«Ένα κριτικό σημείωμα για την ποιητική συλλογή ‘Σας αρέσουν τα σονέτα;’ του Νίκου Παπάνα», γράφει o φιλόλογος Κώστας Πετρόπουλος

Σας αρέσουν τα σονέτα; τιτλοφορείται η τρίτη ποιητική συλλογή του Νίκου Παπάνα, η οποία κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Ιωλκός. Όπως γίνεται ολοφάνερο από τον τίτλο, περιλαμβάνει σονέτα. Το σονέτο θεωρείται από τις πιο δύσκολες και αυστηρές μορφές της παραδοσιακής ποίησης. Στην Ελλάδα το γνωρίσαμε από την Επτανησιακή Σχολή, αλλά και από τη γενιά του Παλαμά, ενώ το υπηρέτησαν και πολλοί νεότεροι δημιουργοί. Η παρούσα συλλογή αποπνέει την αγάπη για το σονέτο. Περιέχει, μάλιστα, 14 σονέτα, όσοι και οι στίχοι καθενός από αυτά. Τα σονέτα κοσμούνται με πολύ ταιριαστά χαρακτικά της Ρένας Ανούση-Ηλία.

Ωστόσο, πρέπει από την αρχή να τονιστεί ότι συναντούμε την ανανεωμένη μορφή του σονέτου: μόνο τρία έχουν την παραδοσιακή ομοιοκατάληκτη μορφή, ενώ τα περισσότερα είναι σε ελεύθερο στίχο. Πάντως, αν και χωρίς ομοιοκαταληξία, τα σονέτα διατηρούν τον παραδοσιακό χωρισμό σε τέσσερις στροφές και, με εντυπωσιακό τρόπο, τη διάταξη των εννοιών με τέτοιο τρόπο, ώστε το εξάστιχο (δεύτερο ήμισυ) να γενικεύει, να συμπληρώνει ή να συνδιαλέγεται με το οκτάστιχο (πρώτο ήμισυ). Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Τατουάζ ψυχής, στο οποίο διαβάζουμε για τον ύπνο (εφιάλτη) στο οκτάστιχο και για τον ξύπνο στο εξάστιχο:

 

Εφιάλτης, με ξύπνησε εφιάλτης:

Δεν μπορούσα, λέει, να θυμηθώ

την παρένθετη λάμψη, τους ημιτελείς κραδασμούς

εκείνης της συνάντησής μας.

Δεν μπορούσα ─ το λυκόφως των μαλλιών σου,

τη διωκόμενη θρησκεία της φωνής σου,

νοερά βιολιά, ματιές μολότοφ,

επώδυνη διαστολή του σώματος.

Ξυπνώντας, όμως, γνωρίζω καλύτερα.

Η θύμησή σου δε χάνεται: είν’ η κουβέρτα μου,

τυλίγομαι σφιχτά και με ζεσταίνει.

 

Δε χάνεται η μορφή σου: περιουσία μου, φυλαχτό μου.

Την αγγίζω, την κοιτώ, χαραγμένη περίτεχνα

στην ψυχή μου ανεξίτηλο τατουάζ.

 

Ανάλογη αρχιτεκτονική διάταξη των εννοιών θα συναντήσουμε στα περισσότερα σονέτα. Για παράδειγμα στο σονέτο με τίτλο I got the bullets το οκτάστιχο αναφέρεται εξιδανικευτικά στον James Dean, ενώ το εξάστιχο στο ίδιο το ποιητικό εγώ. Τέλος, υπάρχουν και ελάχιστα σονέτα στα οποία ο πειραματισμός με τη μορφή είναι τολμηρότερος, όπως στο ομότιτλο (Σας αρέσουν τα σονέτα;), το οποίο αρχίζει και κλείνει με δίστιχα.

Τα τρία ομοιοκατάληκτα σονέτα αναφέρονται σε αντίστοιχα της παραδοσιακής μας ποίησης. Και το καθένα αφιερώνεται στον παλιότερο ποιητή. Στα σονέτα αυτά διαπιστώνουμε δεξιοτεχνική χρήση του ιαμβικού ενδεκασύλλαβου (του στίχου που απαντά στα περισσότερα Επτανησιακά σονέτα) με εντυπωσιακή αξιοποίηση της συνίζησης, της χασμωδίας, του διασκελισμού και της παρήχησης. Σε αντίθεση, όμως, με τον παραδοσιακό ποιητικό λόγο, συχνά συναντούμε σαρκαστική ή αυτοσαρκαστική διάθεση, όπως άλλωστε και στις προηγούμενες συλλογές του Παπάνα. Επίσης, συνδυάζονται λέξεις και εκφράσεις της παραδοσιακής ποίησης (σμίλη, ασφοδίλι, χερουβική ομορφιά), συχνά ειρωνικά χρησιμοποιημένες, με πιο σύγχρονες, «σκληρότερες» λέξεις, όπως ημιτελείς κραδασμούς, μολότοφ και άλλες.

Το πρώτο παραδοσιακό σονέτο (Γλώσσα μιας άλλης εποχής) αναφέρεται σε σονέτο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Το σύγχρονο ποίημα είναι πιο αγωνιώδες με εντονότερο ερωτικό στοιχείο από το παλιότερο. Το δεύτερο (Η γέρικη ελιά σήμερα) συνδιαλέγεται με το σονέτο Η ελιά του Λορέντζου Μαβίλη, ένα από τα γνωστότερα παραδοσιακά σονέτα της Ελληνικής λογοτεχνίας. Με δεξιοτεχνία ο Παπάνας χρησιμοποιεί λέξεις και ομοιοκαταληξίες του παλιότερου σονέτου στο δικό του. Ας θυμηθούμε την πρώτη στροφή από το σονέτο του Μαβίλη:

 

Στην κουφάλα σου εφώλιασε μελίσσι,

γέρικη ελιά, που γέρνεις με τη λίγη

πρασινάδα που ακόμα σε τυλίγει

σα νά ’θελε να σε νεκροστολίση.

Κι ας δούμε το σονέτο του Παπάνα:

Πάντα θαυμάζω εκείνο το μελίσσι,

γέρικη ελιά, όσο κι αν είναι λίγη

η γνώση μου για το βιβλίο που ανοίγει

στα θαμπωμένα μάτια μας η φύση.

 

Την ποίηση έχω καλά γνωρίσει:

Εικόνων, ήχων, λέξεων το κυνήγι,

λάσπη και βογγητό λύπης να φύγει ─

την ομορφιά πολύ έχω αγαπήσει.

 

Μόνο τα όνειρά μου, τίποτε άλλο…

Μες στους πολύβοους δρόμους αμφιβάλλω

αν θα γινόσουνα ποτέ δική μου.

 

Χλωμή παρηγοριά μου, που σε χάνω,

πάθους οροσειρά, μα και πιο πάνω

πολύχρωμο αερόστατο η ψυχή μου.

 

Όπως γίνεται φανερό, το εξάστιχο (έπειτα από τη μεταβατική δεύτερη στροφή) εκφράζει τις αγωνίες του ίδιου του ποιητικού εγώ. Το τελευταίο μένει μόνο κι αβοήθητο στον ιδιωτικό χώρο των ονείρων, ενώ η απώλεια της παρηγοριάς και του έρωτα το οδηγεί σε μια δραματική κλιμάκωση ασυνήθιστη για την παραδοσιακή ποίηση.

Το τρίτο παραδοσιακό σονέτο (Καλότυχοι οι παλιοί) αναφέρεται στο σονέτο Λήθη του Μαβίλη. Το θέμα, όμως, είναι τελείως διαφορετικό και η διάθεση σαρκαστική, τόσο για τις υπερβολές της παραδοσιακής ποίησης, όσο και για το ίδιο το ποιητικό εγώ.

Εντύπωση προξενεί η έντεχνα τολμηρή γλώσσα. Η γραφή είναι πλούσια σε εικόνες, αλλά πυκνή: το λυκόφως των μαλλιών σου,/τη διωκόμενη θρησκεία της φωνής σου. Χρησιμοποιούνται απροσδόκητοι, εκρηκτικοί συνδυασμοί λέξεων: ματιές μολότοφ. Αν μάλιστα προσέξουμε ότι αυτές είναι δίπλα στα νοερά βιολιά, γίνεται φανερή η λυρική τόλμη.

Ας ξαναγυρίσουμε τώρα στον τίτλο της συλλογής. Αποτελεί λογοπαίγνιο, παραπέμποντας ─ ίσως ─ στο γνωστό μυθιστόρημα Σας αρέσει ο Μπραμς; Πέρα, όμως, από αυτό, δεν πρέπει να υποτιμήσουμε το νόημα της ερώτησης. Μήπως ο ποιητής δηλώνει ότι ενδιαφέρεται η συλλογή του να μη θεωρηθεί ερμητική, απευθυνόμενη σε λίγους, αλλά ν’ αγγίξει τις καρδιές περισσότερων; Πράγματι, πέρα από τα φορμαλιστικά στοιχεία, η θεματολογία παραμένει πανανθρώπινη. Κυριαρχεί ο έρωτας, που σκάβει τον άνθρωπο με των παθών τη σμίλη, ξεφεύγει με φευγαλέα σκιρτήματα σε απόρθητα βουνά, και οδηγεί σε επώδυνη διαστολή του σώματος. Όπως και στην προηγούμενη συλλογή (Σε ανακηρύσσω νικήτρια, Εκδόσεις Ιωλκός, 2019), τις περισσότερες φορές μένει ανολοκλήρωτος και απρόσιτος: τους ημιτελείς κραδασμούς/εκείνης της συνάντησής μας. Θριαμβεύει, σαν παράξενο λουλούδι, που τα πέταλά του ανθίζουν στο σκοτάδι,/οι ρίζες του ποτίζονται με δάκρυα. Και μένει αιώνια προσωρινός, ξεφεύγοντας από κάθε ορισμό (Αδύνατο να τον ορίσει ορισμός).

Με αφορμή τον έρωτα, η ψυχή τρέπεται προς την Ομορφιά (Όμως, για χάρη τους την Ομορφιά αγαπούμε), καθώς εξάλλου διαβάζουμε και στο Μπωντλαιρικό μότο της συλλογής. Έτσι γεννιέται η περιπαθής εξιδανίκευση: ο ποιητής προσπαθεί να ξεφύγει από τους περιορισμούς και τις συμβάσεις (στρατιά σκυθρωπών αγαλμάτων), αναζητώντας ψήγματα κρυφής ελευθερίας. Και καταλήγει να επινοεί τη δική του, προσωπική θάλασσα ως ιδιωτική γαλάζια αιωνιότητα.

Τελικά, ο ποιητής κερδίζει το στοίχημα ν’ αγγίξει τις καρδιές των αναγνωστών, αλλά και να δώσει νέα ζωή στο σονέτο. Και, βέβαια, να πείσει τον αναγνώστη ότι τα σονέτα έχουν τη θέση τους και σήμερα.

 

Κώστας Πετρόπουλος, φιλόλογος

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη