Ένας άνθρωπος λέει στον άλλον –
Κανένας δεν θέλει να με αγοράσει·
Με παίρνουν στο δοκιμαστήριο και με βάζουν πίσω
Κρεμιέμαι στο μαγαζί,
Όμως θα ‘θελα σε κάποιο σπίτι να ζήσω.
Κάποιοι λένε ότι το σχέδιο δεν ταιριάζει
Για άλλους είμαι μικρός, για άλλους μεγάλος
Φαίνεται ήμουν στραβά πακεταρισμένος
Ο Θεός άσχημα με είχε συσκευάσει.
Μήπως με φορούσε λάθος μανεκέν,
Μήπως έπρεπε να με κρεμάσουν κάπου αλλού…
Το μάξιμουμ ήμουν κρεμασμένος σε χέρι καπαοιανού
Ή πεταγμένος με άλλα ρούχα και σουτιέν.
Κανέναν όμως δεν έχω δει γυμνό,
Κανέναν δεν ζέστανα, δεν στόλισα.
Πιθανόν, είμαι κάτι παράλογο και φρικτό.
Πιθανόν δεν είμαι της μόδας, αλλά του δυστυχήματος.
Και όταν θα ‘ρθει ώρα του ξεπουλήματος,
Μαζί με άλλα ρούχα στον κοινό κάδο θα σκορπιστώ
Με πολλές τρύπες, τεντώματα, λεκιασμένος,
Βλέπεις, είμαι πολύ δυστυχισμένος.
Ένας άνθρωπος λέει στον άλλον –
Πάρε με, άμα θες δωρεάν.
Δεν με έχει φορέσει κανείς,
Είμαι αφόρετος και δυστυχής.
Ο άλλος τον στραβοκοιτάζει,
Παίρνει το διπλανό φουστάνι και το αγοράζει.
Το ποίημα “Άνθρωπος ρούχο” της Chelsea D. παρουσιάζεται στη Λόγω Γραφής σε πρώτη δημοσίευση.
Αφήστε το σχόλιο σας