Μικρούτσικο ποιητάκι αγγίζει γραμμή,
Τις λέξεις και συνηχήσεις προσεκτικά ταξινομεί.
Με ασταθή ρυθμό και ύφος κακότεχνο
Αναπτύσσει ένα θέμα εξαντλημένο και ανόητο.
Διώχνουν το ποιητάκι – μεγάλωσε πρώτα!
Να διαβάζεις, να καταβροχθίζεις, να τσακιστείς.
Μικρούλης είσαι ακόμα, αλλά όταν γίνεις τριάντα
Μπας και γράψεις κάτι περί της πραγματικής ζωής.
Όλοι εδώ καθόμαστε – κορεσμένα μυαλά,
Το Χρυσό Αιώνα τρώγαμε με κουτάλι.
Ενώ εσύ είσαι χαζούλικο ποιητάκι απλά,
Τίποτα άξιο στο δικό σου κεφάλι.
Το ποιητάκι φεύγει ψύχραιμα,
Στις κοροϊδίες δεν δίνει σημασία.
Γράφει στο συρτάρι με την ησυχία,
Έτσι είναι πιο απλά και ήρεμα.
Σε μισό αιώνα τα ποιήματά του θα ανακαλυφθούν
Στους λογοτεχνικούς λάκκους, ομοιοκαταληξιών σκουπιδαριό.
Επιτέλους Ποιητή ή ακόμα και Ήρωα θα τον καλούν
Μόνο που δεν τον πέτυχαν ζωντανό.
– Πέθανε, λοιπόν, αλλά τι ζωή είχε,
Αμέσως να εκδώσουμε δική του συλλογή.
…Ποιός μουρμουρίζει εκεί; Νέο ποιητάκι; Φύγε!
Άσε μας να ευχαριστηθούμε αυτά που έχουν χαθεί.
Αφήστε το σχόλιο σας