάρες και τα πολλά διαφημιστικά. Εκείνος που με αγαπάει πραγματικά θα με αγοράσει και χωρίς αυτές τις παροτρύνσεις τις πομπώδεις και φανταχτερές.

Και μία συμβουλή δίνω στους φίλους μου συγγραφείς μέσω των οποίων υπάρχω:

  ‘’Μην ξοδεύετε φίλοι μου τα λίγα ούτως ή άλλως χρήματά σας σε διαφημιστικά. Φασούλι το φασούλι, μαζεύετε τα, για το επόμενο βιβλίο σας. Ένα ΙSBN και το λογότυπο ενός έντιμου έστω και  μικρού εκδοτικού, είναι η καλύτερη διαφήμισή μου. Τονίζω το ΕΝΤΙΜΟΥ, γιατί έχω την βασανιστική πεποίθηση ότι ελάχιστοι είναι οι έντιμοι εκδοτικοί που σέβονται την υπογραφή τους στα συμβόλαια που υπογράφουν σωρηδόν. Και λογικό είναι να σκεφτείς, ότι αφού δεν σέβονται τον εαυτό τους πόσω μάλλον να σεβαστούν τον συγγραφέα’’».

«Σε άφησα να κάνεις τον μονόλογό σου για να ξεθυμάνεις. Πες μου τότε ρε συ Λίτσα, αφού η όλη φάση είναι τόσο πονεμένη, γιατί δηλώνετε ‘’συγγραφείς’’; Γιατί δεν τα παρατάτε και αντ’ αυτού όλο αυξάνεστε και πληθύνεστε και μυαλό δεν βάζετε;»

«Έχεις δίκιο. Όλη η Ελλάδα σήμερα γράφει. Το έχω ξαναπεί, αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Γράφεις από μια  εσωτερική ανάγκη και  ίσως έτσι  να ξεφεύγεις από την ζοφερή πραγματικότητα. Ζωγραφίζεις με την πένα σου τον όποιο μικρό ή μέγα δικό σου παράδεισο και ζεις εκεί μέσα μιαν άλλη ζωή, που δεν σε πονάει όσο η πραγματική ζωή σου. Ελπίζεις για το καλύτερο και φτάνεις γράφοντας να το πιστέψεις ότι θα έρθει. Λίγο το θεωρείς εσύ αυτό; Άσε που μέσα στο τεράστιο πλήθος των συγγραφέων, υπάρχουν διαμάντια που περιμένουν υπομονετικά την αναγνώριση που τους αξίζει. Εδώ σε θέλω αγαπητέ όποιε εκδότη. Ψάξε και βρες τα. Επάγγελμα επάγγελμα το δικό σου, αλλά και καθήκον σου αυτό το ψάξιμο. Με αυτά τα διαμάντια, στόλισε τα ράφια των βιβλιοπωλείων που συνεργάζεσαι, αυτά είναι που θα κάνουν και εσένα ξεχωριστό».

«Ωραία τα λες Λίτσα μου,  αλλά σε λάθος ώτα. Αυτά να καθίσεις να γράψεις και αυτές τις αναρτήσεις να κάνεις. Αντί να γκρινιάζεις και να τα βάζεις μαζί μου, κάνε κάτι εποικοδομητικό.

Και εγώ βρε κουτό στο πλάι σου. Πρώτος εγώ δεν είμαι που θαυμάζω την πένα, την αγωνιστικότητά και τη επιμονή σου; Μη τα βάζεις, λοιπόν, ξαναλέω ούτε με εμένα, ούτε με τα φιλαράκια μου. Και αυτά αναγνωστικό κοινό είναι. Αλίμονο τους αν δεν είναι. Τους κόβω και την καλημέρα».

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη