Άδραξέ με! Ελευθερώσου! Άδραξέ με… Άπλωσ’ τα χέρια σου και πάρε με. Στο επιτρέπω. Και μη σκεφτείς ούτε στιγμή ότι με πόνεσες. Και μη σκεφτείς ούτε στιγμή ότι φοβάσαι.
Μονάχα ο φόβος του θανάτου μας ταπείνωνε, κι αυτός νικήθηκε. Άδραξέ με.
Πόσες στερνές ανάσες πια; Πόσες ελπίδες; Πόσα του λόγου τα κρυφά, τ’ ανείπωτα;
Δε βλέπω φως και τα σκοτάδια σου πονούν τα μάτια μου. Δε βλέπω τίποτα. Μονάχα εσένα.
Άδραξέ με! Ξεβολέψου, εμπρός, ξεκούναγε! Πόσες φορές νομίζεις θα ‘ρθει να το ζήσεις; Πόσες φορές που θα γυρνώ στα σκαλοπάτια σου και θα ριγώ στον ήχο της φωνής σου;
Δε θέλω λέξεις, ούτε παύσεις, μόνο ένα άγγιγμα. Θέλω μονάχα ένα φιλί στο στόμα! Δεν είναι σύμβαση, ούτε παράδοση, δεν είναι έρωτας. Δεν είναι άνομο, ούτε ανίερο, είναι ανάγκη!
Αδράχνω είναι αρπάζω, εκμεταλλεύομαι. Μα πίστεψέ με, δεν είμαστε η περίπτωση, αφού σ’ αφήνω να μ’ αδράξεις, στο ζητάω! Και στέκομαι κοιτώντας το «αρπάζω». Μονάχα οι άντρες επιτρέπεται να αρπάζουνε, τι δεν κατάλαβες;
Αφήστε το σχόλιο σας