«Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε», γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε / Μικρό βιογραφικό

Ο Αρτούρο Πέρεθ – Ρεβέρτε γεννήθηκε στην ισπανική πόλη Καρθαγένη το 1951. Σπούδασε δημοσιογραφία και στα τρία πρώτα χρόνια της σχολής σπούδασε παράλληλα και πολιτικές επιστήμες. Δούλεψε ως πολεμικός ανταποκριτής για 21 χρόνια (1973-1994), πρώτα στο Diario Pueblo (όπου παρέμεινε 12 χρόνια) και έπειτα στην Ισπανική Τηλεόραση. Τα έργα του κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις “Πατάκη”. Έως σήμερα έχουν εκδοθεί τα εξής: “Ο δάσκαλος της ξιφασκίας”, “Ο πίνακας της Φλάνδρας”, “Η λέσχη “Δουμάς” ή η σκιά του Ρισελιέ”, “Το αίνιγμα της Σεβίλλης”, “Ο ναυτικός χάρτης”, “Η βασίλισσα του Νότου”, “Ο λοχαγός Αλατρίστε”, “Η καθαρότητα του αίματος”, “Ο ήλιος της Μπρέντα”, “Ο ζωγράφος των μαχών”, “Το χρυσάφι του βασιλιά”, “Το κίτρινο γιλέκο”, “Το τανγκό της παλιάς φρουράς”.Ο Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε είναι και ευγενής. Ο βασιλιάς Χαβιέρ Α’ του Ρεντόντα τον έχρισε Δούκα του Κόρσου και Βασιλικό Δάσκαλο της Ξιφασκίας του Βασίλειο της Ρεντόντας.

Αναλύοντας τον Πέρεθ – Ρεβέρτε – Συγγραφικό ισοζύγιο

Ο Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε είναι ένας Ισπανός λογοτέχνης, που ακροβατεί όπως πολλοί σύγχρονοι συνάδελφοί του στην Ιβηρική μεταξύ μυθοπλασίας και ιστορίας, παραμυθιού και ρεαλισμού. Σε πολλά βιβλία του ασχολήθηκε και αυτός με το μέγα ζήτημά τους, τον εμφύλιο, ακολουθώντας πολιτική ίσων αποστάσεων και πάντα μέσα από τα ψυχογραφήματα των ομολογουμένως πρωτότυπων ηρώων του. Δεν μένει όμως μόνο σε αυτή τη θεματολογία. Αντίθετα πρόκειται για ένα συγγραφέα με πολύ πλούσιο ρεπερτόριο και εκπληκτική παραγωγικότητα. Καταπιάνεται με πρωτότυπα θέματα που πολλές φορές δεν έχουν καμία, μα καμία, συσχέτιση με τα προηγούμενα αλλά και την ιδιοσυγκρασία του ως συγγραφέα όπως ας πούμε στην «Υπομονή του ελεύθερου σκοπευτή» που η κύρια ηρωίδα είναι καλλιτέχνιδα του graffiti, στο «Club Dumas» που θυμίζει «Τρεις Σωματοφύλακες», στο «Queen of the south» που θυμίζει Κόμη Μοντεκρίστο στο θηλυκό του ή στο « Seville Communion»  όπου εξελίσσεται ένα θρίλερ μεταξύ κληρικών της Καθολικής Εκκλησίας (σωστά πάει το μυαλό σας στο Όνομα του Ρόδου).

Κατεβάζει συνεχώς από την λογοτεχνική του «γκλάβα» ιδέες, σενάρια και μοναδικές ιστορίες τις οποίες μοιάζει να βιάζεται να τις επικοινωνήσει ίσως λόγω και της ανταπόκρισης του έργου του (και της προσμονής αυτού) από τους  φανατικούς και πολυάριθμους αναγνώστες του.

Είναι ένας πραγματικός μαέστρος στα βιβλία του όπου προσπαθεί να συντονίσει και κάποιες φορές να κουλαντρίσει, τα διαφορετικά επίπεδα γραφής και την πολύπλευρη θεματολογία που επιλέγει.

Εμφύλιος, τέχνη, Μεσαιωνική ιστορία, κατασκοπεία, μυστήριο και φιλοσοφικές ανησυχίες είναι βασικά συστατικά του έργου του. Ο Ρεβέρτε είναι μοναδικός στο να ενσωματώνει την τέχνη στο μυθιστόρημα, το κάνει σχεδόν σε όλα του τα πονήματα.

Είναι στιβαρός, μεγαλοπρεπής και γοητευτικός συγγραφέας έχει δηλαδή όλα τα στοιχεία για να σε κατακτήσει. Πάμε να δούμε κατά πόσο το καταφέρνει όμως.

Από άποψης ατμόσφαιρας όπως οι περισσότεροι συμπατριώτες του παίρνει άριστα.

Σε μεταφέρει μαγικά στο χρόνο και στο χώρο της πλοκής. Τοπία, εικόνες, μυρωδιές, μουσικές, ήθη και έθιμα, ενδυμασίες, νοοτροπίες και ιδεολογίες σε απόλυτη εναρμόνιση με τους ήρωες και την ιστορία που αφηγείται.  Η πλοκή του σωστά οργανωμένη σε βαθμό που να γυρίζεις με αγωνία τις σελίδες των βιβλίων του ή τουλάχιστον στο μεγαλύτερος μέρος αυτών. Οι χαρακτήρες με χρώμα, ενδιαφέροντες, με αρκετή δόση μαγιάς για να «φουσκώσουν λογοτεχνικά» όταν πρέπει. Στην πορεία όμως «στο ψήσιμο» αποδεικνύονται επίπεδοι και τελικά το αρχικό τους χρώμα φαίνεται να υποχωρεί. Ο Ρεβέρτε καλά διαβασμένος σε κάθε του βιβλίο έχει πολλή ενέργεια και πολλά να διηγηθεί. Ίσως όμως η ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία τον κάνει πιο ανυπόμονο και βιαστικό γιατί είναι αλήθεια πως η πειθαρχία, η λιτότητα και η αγωνία παίρνουν την κατιούσα μετά τη μέση των έργων του. Εκεί συνηθίζει να τα γεμίζει με λεπτομέρειες που αρκετές φορές κουράζουν και χαλάνε την αρχική θεαματική εικόνα. Η παρτίδα σκάκι που βασίζεται και η ανάπτυξη του Πίνακα της Φλάνδρας καταντά κάποια στιγμή εκνευριστική όταν για να ακολουθήσεις θα πρέπει να έχεις τίτλο Grandmaster στο εν λόγω πνευματικό άθλημα. Ακόμα ακούω στα αφτιά μου τον ήχο από  τα φλιτζάνια του καφέ και μυρίζω τον καπνό από τα τσιγάρα των πρωταγωνιστών από το συγκεκριμένο βιβλίο που μετά τη μέση γίνονται θεριακλήδες και νευρικοί από την πολλή καφεΐνη, ακόμα ακούω τις ατέλειωτες περιγραφές της Ανδαλουσίας και για το πόσο όμορφος είναι αυτός ο πατέρας Κουάρτ στο «Αίνιγμα της Σεβίλλης» και πόσο ακαταμάχητος εραστής ο Φαλκό στο ομώνυμο έργο όπου ως εκ θαύματος όλες οι γυναίκες έχουν στητά στήθη.

Είναι ένα περίεργο πράγμα με αυτόν τον συγγραφέα. Ενώ θέλεις πολύ να σου αρέσουν τα πονήματά του, αγοράζεις πολλά από τα βιβλία του γιατί είναι και από τους λίγους με τέτοια διαφορετικότητα και πρωτοτυπία, στο τέλος μένεις με μία περίεργη γεύση, ένα μούδιασμα, ένα ανικανοποίητο επιφώνημα «γιατί ρε Αρτούρο, γαμώτο;» Μοιάζει σαν να μην έχει αποφασίσει το τέλος των ιστοριών του σε κάθε βιβλίο του. Τα λογοτεχνικά πυρά που εξαπολύει στα πρώτα κεφάλαια ατονούν στη συνέχεια καταστώντας τον κάποιες φορές άσφαιρο και άοσμο(βλ. «Ο ναυτικός χάρτης», «Ο δάσκαλος της ξιφασκίας»). Εκεί όταν καταλαβαίνει την ανισότητα στο γραπτό δεν αναδιπλώνεται. Αντίθετα συνηθίζει στο ίδιο μοτίβο εμπλουτίζοντας μόνο  την πλοκή με ιστορία, τέχνη και εκφράσεις κλισέ που περισσότερο κουράζουν παρά βοηθούν να ανταπεξέλθει των προσδοκιών.

Στα αδύνατα στοιχεία του συγγραφέα θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης την όχι πολύ καλά  αναπτυγμένη αίσθηση του χιούμορ καθώς και την αμηχανία του σε αισθησιακές περιγραφές. Ή καλύτερα την μη ζωηρή απεικόνιση ερωτικών σκηνών όταν οι ήρωές του σε προδιαθέτουν για κάτι τέτοιο.

Εν κατακλείδι πρόκειται για έναν κομψό συγγραφέα με ωραίο τρόπο αφήγησης χωρίς κενά και ασάφειες, με ιστορική επάρκεια που σε κερδίζει με τις νότες ίντριγκας και σασπένς που έχουν τα έργα του.

Οι περισσότεροι υποκλίνονται στο σκηνικό που στήνει και το κλίμα που επικρατεί στα βιβλία του. Το μεγάλο του ατού είναι ότι αλλάζει χρώματα σαν χαμαιλέοντας και δεν είναι πουθενά ίδιος, τουλάχιστον στη θεματολογία και στους ήρωες που επιλέγει. Μεγάλο προσόν για συγγραφέα.

Παρά όμως την μυστηριακή ατμόσφαιρα, τον αφηγηματικό ρυθμό και την ευχέρεια στο λόγο του, διαβάζοντας τον Ρεβέρτε έχω την αίσθηση πώς πάντα κάτι μου λείπει. Δεν κλείνω ποτέ γεμάτος τα βιβλία του, δεν έχω πάρει την κορύφωση-κάθαρση-ολοκλήρωση που περιμένω. Και όμως, μιλάμε για  ένα λογοτέχνη που από τις πρώτες σελίδες έχει καταφέρει να με κερδίσει.

Στο τελικό ισοζύγιο ελαφρώς αρνητικό πρόσημο για τον συγγραφέα.

 

Τα έργα μιλάνε, όχι τα λόγια

 

 ΕΥΑ

 

Μάρτιος του 1937. Ενώ ο ισπανικός εμφύλιος συνεχίζει την τραγική πορεία του, μια αποστολή φέρνει τον Λορένθο Φαλκό στην Ταγγέρη, πολυτάραχο σταυροδρόμι κατασκόπων, μαύρης αγοράς και συνωμοσιών, με εντολή να πείσει τον καπετάνιο ενός πλοίου φορτωμένου με χρυσάφι από την Τράπεζα της Ισπανίας να αλλάξει πλευρά. Η πληροφορία πως στο πλοίο επιβαίνει η Εύα, της οποίας τη ζωή έχει σώσει ήδη μια φορά, κάνει την αποστολή του ακόμη δυσκολότερη… Εθνικοί, δημοκρατικοί και Σοβιετικοί κατάσκοποι, άντρες και γυναίκες, βρίσκονται αντιμέτωποι σ’ έναν πόλεμο σκοτεινό και βρόμικο, όπου θα επιστρέψουν επικίνδυνα φαντάσματα από το παρελθόν. Στην “Εύα”, το δεύτερο βιβλίο με τους πρωταγωνιστές που ο Ρεβέρτε παρουσίασε στο “Φαλκό” (Εκδ. Πατάκη, 2018), η πραγματικότητα και η φαντασία συνδυάζονται αριστοτεχνικά μέσα στο παραμυθένιο σκηνικό της Ταγγέρης της δεκαετίας του ’30. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Ο ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΗΣ ΦΛΑΝΔΡΑΣ

 

Στα τέλη του δέκατου πέμπτου αιώνα, ένας γέρος Φλαμανδός δάσκαλος κρύβει περίτεχνα μέσα σ’ έναν απ’ τους πίνακές του, με τη μορφή μιας σκακιστικής παρτίδας, το κλειδί ενός μυστικού που θα μπορούσε ν’ αλλάξει την ιστορία της Ευρώπης. Πέντε αιώνες αργότερα, μια νεαρή συντηρήτρια έργων τέχνης, ένας γνωστός αντικέρ κι ένας εκκεντρικός σκακιστής ενώνουν τις δυνάμεις τους αποφασισμένοι να λύσουν αυτό το αίνιγμα. Έτσι, μπλέκονται σε μια συναρπαστική περιπέτεια, όπου όλα καθορίζονται από συνεχόμενες σκακιστικές κινήσεις οι οποίες ανοίγουν μία μία τις πόρτες ενός μυστηρίου που δε θ’ αφήσει ανεπηρέαστο κανένα από τους πρωταγωνιστές του. Στον «Πίνακα της Φλάνδρας» ζωγραφική, μουσική, λογοτεχνία, ιστορία, λογική και μαθηματικά συνυφαίνονται σ’ ένα συναρπαστικό παιχνίδι, το οποίο ο Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε «διευθύνει» με διαβολική μαεστρία. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΣΚΟΠΕΥΤΗ

 

«Η Μοίρα είναι κυνηγός υπομονετικός. Κάποιες συμπτώσεις είναι προδιαγεγραμμένες, σαν ελεύθεροι σκοπευτές που, καθισμένοι ανακούρκουδα με το μάτι στο σκόπευτρο και το δάχτυλο στη σκανδάλη, περιμένουν την κατάλληλη στιγμή. Κι εκείνη ήταν, αναμφίβολα, η στιγμή. Μια από τις τόσες ψεύτικες ευκαιρίες που σχεδιάζει αυτή η πανούργα, ειρωνική, παθιασμένη με τις πιρουέτες Μοίρα. Ή κάτι τέτοιο. Ένα είδος ιδιότροπου και άσπλαχνου θεού, περισσότερο χωρατατζή παρά οτιδήποτε άλλο».

Ένας τρομοκράτης της τέχνης. Έτσι αποκαλούν τον Σνάιπερ στον μικρόκοσμο του γκράφιτι, επειδή είναι διάσημος για την επιμονή του να μην παίζει το παιχνίδι της «εξημερωμένης» τέχνης του δρόμου. Η ανάθεση ενός έργου για τη δουλειά του φέρνει την ιστορικό τέχνης Αλεχάντρα πίσω από τα ίχνη του. Κανείς δεν έχει δει ποτέ το πρόσωπο του ούτε γνωρίζει πού βρίσκεται. Η αναζήτηση θα οδηγήσει την Αλεχάντρα από τη Μαδρίτη στη Λισσαβόνα και αποκεί στη Βερόνα και στη Νάπολη, στην προσπάθειά της να αποκρυπτογραφήσει τον στόχο που σημαδεύει το θανατηφόρο στόχαστρο του μοναχικού κυνηγού.

“Η υπομονή του ελεύθερου σκοπευτή” είναι ένα σπουδαίο μυθιστόρημα της εποχής μας, ένα σαγηνευτικό θρίλερ, μια αριστοτεχνική διανοητική μονομαχία, ένα παιχνίδι υπομονής για δύο, τον διώκτη και το θήραμα. Γιατί ο χρόνος δεν είναι το πιο σημαντικό πράγμα όταν υπάρχουν ανοιχτοί λογαριασμοί… (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

ΑΤΑΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΠΟΥ

 

«Τα κεφάλια του Κάρλος IV και του Φερνάντο VII σε ένα πανέρι, μερικών επισκόπων και μερικών άλλων θα είχαν αλλάξει κατά πολύ την ιστορία της Ισπανίας»

«Τελειωμένο έργο, νεκρό έργο…Από εκείνο το σημείο και μετά ζει μόνο μέσα από εκείνον που το κοιτάζει. Το κοινό. Με την απογοήτευση, για τον καλλιτέχνη, ότι ποτέ δεν είναι τόσο τέλειο όπως το φαντάστηκε.. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι, προτού πεθάνουν τα έργα, τεκνοποιούν. Προκαλούν τη γέννηση άλλων. Γονιμοποιούν, καταλαβαίνετε;»

 

«Όταν βλέπω όλ’ αυτά τα μαύρα, τα φαιά, τα κόκκινα ή τα κυανά πουκάμισα, που απαιτούν να προσχωρήσεις σ΄ εκείνο ή στο άλλο, σκέφτομαι πως παλιά ο κόσμος ήταν των πλουσίων και τώρα θα γίνει των χολωμένων… Εγώ δεν είμαι ούτε το ένα, ούτε το άλλο»

  

 


[Σημείωση: Οι απόψεις του γράφοντα στηρίζονται αποκλειστικά στο δικό του προσωπικό, υποκειμενικό κριτήριο και μετά από ανάγνωση τουλάχιστον τριών βιβλίων από κάθε συγγραφέα, όχι πάντα των πιο εμπορικών και  ευπώλητων αυτού.]

 


[Πηγή φωτογραφίας: www.promith.gr]


[Τόλης Αναγνωστόπουλος – Ας γνωριστούμε]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη