«Ο κάβουρας», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

«Μη μου μιλάς σε παρακαλώ. Μόλις ξύπνησα από έναν ύπνο που δεν απόλαυσα καλά καλά. Καφέ και τσιγάρο ακόμη δεν άγγιξα και είμαι εντελώς εκτός».

«Έλα όμως που εγώ που οφείλω να είμαι εντός, σε ρωτώ ειρηνικά ‘’τι θέλεις να φάμε σήμερα αγάπη μου;’’»

«Καλά σου μιλάω σε άπταιστα Ελληνικά ότι δεν ήπια ακόμη καφέ και συ αντί να δείξεις κατανόηση, με ρωτάς για  τόσο σοβαρά πράγματα; Είσαι σοβαρή;»

«Άκου Νώντα, Επαμεινώνδα, πρέπει να πάω για ψώνια. ’Εχω σηκωθεί από τα άγρια χαράματα, με περιμένουν χίλια δυο να κάνω ΜΟΝΗ μου και όλα αυτά, δεν χαμπαριάζουν αν και εγώ ήπια ή δεν ήπια καφέ ακόμα. Τώρα που θα φτιάξω τον δικό σου, ίσως πιω κι’ εγώ καμιά γουλιά. Βιάσου λοιπόν να είσαι σύντομα ΕΝΤΟΣ, γιατί το μεσημέρι που θα με ρωτάς  ‘’τι έφτιαξε να φάμε σήμερα η καλή μου γυναικούλα;’’ θα σου απαντήσω μετά λύπης μου ότι έκανα αβγά βραστά και ντοματοσαλάτα».

«Α για να σου πω Κρινιώ και εργένης να ήμουνα σκέτα αβγά βραστά δεν θα έφτιαχνα ποτέ, δεν θα το διανοούμουνα καν».
«‘Ελα και όσο γίνεται το καφεδάκι σου πες μου τι θέλεις αλήθεια να σου μαγειρέψω σήμερα; Τέσσερις οι εναλλακτικές και μη μου πεις θα ζητήσεις τη γνώμη του κοινού:

1η Γεμιστά

2η Κοτόπουλο με πατατούλες στο φούρνο

3η αβγά βραστά

4η ΤΙΠΟΤΑ, που είναι και μια πολύ υγιεινή και ξεκούραστη λύση».

«Μισό να σκεφτώ. Α, δεν μου κάνεις ένα γιουβετσάκι; Καιρό έχουμε να το φάμε, πάρε και λίγο κρασάκι από εκείνο το κοκκινέλι το στυφό που είναι γουλιά και συχώριο και καμιά ελίτσα θρούμπα και είμαστε εντάξει. Μόνο κοίτα Κρινιώ, μη φτιάξεις κανένα καζάνι και τρώμε τρεις μέρες, γιατί για να πετάξω φαγητό, ούτε που να το σκεφτώ…»

«Καλώς. Λεφτά…»

«Τι λεφτά; Δεν σου έδωσα χθες ολόκληρο εικοσάρι;»

«Πρώτον, δεν μου το έδωσες χθες αλλά προχθές και δεύτερον ξέρεις τι αγοράζεις με το εναπομείναν ποσόν; Μόνο τις θρούμπες και αν… Όχι, σου το λέω γιατί εσύ είσαι ικανός να ζητάς και ρέστα από το εικοσάρι! Τι καλά που θα ήταν βρε  Νώντα μου να ψώνιζες εσύ από μπακάλη και χασάπη για να αποκτήσεις συνειδητά μια πιο σφαιρική  εικόνα του τι παίζει στην αγορά τροφίμων που ηθελημένα το αγνοείς, αφήνοντας εμένα να βγάζω άσους από το μανίκι μου χωρίς παραδάκι. Γιατί το λιγότερο που θα είχες να κάνεις θα ήταν να αναρωτηθείς: ‘’μα καλά, πού στην ευχή τα βρίσκει τα λεφτά η γυναικούλα μου που την έχω, α, όλα κι όλα, κορώνα στο κεφάλι μου;’’

«Κατάλαβα. Πάλι με καμιά πίτσα θα την βγάλουμε. Και καλά που η πιτσαρία είναι στη γειτονιά. Μάς δίνει λύσεις στα αδιέξοδά μας».

«Μα φυσικά. Δίκιο έχεις. Υγιεινή τροφή και φτηνή σχετικά. Δύο πίτσες είκοσι ευρώ οι απλές συμφέρει καλύτερα  από το να βάλω στη φουφού τσουκάλι. Μη ξεχνάς είναι και το φαστβουντάδικο. Ένα δεκάρικο η μερίδα το φαγητό, μπαγιάτικο ή φρέσκο που να το ξεχωρίσεις, χωρίς ένα σαλατικό, μια μπύρα, ένα φρούτο. Αν τα θέλεις οπωσδήποτε και αυτά, πάει το εικοσάρι η μία η άλλη έρχεται πάλι, άσε που δεν θα χορτάσεις και φαγητό, εγώ δεν παίζω στο ταμπλό βέβαια και  για πέταμα φαγητού στα σκουπίδια ούτε σαν σκέψη, κάτι είναι και αυτό.

Σε άπταιστα Ελληνικά καταλήγω να σου πω, ΔΙΑΛΕΓΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΡΝΕΙΣ. Εσύ είσαι το αφεντικό κι η κολώνα του σπιτιού, το σωστό να λέγεται και δεν το παίζω εγώ φεμινιστικούρα του κερατά είμαι ανατολίτισσα εγώ, να ξέρουμε και τι λέμε.

Τώρα δώσε μου ένα πενηντάρι να πάω στη λαϊκή, να πάρω κανένα ζαρζαβατικούλι και κανένα σταφύλι που θα περάσει η εποχή τους και δεν θα τα έχουμε δοκιμάσει και μη ξεχνάς τι σου είπε ο γιατρός τις προάλλες, ‘’Μεσογειακή δίαιτα φίλε μου κάνει καλό στην καρδιά’’. Ε μα πια! Όλο μοσχαρίσιες σπαλομπριζόλες (πού τις θυμήθηκα η μαύρη), αστακό και χαβιάρι; Ποιος είσαι κύριε, ο Ιμπ Σαούντ; Τέτοια σε τάιζε η κυρά Τασία, καλή της ώρα εκεί που είναι, στο χωριό σας; Όχι. Πάθατε τίποτα ποτέ; ΟΧΙ. Γιατί να μην ακολουθήσουμε αυτή την συνταγή της πεθερούλας μου αλλά και της δικής μου μάνας, δεν λέω;

Για να τρώμε δικά μας ζαρζαβατικά βιολογικά, κήπο να φυτέψουμε δεν έχουμε, ούτε στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας μας. Μήπως να το σκεφτούμε να πάρουμε και να γιομίσουμε μπαλκόνια και βεράντες με βαρελόγλαστρες να φυτέψουμε εκεί; Μια σκέψη όλη κι όλη έκανα, για να μην διαμαρτύρονται και τα καβούρια στις τσέπες σου».

«Στις τσέπες τις ΔΙΚΕΣ ΜΟΥ καβούρια Κρινιώ; Η συγχωρεμένη η μάνα μου είχε να το λέει ότι πιο χουβαρντάδικο παιδί από μένα δεν είχε ματαδεί στη ζωή της και αναρωτιόταν τίνος έμοιασα, αφού τόσο εκείνη όσο και ο πατέρας μου, ήσαν ολίγον σφικτοί».

«Τσιγκουναραίοι του κερατά ήταν μωρό μου οι δικοί σου και μη φοβάσαι τις λέξεις. Και έχω βάσιμη υποψία να πιστεύω ότι το μηλαράκι τους κάτω  από τη μηλιά έπεσε, αμ πού θα πήγαινε να πέσει λες, αλλού κι αλλού; Δεν  θα ήταν παγκόσμια πρωτοτυπία;

«Κρινιώ μου την οικονομία μην την βαφτίζεις ‘’τσιγκουνιά’’».

«Τι να σου πω βρε Νώντα… Τρέχεις ξοπίσω μου και σβήνεις τα φώτα μην καίμε πολύ ρεύμα, την ίδια στιγμή που εσύ ξενυχτάς με μια εφημερίδα αγκαλιά που ποτέ δεν διαβάζεις γιατί σού φέρνει υπνηλία με το που θα αρχίσεις το διάβασμα. Και οι δέκα 60άρες λάμπες του πολυελαίου αναμμένες εντωμεταξύ, προφανώς για να φωτίζουν τα σκοτεινά σου όνειρα, αλλιώς δεν εξηγείται αυτή η φωταψία. 6ΟΟ κεριά αναμμένα μέχρι και τέσσερις το πρωί! Χάθηκε να ανάψεις το πορτατίφ που έχει και υποβλητικό φωτισμό; Μα εσύ εκεί, σιγά τον πολυέλαιο θα μου πεις, αλλά καλύτερα άστο, μη  λες τίποτα. Όχι όμως να με μέμφεσαι ότι σε καταστρέφω όταν έρχεται ο λογαριασμός της Δ.Ε.Η. Έτσι;

Να πεις ότι η λάμψη, τα φώτα, σε κάνουν να νιώθεις ωραία να πω. Μα εσύ, σηκώνεσαι όλο νεύρα τα χαράματα να πέσεις στο κρεβάτι μας και βέβαια δεν το συζητώ, πού να έχεις κέφι και για τίποτα άλλο!

Έχω κάνει μια στατιστική έρευνα επί του θέματος τούτου και βρήκα ότι πάρα πολλοί σας εσένα υπάρχουν. Έτσι εξηγείται και η υπογεννητικότητα που μαστίζει την Νεοελληνική οικογένεια. Καλά λένε πως σε λίγα χρόνια θα είμαστε ένα Κράτος γερόντων συνταξιούχων. Το λένε, αλλά δεν μας εξηγούν το γιατί. Ας ρωτήσουν εμένα καθώς και άλλες ομοιοπαθούσες να τους πούμε το λόγο.

Πάντως θα έπρεπε η αντρική τσιγκουνιά, η συνειδητή, η αφύσικη, να χαρακτηρίζονταν σαν το 8ο θανάσιμο αμάρτημα. Τι σχέση μπορεί να έχει με την οικονομία; ΚΑΜΙΑ…

Κάποτε είδαν έναν πολύ προβεβλημένο υπουργό μας να μαζεύει πρόκες από μία οικοδομή, Τον ρώτησαν γιατί το κάνει αυτό και τους είπε είναι ‘’κρίμα να πάνε χαμένες’’. Αν έκανε το   ίδιο για τα κονδύλια που πήγαιναν χαμένα στους ημετέρους του Υπουργείου του όχι για το καλό της Πατρίδας μα της τσέπης τους, θα έλεγα ότι ναι δίνει μαθήματα οικονομίας. Μα αυτός δεν ήταν παρά ένας φαρισαϊσμός και τίποτα άλλο.

Ακράδαντα πιστεύω ότι ο τσιγκούνης είναι ένας ψυχικά άρρωστος τύπος ανθρώπου, που υποφέρει και κάνει να υποφέρουν και οι δικοί του άνθρωποι. Άσε που είναι τσιγκούνης και στα αισθήματά του. Δεν λέει ποτέ σ’ αγαπώ και συγγνώμη. Δεν το συζητώ για την ΑΓΑΠΗ, terra ignota γι’ αυτόν. Δεν αγαπά ούτε τον ίδιο του τον εαυτό!!!

Φίλες και φίλοι μακριά από έναν τέτοιο χαρακτήρα, βλάπτει σοβαρά την όποια σχέση. Ας μένει μόνος με το πάθος του. Πάσχει από μία  ανίατο νόσο, που όμως δεν αναγράφεται σε κανένα ιατρικό σύγγραμμα, κανέναν ιατρικό οδηγό!…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη