[Σε μια ευλογημένη γη που το φως
Απλώνεται και γιατρεύει…]
Ξελόγιασμα του νου
Να ονειρεύεσαι το κάθε τόσο
Όταν το χαλασμένο το μυαλό το φως το κλέβει
Και συννεφιά απλώνει
Με το «έτσι θέλω» του…
Ποτέ αυτονόητη να μη την πεις
Μια βόλτα σου στον ήλιο
Αν θα σε βρει… όπου και όταν…
Αλλά ιερή στιγμή σου…
Σε ξάγναντο η απλωσιά η απέραντη
Ή σε βουνίσια άκρη η θέα
Σε Ποσειδώνια αγκαλιά, λαμπύρισμα αλμυρού νερού
Του κόσμου το καθρέφτισμα σε μια δροσοσταλίδα
Ή πέταγμα ανάλαφρο σε όνειρο καθάριο
Τότε…
Την ευλογία να δεχτείς
Το φως να προσκυνήσεις
Το πέπλο του να τυλιχτείς
Την ομορφιά ν’ αγγίξεις
Αλόγιστα σαν το μωρό
Μη σπαταλιέσαι στη δεύτερη τη σκέψη
Ξεγλίστρημα απ’ το σκοτάδι
Από την συννεφιά ή την ομίχλη του μυαλού
Που ηττήθηκε στην καθημερινότητά του
Απ’ τα κοινόχρηστα όνειρα
Και της ανυπαρξίας τις άμετρες υπερωρίες
Έγειρε, εκουράστηκε…
Και φοβισμένο έχασε πια το φως του
Στο χρώμα υποταγή
Στο μαγεμένο άκουσμα της φύσης
Υποταγή σε μεθυσμένα αρώματα
Και σε εικόνες πιο καθάριες
Ολοβούτηχτες στο φως
Στο φως του ήλιου του γενναιόδωρου, του ελεήμονα
Που τα φορτώθηκε όλα αυτά τα δώρα
Και τα ‘φερε εμπρός στα πόδια σου
Για να διαλέξεις…
Κι ύστερα ανάμνηση τα έκανε εύκολα
Που δυνατή όσο χίλιες χαρές
Και όσο χίλια γέλια ανοιχτόκαρδα, είναι
Τόσο ακριβά… τα δώρα του
Που όταν απλώνει η συννεφιά, ή η ομίχλη
Την βαριά σκιά της στην ανήμπορη καρδιά
Ν’ αφήνεται σ’ αυτή την αγκαλιά
Γιατριά και παρηγόρια εύκολα για να πάρει
Ν’ ανοίξει το παράθυρό της
Να θυμάται αυτό το φως
Και όλα τα άλλα…
Τα δώρα τ’ ακριβά…
Τη βόλτα αυτή στον ήλιο…
Αφήστε το σχόλιο σας