Νύχτα μακριά και μες την ερημιά
σε μια σπηλιά απ’ όλους ξεχασμένη,
ήταν να βγάλει πάλι η ελπίδα μας φτερά,
να βρει το δρόμο της ξανά η οικουμένη.
Εν’ άστρο, αλλιώτικο, οδηγεί
τρεις ξένους με τα χέρια φορτωμένα.
Τέτοιο το φέγγος!
Να ’ναι αυτή μια νέα αρχή;
Σκιρτάει η καρδιά κι η φύση εδώ σωπαίνει.
Με τρία άκακα ζωάκια ζεστασιά
κι ένα αχυρένιο στρώμα πρόχειρα φτιαγμένο
γεννιέται η Αλήθεια, που ήταν και θα είναι, ταπεινά,
δεν θέλει κρότο αυτό το Φως για να τυφλώνει.
Να τυλιχτώ αυτή τη σιγαλιά,
στα μάτια Σου τον κόσμο να ελπίσω
και να φορέσω τη δικιά Σου ζεστασιά,
μικρή κουκίδα η μοναξιά και να τη σβήσω.
Αφήστε το σχόλιο σας