«Ανθολογία διηγήματος ‘(Παρ)εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου’», παρουσιάζει ο Κυριάκος Στυλιανού

Η στήλη για τον μήνα Οκτώβριο παρουσιάζει την ανθολογία διηγήματος «(Παρ)εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου». Η ανθολογία, η οποία αποτελείται από 27 διηγήματα 26 Κυπρίων πεζογράφων, πραγματεύεται την διαφθορά και την αλλοτρίωση του ανθρώπου στις σύγχρονες κοινωνίες και δη στη σύγχρονη κυπριακή κοινωνία.

Ενσαρκωτές και επιμελητές της συλλογής είναι οι Χρίστος Χατζήπαπας και Χρήστος Αργυρού, οι οποίοι σημειώνουν εμφαντικά στην εισαγωγή του βιβλίου:

«Σε αυτή τη σαθρή κατάσταση οι πνευματικοί άνθρωποι αν μένουν σιωπηλοί δεν καθίστανται απλά συνένοχοι, αλλά γίνονται και συνεργοί της καθώς έχουν ιδιαίτερη ευθύνη, μέσα από την τέχνη τους, να αναδεικνύουν και να καταγγέλλουν τις κοινωνικές παθογένειες. Αλλιώς ο Ονήσιλος θα φρυάξει και πάλι μη αντέχοντας άλλο, θα αρπάξει το καύκαλο του και θα το θρυμματίσει απάνω στο κεφάλι μας. Και τότε θα είναι τραγικά αργά…»

Στην ανθολογία, συμμετέχουν οι ακόλουθοι:

Πάνος Ιωαννίδης, Μαρία Αβρααμίδου,  Μυρτώ Αζίνα Χρονίδη, Χρήστος Αργυρού, Αλεξάνδρα Γαλανού, Αντώνης Γεωργίου, Θωμάς Κυριάκου, Κώστας Λεοντίου, Ανδρέας Λευτέρη, Κώστας Λυμπουρής, Ανδρέας Μαλόρης, Αντώνης Μπαλασόπουλος, Νόρα Νατζαριάν, Ανδρέας Νικολαΐδης, Χρυσόστομος Περικλέους, Αναστάσης Πισσούριος,  Μαρία Πυλιώτου, Αιμίλιος Σολωμού, Γιώργος Στόγιας, Κυριάκος Στυλιανού, Άννα Τενέζη, Μαρία Τσαγγάρη, Πέτρος Τσερκέζης, Χρίστος Ρ. Τσαηλής, Νένα Φιλούση, Χρίστος Χατζήπαπας.

 Το βιβλίο εκδόθηκε από τις Εκδόσεις Αρμίδα.

Παραθέτουμε ενδεικτικά ένα από τα διηγήματα της συλλογής, το οποίο και αποκαλύπτει περίτρανα το μέγεθος της σήψης και της διαφθοράς στη σύγχρονη κυπριακή κοινωνία.


Η ΧΡΥΣΗ ΚΑΡΕΚΛΑ, του Κώστα Λεοντίου

 

‘Χρυσή καρέκλα, Στο σαλόνι’!

 

Χρυσή καρέκλα, ιταλικού στυλ, αγορασμένη έναντι αξιοσέβαστου ποσού, τουτέστιν μερικών χιλιάδων ευρώ.

Έβαλε το χέρι στο μέτωπο, με διάχυτη έκφραση αμηχανίας και αγωνίας.  Έτσι έγραφε ο κατάλογος με τις καταγραφές των επίπλων και σκευών, το περίφημο ινβέντορυ.

Δίπλα του η Γιοβάνκα, η μυώδης λόγω υποβρυχίων καταδύσεων γραμματέας, επιτόπιο προσωπικό από τη Δημοκρατία της Σλαβονόβας έμεινε με το χέρι μετέωρο, έτσι καθώς τίκαρε προσεκτικά, με τη σειρά, τα αριθμημένα αντικείμενα στο χοντρό δεφτέρι της  Αποστολής.

Τον κυρίεψε άγχος.  Τα χρονικά περιθώρια της πρόωρης αφυπηρέτησης, της παραίτησης στην ουσία, ήταν πολύ στενά. Ήθελε να φύγει  με το κεφάλι ψηλά, αποφεύγοντας τις κλάππες, (τρικλοποδιές) που του είχαν  στήσει στο παρελθόν. Όπως τότε στο Μαγιαριστάν όταν η γραμματέας υπεξαίρεσε ένα μικροποσό και του διαμήνυσαν να μη δηλώσει το έλλειμμα στον ελεγκτή που ήλθε στην Αποστολή σε περιοδεία ρουτίνας, ίσως για να αφήσουν το θέμα να αιωρείται ύποπτα.  Δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις. Τελικά, μετά από καιρό και με πιέσεις της ελεγκτικής υπηρεσίας, έπραξαν τα δέοντα, ανακοινώνοντας τα μάλιστα στο τύπο. Έτσι ο πολιτικός προϊστάμενος παρουσιάστηκε ως πρωταθλητής της κάθαρσης.

Είχε κουραστεί απ’ αυτή την νομαδική ζωή και το ανελέητο κυνηγητό, σε μια υπηρεσία όπου τα καλύτερα πόστα τα είχαν πάντα οι ίδιοι, συμπεριλαμβανομένων των αλεξιπτωτιστών. Είχε κουραστεί να αποτελεί στόχο, ν’ ακούει για αξιοκρατία από τους αναξιοκράτες και για δικαιοσύνη από φιλόδοξους καιροσκόπους.  Τότε τους είχαν πάρει χαμπάρι λίγοι, τώρα τους έχουν καταλάβει σχεδόν όλοι. Πάνω απ’ όλα, το χαριστικό πλήγμα, ήταν η απογοήτευσή του, από ανθρώπους για τους οποίους έτρεφε ειλικρινή εκτίμηση. Τέλος ψευδαισθήσεων.

‘Χρυσή καρέκλα’; Tότε εμφανίστηκε η Ιμέλντα, η Ασιάτισσα οικιακή βοηθός, όπως μια εξωτική από μηχανής θεά.  Του θύμισε πως αυτήν την υπερεκτιμημένη καρέκλα την είχε πάρει με την άδειά του στα ενδότερα, στο δωμάτιό της.

Η Ιμέλντα ανήκε σε μια κουλτούρα που λάτρευε τα έντονα χρώματα και ό,τι γυάλιζε εντυπωσιακά.

Μια φορά του είχε εκμυστηρευθεί ότι θαύμαζε το σύστημα της χώρας του, της γυαλιστής βιτρίνας, τέλος πάντων.  Είχε παρευρεθεί μια φορά σε δίκη, όπου μια ομοεθνής της έπρεπε να απολογηθεί ενώπιον του σεβαστού δικαστηρίου, καταθέτοντας για τις συνθήκες υπό τις οποίες έχασε τη ζωή του, σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ο υπέργηρος Σερ της.

«Εντυπωσιάστηκα από το νομικό σας σύστημα, Mister Ambassador», του είχε πει ενθουσιασμένη.

Ήθελε να της εξηγήσει πως στις συνεντεύξεις, τα περίφημα ίντερβιους, με τις σοβαροφανείς διαδικασίες, το τυπικό είναι εντυπωσιακό, όμως οι αποφάσεις προειλημμένες, τα αποτελέσματα, ως επί το πλείστον μαγειρεμένα.  Ήθελε να της πει πως στις γραπτές εισαγωγικές εξετάσεις, ήλθε πρώτος με μεγάλη διαφορά από τον δεύτερο, σε μια εποχή όπου το ρουσφέτι έδινε κι έπαιρνε. Έτσι γλύτωσε την πρώτη καρατόμηση.

Πρόκειται για   καλό – κακοστημένες σοβαροφανείς σκηνοθεσίες, όπως στους αγώνες  σικέ του ποδοσφαίρου, ένα φρούτο που ευδοκιμούσε στη χώρα του όπως η λεμονιά, η ελιά και ο πεύκος…

Όμως δεν του άρεσε να κατηγορεί τη χώρα του σε ξένους.  Έπειτα δεν ήθελε να της χαλάσει τις αυταπάτες.  Η ίδια δεν προερχόταν από μια πάμφτωχη οικογένεια που ζούσε σε παραγκούπολη;  Από μια χώρα όπου η μοίρα ενός εκάστου είναι προδιαγεγραμμένη ανάλογα με το φύλο και τις κοινωνικές καταβολές.

Είναι κοινή διαπίστωση πως όταν   ταξιδεύεις ανοίγει μεν το πνεύμα σου, διαπιστώνεις όμως ότι στον κόσμο δεν υπάρχουν παράδεισοι ούτε γη της επαγγελίας.  Απέμειναν μόνο κολάσεις και μη-κολάσεις.

Η μετριότητα, η ηλιθιότητα, η διαφθορά, οι κλίκες και οι συμμορίες υπάρχουν παντού.  Με σημαντικές διακυμάνσεις όμως. Η δύναμη τους περιορίζεται κυρίως εκεί όπου υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας που λειτουργούν απρόσκοπτα, σκοτώνοντας το αυγό της λερναίας ύδρας εν τη γενέσει του.  Η διαφθορά ευδοκιμεί εκεί όπου υπάρχει το φαινόμενο της πυραμίδας: Ένα σημαντικό μέρος των πολιτών αισθάνονται προνομιούχοι και συνένοχοι γιατί οι μεγαλοαπατεώνες τους πετάνε ένα κόκκαλο από τη λεία ή τους χαρίζουν οφίκια.

Σ’ αυτή την όμορφή χώρα, που θα άφηνε σε λίγο, είχαν κι’ αυτοί κρυμμένους σκελετούς σε ερμητικά ερμάρια.  Μόλις τώρα άρχισαν να βγαίνουν  στην  επιφάνεια μαζικοί τάφοι εκτελέσεων που έγιναν τόσο από συνεργάτες των ναζί αλλά και από παρτιζάνους.  Μόλις τώρα άρχισε να συζητείται ευρέως  ο ρόλος της ανώτατης ιεραρχίας της εκκλησίας με τις δυνάμεις κατοχής.

Οπωσδήποτε, τώρα βγήκαν έξω και κατευθύνονταν προς την Πρεσβεία για εκτέλεση της ίδιας τυπικής ιεροτελεστίας.  Κόντευαν Χριστούγεννα και η πόλη ήταν σκεπασμένη με χιόνι.  Γύρισε άθελά του και κοίταξε με βουρκωμένα μάτια τη σημαία της χώρας του.  Αυτό το πουλάκι, το παλαζούδι, που σίγουρα πάγωνε, μάρκωνε, μέσα στο κρύο.  Σκέφτηκε πως αν είχε γλυτώσει από τα διασταυρούμενα πυρά των ενόπλων, τα ματωμένα εκείνα Χριστούγεννα, τους πραξικοπηματίες ή τους εισβολείς, ίσως το σκότωναν τελικά κάποιοι ασυνείδητοι κυνηγοί.

Είχε από νωρίς καταλάβει ότι τα εργαλεία του θείου Καρόλου δεν ήταν επαρκή για να ερμηνεύσουν τα πολύπλοκα φαινόμενα στη χώρα του.  Η κατάσταση θύμιζε κάτι από τις κάστες του ινδουισμού. Για παράδειγμα οι κυνηγοί ήταν ένα ισχυρό λόμπι.  Επιβεβαιώθηκε, πολύ αργότερα, όταν μάντρωσαν τον κόσμο με το λοκντάουν και αυτοί κυκλοφορούσαν ελεύθεροι κι ωραίοι.

Δεν του άρεσε που αποκαλούσαν τη χώρα του μπανανία.  Δημοκρατίες της μπανάνας ήταν χώρες της μεσοαμερικής όπου η πανίσχυρη εταιρεία ‘united fruit’ των Ηνωμένων Πολιτειών ανεβοκατέβαζε δουλικές κυβερνήσεις που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά της.  Όχι πως δεν είχε αίσθηση του χιούμορ ή ακόμα και του αυτοσαρκασμού.  Θεωρούσε όμως ότι αυτού του είδους οι χαρακτηρισμοί καλλιεργούσαν τελικά έναν είδος δικαιολογίας και προσχήματος και άλλοθι, ακόμα και αυταρέσκειας για τους διεφθαρμένους και τους εθισμένους στον βούρκο.  Έτσι είναι γιατί έτσι γίνεται στις δημοκρατίες της μπανάνας.  Τελεία και  παύλα.  Ο μεγάλος Εθνάρχης που το είχε ξεφουρνίσει πρώτος, είχε παραδώσει την εσωτερική διακυβέρνηση σε διάφορες συμμορίες, ενώ ο ίδιος έκανε διαπιστώσεις και διαγνώσεις. Αν μια ηγουμένη  αποκαλεί το μοναστήρι της μπουρδέλο αυτό δεν το λες χιούμορ.

Μ’ αυτές τις σκέψεις να τον κυριεύουν και ενώ περπατούσε προσεχτικά στο γλιστερό πεζοδρόμιο, ξαφνικά ακούστηκε ένας απαίσιος συριγμός όπως της κόμπρας και ακολούθησε ένα ωστικό κύμα.  Έχασε την ισορροπία του και ευτυχώς τον συγκράτησαν τα στιβαρά χέρια της Γιοβάνκας, τα εξασκημένα σε εξωτικούς ωκεανούς λόγω ντάιβινγκ.  Μόλις τώρα συνειδητοποίησε πως περπατούσε στον διάδρομο, το lane των ποδηλατιστών.  Ο νεαρός με το κωμικό πλαστικό κασκέτο και το εφαρμοστό παντελονάκι δεν είχε καμιά αναστολή να περάσει ξυστά απ’ όποιον παραβίαζε τον ζωτικό του χώρο. Τώρα του έριχνε μάλιστα κι ένα φαρμακερό βλέμμα. Τελικά είναι οι ποδηλατιστές το ισχυρό λόμπι σ ’αυτή τη χώρα.

Ευχαριστώντας την Γιοβάνκα, θυμήθηκε ότι η συμπαθής και ευτραφής γραμματέας, του είχε εκμυστηρευθεί πως συχνά-πυκνά εξέφραζε σφοδρά παράπονα στον πανάγαθο – στον οποίον ειρήσθω εν παρόδω δεν πολυπίστευε – πως ήταν μεγάλη αδικία οι συνομήλικες της να καταβροχθίζουν τα πάντα και να μένουν μοντέλα όπως οι συλφίδες ενώ αυτή να βάζει κιλά με τον αέρα.

Τώρα ήθελε να της πει πως σ’ αυτόν τον ψεύτη κι’ άδικο ντουνιά υπήρχαν και σοφά παράδοξα.  Αν δεν είχε αυτό τον σωματότυπο να τον συγκρατήσει θα κατέληγαν κι οι δυο στο νοσοκομείο με πολλαπλά κατάγματα.  Φυσικά δεν τόλμησε!

Σε λίγο θα άφηνε αυτή την καταπράσινη χώρα.  Με τα καθήκοντα του δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα.  Κυρίως είχε την Στέφη, μια έντιμη γραμματέα, που ετοίμαζε τα λογιστικά.  Το πιο σημαντικό γι’ αυτόν.  Το μόνο πρόβλημα που κληρονόμησε ήταν μια μαύρη λίστα, στην οποίαν η φιλοξενούσα χώρα είχε σφηνώσει την δική του δίπλα από τις βρετανικές παρθένους νήσους (που δεν είναι τόσον παρθένοι) και άλλους φορολογικούς παραδείσους.  Αυτό πολύ πριν εμφανισθούν ή εξαφανισθούν οίκαδε διάφοροι κατάλογοι και λίστες.  Ή να προβληθούν ρεπορτάζ σε διεθνή κανάλια. Στην αρχή νόμισε πως ήθελαν να   τους εκδικηθούν για τα μυθώδη ποσά της κοινής πατρίδας, πριν διαλυθεί στα εξ ων  συνετέθη, κεφάλαια τα οποία είχαν μεταφερθεί στην αλληλέγγυη νήσο και ακολούθως τα ρούφηξε μια μυστηριώδης χοάνη.

Τώρα λοιπόν για να φύγει αυτό το στίγμα από την αγωνιζόμενη κατά της κατοχής πατρίδα του, είχε κινήσει γη και ουρανό. Πρόσφατα μάλιστα είχε συνάντηση και με τον υπουργό οικονομικών της χώρας. Ακόμα και τον ίδιο το πρόεδρο είχε συναντήσει.

Για μια ακόμα φορά του έδωσαν  αόριστες υποσχέσεις και εκεί που ετοιμαζόταν  να φύγει ένας από τους μανδαρίνους του υπουργείου του είπε πως ήθελε να του μιλήσει κατ’ ιδίαν.  Φαίνεται πως κάπου τον λυπήθηκε.  Του αποκάλυψε  λοιπόν πως ο βασικός λόγος του μαυροπινακισμού, ήταν οι δραστηριότητες δικηγορικού γραφείου της νήσου που βοηθούσε ολιγάρχες της χώρας να στήνουν εταιρείες μαϊμούδες και να φοροδιαφεύγουν. Το γραφείο αυτό εξέφραζε μάλιστα διαχρονικά παράπονα ρίχνοντας ευθύνες στην Αποστολή!

Όταν ταξίδεψε ανυποψίαστος στην νήσο και έγινε δεκτός από την ανώτατη περσόνα του υπουργείου, ήταν έτοιμος να της μεταφέρει προφορικά την πληροφορία πριν όμως ανοίξει το στόμα του τον πρόλαβε και του είπε πως θα έκλειναν την πρεσβεία και εξεπλάγη μάλιστα γιατί δεν τον είχαν ήδη ενημερώσει.

Είναι αλήθεια πως δοκίμασε να μιλήσει και σε άλλους ανθρώπους, κάποιους σίγουρα έντιμους και ειλικρινείς.  Συνειδητοποίησε πως επρόκειτο για ένα τεράστιο γαϊτανάκι διαπλοκής συμφερόντων, υπολογισμών και μικροπολιτικής με ποικιλόχρωμες χάντρες. Οι κόκκινες οι πράσινες οι θαλασσιές οι χάντρες. Όσο για μετάθεση μάλλον όλα ήταν μαγειρεμένα. Τότε, ο λαός είχε την εξουσία. Φαντάσου να μην την είχε!

Η ίδια περσόνα του είχε πει πόσο είχε σιχαθεί αυτές τις καταστάσεις και ότι θα αποσυρόταν από το προσκήνιο.  Την πίστεψε.  Τελικά αν ανήκεις σε μια ομάδα και έχεις οφειλές για την ανέλιξη σου κάπου θα σου το υπενθυμίζουν.  Κάποιους πιθανόν να τους έχουν στο χέρι.  Κάποιοι άλλοι ήταν κάποτε καλοί και ευσυνείδητοι.  Κάπου, στη πορεία   με το μεθύσι της εξουσίας πιάστηκαν στα γρανάζια της ομάδας.  Ή της συμμορίας.

Και ο σατανάς δεν ξεχνά ποτέ τα οφειλόμενα.  Όπως στον Φάουστ του Γκαίτε.

Όπως είπε ο Θουκυδίδης «πριν τον βιασμό της αλήθειας βιάζεται η έννοια των λέξεων».  Το κοινόν αγαθό ιδιοποιείται, το ίδιο το κράτος γίνεται hijacked, ενώ το πλέον ιδιοτελές συμφέρον μιας δράκας ανθρώπων βαφτίζεται, δημόσιο συμφέρον.  Μιας συμμορίας που όπως ανέφερε ο Ιερός Αυγουστίνος στο τέλος διαμορφώνει και νομιμοποιεί τους δικούς της κλεπτοκρατικούς κανόνες και συμπεριφορές.

Ο Κομφούκιος συμπληρώνει το παζλ διαπιστώνοντας πως οι διεφθαρμένοι επικαλούνται τις καταχρήσεις των άλλων και κρύβονται πίσω  από αυτή τη δικαιολογία.  Κάτι τέτοιο είπε αλλά who cares για τον Κομφούκιο; Μίζες από χρυσά διαβατήρια έναντι κεφαλαίων των Νοτιοσλάβων αδελφών στην πιλάντζα (ζυγαριά).

Όσο για τις αξίες η δημιουργία καζίνου ανακηρύσσεται ως η πραγματοποίηση ενός εθνικού οράματος, ως ένας συλλογικός οργασμός.

-Μα ποιος είσθε κύριε;  Πώς έχετε παρεισφρήσει στο κείμενό μου; Δεν ήλθαν ακόμη τα καρναβάλια και επί πλέον έχουμε λοκντάουν  και δεν φοράτε μάσκα!

-Είμαι ο Ισαάκιος Κομνηνός.  Αφίχθην στην μεγαλόνησον από την βασιλεύουσαν προ πολλού. Προσεκόμισα πλαστογραφημένας περγαμηνάς και αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα, συμφώνως των οποίων οι ιθαγενείς όφειλαν να με υπακούουν τυφλά και να εκτελούν πάσαν επιθυμία μου.  Αυτοανακηρύχθηκα ηγεμών και αφού διέλυσα την Ιεράν Σύνοδον με ειδικό διάταγμα (ξέρετε εσείς, άμα τύχει, το λέμε και δίκαιο της ανάγκης), ακολούθως διόρισα νέον Αρχιεπίσκοπο, της αρεσκείας μου, ο οποίος ευθύς αμέσως με έστεψε Μονάρχη.  Μάλιστα αλληλοαναβαθμιστήκαμε καθότι του απέδωσα τον τίτλο του Πατριάρχου και αυτός με έχρισεν Αυτοκράτορα.  Ναι εμείς παπάες, εμείς τατάες.  Ευλογούμε τα γένια μας μια ζωή όπως οι πολλοπάητοι που εσυνάξαν κάμποσες συντάξεις.

Με τις μεθοδεύσεις αυτές, παρέδωσα ένα εξαιρετικό μάθημα για αμοιβαίο ρουσφέτι, διαπλοκή και αλληλοεξυπηρέτηση διά τα πολιτικά ήθη της νήσου και τους επερχόμενους Αυθέντας.

Όντως το καθεστώς μου ήτο δεσποτικό.  Θεσμοί δεν λειτουργούσαν γιατί θεσμοί δεν υπήρχαν.  Εσείς δηλαδή που διαθέτετε όργανα και βοηθούς οργανοπαίχτες τι έχετε καταλάβει;

Ένα δίκαιο το έχει! Ίσως το διαχρονικό πρόβλημα σ’ αυτή τη χώρα να είναι η υποταγή των θεσμών σε μια κεντρική εξουσία.

Συχνά το πρόβλημα είναι πως αναμένεται να λύσουν το πρόβλημα αυτοί που είναι μέρος του προβλήματος.

Οι νυν και οι πρώην, που συμβιβάστηκαν όταν κατείχαν την εξουσία και τώρα γίνονται λαλίστατοι και επικριτικοί προς πάσαν κατεύθυνση. Βγάζουν την ουρά τους έξω, ως άμωμες παρθένες, διαχωρίζοντας τις δικές τους ευθύνες για την παρούσα κατάσταση. Κουνούν το δακτυλάκι σε όλους ξεχνώντας τους κλεμμένους ζωγραφικούς πίνακες από κάποιον από τους αυλικούς που είχε πρόσβαση στο χώρο και άλλοι τις κλεμμένες καινούργιες πατανίες (κουβέρτες) της προσφυγιάς. Οι πρώην συμμετείχαν ή ανέχονταν πάσης φύσεως διαφθορά. Η διαφορά είναι πως τηρούσαν νομοτυπικά προσχήματα. Σε αντίθεση με την θρασύτητα  και απροκάλυπτη βουλιμία των νυν! Η διαφθορά είναι προϊόν εξελίξεως και όχι παρθενογένεσης.

Σίγουρα η λύση του χρονίζοντος εθνικού προβλήματος θα συμβάλει στη μείωση της διαφθοράς, του λαϊκισμού όσων χτίζουν καριέρες και λαθροβιούν εν ονόματί του.  Αυτών που είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τα μετερίζια με προορισμό εξωτικούς παραδείσους όπου μετέφεραν αμύθητα ποσά.  Όμως η κουλτούρα και η ανεκτικότητα έναντι της διαφθοράς δεν εξαλείφονται ως διά μαγείας.  Γιατί οι διεφθαρμένοι ελίσσονται, ανακυκλώνονται και αναπροσαρμόζονται.  Ίσως να είχε δίκαιο αυτός που είπε ότι η πρώτη επαναπροσέγγιση έγινε από τις μαφίες, ένθεν και ένθεν της διαχωριστικής γραμμής.

Η εξουσία φθείρει, διαφθείρει, αλλοτριώνει και πορώνει.  Πολύ συχνά.  Ο ίδιος δεν ένιωθε πως ήταν ανώτερος από τους άλλους.  Και σίγουρα όχι ήρωας.  Ούτε του άρεσε ο ρόλος του θύματος.  Ίσως να βρέθηκε σε λάθος ώρα, σε λάθος τόπο σε λάθος συγκυρίες.  Όπως τότε που τυχαία ανακάλυψε πως του είχαν αναθέσει μια υπηρεσιακή εργασία για την οποίαν θα αμειβόταν ο προϊστάμενος και του συνέστησαν στο ραδιοσταθμό να κλειδοστομιάσει, διαφορετικά…  Όπως τότε που τυχαία έπεσε στη μυστική συνάντηση του δερβέναγα της Αποστολής με τον εξόριστο αρχιπραξικοπηματία. Νόμιζε πως όλα αυτά σπάνια συνέβαιναν σε άλλους.  Μέχρι που ανακάλυψε πως όταν ήταν μεγάλα τα συμφέροντα και η πλεονεξία ακόρεστη υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι είχαν δεχθεί απειλές θανάτου των οικείων τους.  Κατάλαβε επίσης πως δεν ήταν μόνο θέμα μιας μεγάλης κλίκας, ετερόκλιτων συμμοριών και ομερτάς αλλά και μιας ευρείας αποδοχής ή παθητικής ανοχής από μια λαστιχένια κουλτούρα.  «Απόν φορτώνει πόσσω σου τάνα του να φορτώσει».  Σ’ έναν κόσμο όπου οι φήμες που αναμετάδιδαν τα παπαγαλάκια ήταν πιο φωνακλούδες από τα γεγονότα.

Και οι αντιφάσεις πολλές:   Με το παράδοξο να γίνονται χορηγίες σε ιερατικές σχολές από σεσημασμένους μαφιόζους. Με μυστήριους αλλοδαπούς ολιγάρχες να γίνονται σπόνσορες σεμιναρίων κατά της διαφθοράς, της κακοδιοίκησης, ίσως και της επαναπροσέγγισης. Όχι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα.

Σ’ αυτό το μοιρασμένο νησί με τις τρεις επικυριαρχίες και την υπό διεθνή διοίκηση νεκρή ζώνη, με τους στρατούς και τις πάμπολλες σημαίες, όλοι αισθάνονταν ευτυχείς να είναι σατράπες και γκουρού στο δικό τους φέουδο.  Εν τέλει πρόκειται για έναν σουρεαλιστικό πίνακα: Υπερπρονομιούχες κυρίες, με ειδικότητα στο πολιτικό σέρφινγκ που καπηλεύονταν δυστυχισμένες αγρότισσες άλλων εποχών, για να προωθούν την δική τους ατζέντα. Βολεμένοι αγωνιστές του αντιαποικιακού αγώνα, στους οποίους η πατρίς έχει ανεξόφλητα χρέη, ακόμη και όταν καταχρώνται τεράστια ποσά. Διεφθαρμένοι γραφειοκράτες που εκμεταλλεύονταν εργατικούς αγώνες, όπως αυτούς των μεταλλωρύχων, για να κτίζουν την δική τους καριέρα.

Και όλοι να επιπλέουν όπως οι φαλλοειδείς φελλοί, με άντεργκραουντ διασυνδέσεις, επικαλούμενοι μύθους που δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα.  Με ένα χλιδάτο  λάιφσταϊλ  που ουδεμία σχέση έχει  με όσα επαγγέλλεται η ιδεολογία ή η θρησκεία τους.

Οι άνθρωποι της κουλτούρας εξεμάνησαν γιατί κάποιοι έσβησαν με μπογιά ένα αριστούργημα της στριτ αρτ.  Μα έτσι δεν είναι η ζωή στο νησί;  Με λείψανα θαμμένα και σκεπασμένα σε λάκκους; Με αφηγήματα που απέχουν της πραγματικότητας με ένα βαμμένο, φτιασιδωμένο παρελθόν.

Όπως μια υπερεκτιμημένη καρέκλα.  Πασαλειμμένη με χρυσομπογιά.  Και νεραϊδόσκονη!

Όμως αύριο είναι μια άλλη μέρα.  Με την δύναμη μιας λέξης αρχίζω και πάλι τη ζωή μου.

Γεννήθηκα να σ’ αγαπώ ελευθερία!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη