«Αέναη εκδρομή στο λιβάδι των λέξεων: Μία «ανάγνωση» της ποιητικής συλλογής «Σε ανακηρύσσω νικήτρια» του Νίκου Παπάνα», ένα κριτικό σημείωμα της φιλολόγου και ποιήτριας  Ιωάννας Ευθυμιάδου

Η ποιητική πορεία του Νίκου Παπάνα αντανακλά μια διαδικασία ανάβασης από το ατομικό επίπεδο, το γεμάτο ένταση και πάθος, σε ένα άλλο επίπεδο, που κάνει ορατή την αθέατη και σκοτεινή πλευρά των πραγμάτων, ακόμη και της γραφής. Με τη δεύτερη ποιητική του συλλογή επαναπροσδιορίζει εναργέστερα τον προσωπικό ποιητικό του χώρο. Βασικοί πόλοι της ποιητικής του ιδιοφυΐας, που εγγράφονται στο σώμα της Ποίησης, είναι ο Έρωτας-Αγάπη για το γήινο και η αγωνία για το Αιώνιο. Η συνεχής πάλη με τις λέξεις, που αρθρώνονται για να δώσουν υπόσταση στο αντικείμενο του πόθου και η τελική ταύτιση της Γυναίκας με την Ποίηση.

Τα αρχέτυπα Έρωτας-Μοναξιά-Θάνατος παρόντα πάντα στην ποίησή του. Ο θάνατος όχι με τη βιολογική του έννοια, αλλά με την έννοια της απώλειας, του τραύματος που αφήνει πίσω το ανεκπλήρωτο και ανέφικτο. Αυτά τα αρχέτυπα βρίσκονται σε διάλογο με την προσωπική περιπέτεια, οδηγώντας στην περιπέτεια της γραφής μέσω του ποιήματος-γεγονότος. Ποιητική διατύπωση και ποιητικό όραμα βρίσκονται σε διάλογο μα και αντιδικία. Στον ερωτικό αγώνα μεταξύ Λόγου-Γλώσσας και ποιητικού υποκειμένου το τελευταίο προχωρά στην παραδοχή της ήττας του. Η Γλώσσα-Λόγος αναδεικνύεται νικήτρια. Κάπως έτσι διαβάζω τον τίτλο της συλλογής, «Σε ανακηρύσσω νικήτρια» (Εκδόσεις Ιωλκός, 2021), και τίτλο του τέταρτου ποιήματος της πρώτης ενότητας.

Από τα θρανία της συλλογής «Πρώτη δημοτικού και άλλα» (Εκδόσεις Ιωλκός, 2019) προχωρά στην ανακήρυξη της νίκης του Άλλου: της ετερότητας. Η γλώσσα ως ετερότητα και ο ποιητής σε συνεχή μαθητεία. Τα ποιήματα γίνονται ιεροί δείκτες μιας οδυνηρής πορείας, της υπαρξιακής αγωνίας μπροστά στο κενό. «Γνώση του ποταμιού σημαίνει να σαι μέσα στο ποτάμι», για να θυμηθούμε τον Τάκη Σινόπουλο. Και ο ποιητής – δημιουργός γυμνός οντολογικά και εκτεθειμένος βουτάει στα νερά του Έρωτα. Μπαίνει στην περιπέτεια της αναμέτρησης, στην περιπέτεια της γραφής ολόκληρος, αφήνεται στον κίνδυνο χωρίς πανοπλία, για να παραδοθεί εν τέλει με την αθωότητα του παιδιού στην αδιαμφισβήτητη νικήτρια – την Ποίηση.

Η πρώτη ενότητα φέρει τον τίτλο «Το ρολόι μου», δανεισμένο από τον τίτλο του δεύτερου ποιήματος της ενότητας. Στο «Ανεξημέρωτο φιλί» διαβάζουμε:

 

Πώς μαγνητίζεις τα πόδια μου;

 

Ακούραστα σ’ αναζητούν,

θαρρείς κι επιμένουν να χαίρονται

που οι πέτρες τα ματώνουν

σ’ αδιέξοδα μονοπάτια

 

Δεν του προσφέρθηκε το δώρο της ποίησης ανέξοδα. Το κατέκτησε με αγώνα. Μόνο ματώνοντας οι λέξεις γίνονται σώμα, γίνονται πνοή. Ο χρόνος απειλητικός μα και φίλιος, σε όλες του τις διαστάσεις. Ο ποιητής κουρντίζει συνεχώς το ρολόι του σαν σε στάση αναμονής. Αυτό αποκτά προς στιγμήν το πρόσωπο της αγαπημένης. Το άγγιγμά της προσπαθεί να νιώσει στο δέρμα του. Μα η αδυναμία της αφής τού θυμίζει πως τα δευτερόλεπτα τρέφονται από τις σάρκες του. Εδώ μου έρχεται στον νου ο χαμένος λεπτοδείχτης του ρολογιού της Κικής Δημουλά, με το οποίο χρονομετρά τις επιδόσεις των αναχωρήσεων, ενώ συνειδητοποιεί πως ο χαμένος λεπτοδείκτης είναι η ενσάρκωση του απολωλότος χρόνου των θωπειών: «ποιο απολωλός κλάσμα δευτερολέπτου με ενέπλεξε στην αμαρτωλή συντομία του πάλι».

Στο ποίημα «Σε ανακηρύσσω νικήτρια» το ποιητικό υποκείμενο παρουσιάζεται ανίσχυρο απέναντι στον έρωτα, όπως, άλλωστε, κάθε ερωτευμένο υποκείμενο. Ο λόγος αρθρώνεται μουσικά: μπορώ και σου απαντώ/ εύγλωττες φράσεις μουσικές για να αποσυντεθεί, να αφανισθεί σχεδόν: τα λόγια χάνονται/ θριαμβεύει ο κόμπος του λαιμού- αμήχανη ζάλη. Το ανομολόγητο δίλημμα, τα λάφυρα της προσμονής – νίκη κρυφή σ’ αυτόν τον άνισο αγώνα. Κι έτσι τίποτε δεν χάνεται, παρά μεταμορφώνεται στα πιο αγκαθωτά μα και πιο κόκκινα τριαντάφυλλα. Μήπως σε ποίημα;

Άλλοτε πάλι η ειρωνική ματιά και ο αυτοσαρκασμός γίνεται η χειρονομία του ποιητή μπροστά στο υπαρξιακό κενό, που αφήνει η ματαίωση με την γλυκόπικρη γεύση της σαν το γλυκόπικρο «Negroni». Στο «Carpe noctem» η κορύφωση του αυτοσαρκασμού. Αναμέτρηση με τη λευκή σελίδα, αναμέτρηση με τα όρια. Ο φόβος του κενού, η αγωνία της εγκατάλειψης από τη Μούσα – έμπνευση. Ως αυτοτιμωρία ο καθρέφτης επιστρέφει το είδωλο της αγωνίας. Μικρή υπενθύμιση πως ο αγώνας με τη γλώσσα είναι συνεχής.

Στο «Παραλύω με όρους μαθηματικούς» η επίγνωση της ματαιότητας να ξεγελάσει κανείς με τεχνάσματα και κατασκευές την αγωνία του δημιουργού, που «κουβαλάει τόνους άμορφο υλικό από τη μια άκρη της λευκής σελίδας στην άλλη». Κι ας αισθάνεται πια τόσο άχρηστος και περιττός. Αφού δεν υπάρχει ευτυχισμένος έρωτας, όπως μας επεσήμανε κάποτε ο Λουί Αραγκόν. Ο έρωτας χρωματίζεται από μια απουσία. Το ον που περιμένει ο ποιητής δεν υπάρχει. Το δημιουργεί, γιατί έχει ανάγκη από αυτό. Ο Άλλος δεν κατακτιέται. Έναν άγνωστο αγαπάμε. Έναν ξένο. Ο ποιητής ψηλαφεί στη μαγεία της προσμονής. Γοητεύεται από το σκοτεινό αίνιγμα της αγάπης. Από τη σκοτεινή πηγή της δημιουργίας:

Φωτιά θα σ’ αφήσω να σβήσεις, /στάχτη, παντού στάχτη, /και θα διατυπώσω ένα αιχμηρό ολοκλήρωμα/ μήπως η δόξα της γίνει δική μου

Φωτιά που καίει τα σωθικά για να θριαμβεύσει η ποίηση και μ’ ένα «αιχμηρό ολοκλήρωμα» το ποιητικό υποκείμενο ελπίζει να οικειοποιηθεί αυτόν τον θρίαμβο. Επιθυμία να ξαναβρεί στον Άλλο τη χαμένη δική του πλευρά. Ξύνοντας την ανοιχτή πληγή της προσμονής, χωρίς κραυγή ωστόσο μα με μια ομιλούσα σιωπή, εκκωφαντική ενίοτε. Στο τελευταίο ποίημα της ενότητας με τον τίτλο «Ίλιγγος» διαβάζουμε:

Απότομα, βέβαια, αλλά τουλάχιστον/ έγκαιρα μ’ άφησες να πέσω   

Η πτώση, το fall in love, αλλά και το χορικό της Αντιγόνης: «ός εν κτήμασι πίπτεις». Ο Έρωτας απλώς εμπίπτει. Το γνωρίζει το ποιητικό υποκείμενο πως έτσι γίνεται συνήθως. Αλλά γιατί υποφέρει ακόμη από ιλίγγους; Είναι ο ίλιγγος που προκαλεί το αενάως κυοφορούμενο ποίημα, που με την υγρασία του συναισθήματος του πάσχοντος σώματος θα αναδυθεί στο φως της Ποίησης. Η ένωση του ποιητή με το ερωτικό σώμα της γλώσσας θα φέρει το ποίημα στο φως. Ο έρωτας δεν ορίζεται από μια «ερωτική ιστορία» με αρχή και τέλος. Ο Έρωτας, όπως το «είναι» κατά τον Παρμενίδη είναι Αγέννητον και Ανώλεθρον. Και το τέλος δεν είναι παύση. Το τέλος είναι τελείωση. Αυτή η τελείωση είναι το ποίημα που γεννιέται.

Ο έρωτας, λοιπόν, είναι η κινητήρια ενέργεια κάθε μορφής ύπαρξης. Είναι τόπος ζωής και άρνηση του θανάτου. Είναι η δύναμη στην οποία ολόκληρος ο κόσμος οφείλει τη συνοχή του, όπως μας δίδαξε ο Freud. Αποτρέπει το κομμάτιασμα. Οδηγεί στο Εν. Ο λόγος προσφέρεται στο αντικείμενο του πόθου σαν μια πράξη αγάπης. Λέξεις και κινήσεις για να αποτραπεί το θρυμμάτισμα. Η παρουσία του άλλου είναι το εμπόδιο στο θρυμμάτισμα.

Όμως, η ματαίωση, η ήττα οδηγούν εν τέλει σε «Μια ιστορία σε θραύσματα» του δεύτερου μέρους. Εδώ τα θραύσματα δεν αφήνονται στην τύχη τους, αντίθετα οργανώνονται κάτω από την αυστηρή και σφιχτή δομή των χαϊκού. Απόλυτος έλεγχος του τραύματος, ώστε να μετατραπεί σε ζώσα φλόγα δημιουργίας. Κυρίαρχα τα φαινομενικά αντιθετικά ζεύγη στα χαϊκού. Μισός στο φως και μισός στο σκοτάδι, μην ξέροντας ποιο είναι το φως και ποιο το σκοτάδι. Συντριβή και τρυφερότητα το ψυχικό αποτύπωμα. Έκφραση βάθους με απόλυτο έλεγχο των μέσων.

Ακολουθεί ο επίλογος με το «Γαλάζιο αδιέξοδο». Το Γαλάζιο είναι ο τεχνητός ουρανός που δημιουργεί η ποίηση, υπόσχεση χρώματος και φωτός. Ουρανός που αίρει το αδιέξοδο. Ο ποιητής βγαίνει αλώβητος. Γνωρίζει ήδη τον δρόμο προς το ποίημα. Αυτή η εκδρομή ποτέ δεν τελειώνει μας δίδαξε ο Εμπειρίκος. Εκδρομή στο λιβάδι των λέξεων που ανθίζουν τα πρωινά μετά την ευεργετική υγρασία της νύχτας, κι ας είναι αυτή ενίοτε από αίμα. Νοσταλγία της αθώας παιδικότητας, ή μήπως ποίηση που γεννιέται με την καταβύθιση στις πιο αθώες, αρχέγονες πηγές του εαυτού;

Αγαπώ την ποίηση του Νίκου Παπάνα, γιατί ανοίγει θαυματουργά παράθυρα προς την ελπίδα. Γιατί με βοηθά να αναπνέω έχοντας ταυτόχρονα επίγνωση της πληγής. Βαθιά ευγνωμοσύνη στις ήττες, τα τραύματα, σ’ αυτές τις αστείρευτες πηγές απ’ όπου ανασύρονται οι λέξεις, για να γίνουν σώμα, το σώμα της Ποίησης. Τελικά η ανάγνωση και δη της Ποίησης αποτελεί ύψιστη πράξη αυτογνωσίας. Κι αυτή κερδίζεται, όσο και όπου, μέσω της ετερότητας. Έτσι κάθε ερμηνεία είναι τρωτή όσο και αυθαίρετη. Μα η δύναμη ενός έργου βρίσκεται στην ικανότητά του να σε μεταμορφώνει και να μεταμορφώνεται.

Ο Χαίλντεριν μας το θυμίζει με τον δικό του τρόπο:  «Ένα σήμα είμαστε ανερμήνευτο».

Ίσως σας αρέσει και

1 Σχόλιο

  • Αντώνης Παρτσινεβελος
    28 Ιανουαρίου 2023 at 01:16

    Ένα υπέροχο ταξίδι της σκέψης στον Έρωτα.

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη