«Ματωμένη καρδιά» ένα διήγημα του Νικόλαου Παγουλάτου για τη δράση ‘Χριστός Γεννάται’

Εκεί, πάνω στα ψυχρά λευκά πλακάκια, σαν ένα σκουπίδι πεταμένο στο βρώμικο πάτωμα, εκεί και εγώ παρατημένη από την αγάπη, στεγνή και άδεια, αφήνοντας πλέον τον πόνο να κυλά μαζί με το δικό μου αίμα, μέσα από τα άψυχά μου χέρια. Όσο και να τον κατηγορώ, εγώ είμαι εκείνη που τον άφησα, που του επέτρεψα να κλέψει την καρδιά μου, να την κρατήσει μέσα στα ξερά του χέρια, όμοια με φύλλα φθινοπωρινά, να την στραγγίσει από κάθε συναίσθημα και δάκρυ. Εγώ είμαι εκείνη που σερνόμουν πίσω του, ζητιανεύοντας ένα χάδι, να ‘σου τώρα που κοιτώ το άψυχο κορμί μου μέσα από έναν ραγισμένο καθρέπτη κολλημένο στον τοίχο. Και τώρα που αυτός έφυγε για πάντα από τον δικό μου κόσμο, που με άφησε επιτέλους ελεύθερη να ανασάνω, εγώ ακόμη τον αναζητώ. Στο διπλανό δωμάτιο του νοσοκομείου, εκεί βρίσκεται εκείνος, νεκρός.

Εγώ όμως όχι. Εκείνη τη στιγμή που η περιπλανώμενη ψυχή μου, αναγκάστηκε τόσο βίαια να επιστρέψει στο ρημαγμένο μου κορμί, όπως τόσο απότομα είχε ξεριζωθεί, αυτά τα καυτά χέρια που με επανέφεραν στην σκληρή πραγματικότητα από την οποία ήθελα τόσο να ξεφύγω, που μάζεψαν την κομματιασμένη μου σάρκα βγάζοντάς με από την άβυσσο που είχα χαθεί, θα τα ευγνωμονώ κάθε μέρα. Αυτά τα ξένα χέρια με σήκωσαν ψηλά, δίνοντας μου την ελπίδα, τη γαλήνη. Μαθαίνοντας μου την ανθρωπιά, τη στοργή, την αγάπη.

Υπάρχουν τόσα «γιατί» που θα μείνουν για πάντα αναπάντητα. Προσπαθώ να θυμηθώ πώς γνώρισα εκείνον. Γιατί τον άφησα να με κατακλύσει σε τέτοιο βαθμό που δεν είχα ζωή μακριά του. Ανέπνεα, ζούσα μέσα από το δικό του σώμα. Τον άφησα να μου πάρει το παιδί που είχα μέσα στα σπλάχνα μου. Με κατέστρεψε, με ισοπέδωσε ξανά και ξανά και μετά με συναρμολόγησε όπως ήθελε εκείνος. Και εγώ τι έκανα; Ήμουν όντως το θύμα σε αυτή την ιστορία ή μια ακόμη γυναίκα, μεγαλωμένη χωρίς προσωπική φωνή, χωρίς πραγματική αγάπη και ελεύθερη βούληση κάτω από τη στενόμυαλη και αυταρχική φιγούρα του πατέρα μου; Το μόνο που έκανα ήταν να γαντζωθώ πάνω από τον πρώτο άντρα που μου έδειξε ενδιαφέρον και μου έδωσε μια έξοδο διαφυγής. Πού να ήξερα τότε… Ξέφυγα από έναν σκληρό άνθρωπο για να πάω σε έναν άλλον ακόμη χειρότερο. Κι όμως τον αγάπησα τρελά, του δόθηκα ψυχή τε και σώματι, τόσο ολοκληρωτικά και άνευ όρων που δεν το χωράει ο ανθρώπινος νους.

Αυτή θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί σε μια ιστορία αγάπης, όμως έγινε μια ιστορία πόνου και δυστυχίας. Εκεί τον είδα πρώτη φορά, δίπλα στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο, στο πάρτι της Ματίνας. Στεκόταν σιωπηλός και αγέλαστος, με τα χέρια χωμένα βαθιά μέσα στις τσέπες του παντελονιού του και τα μάτια άδεια. Τι νόμιζα, πως θα τα γέμιζα εγώ με το δικό μου φως, με τη δική μου ζεστασιά και αγάπη; Αγνόησα όλες τις φωνές της λογικής και του δόθηκα. Έπεσα στη φωτιά του κι ας ήξερα εκ των πρότερων πως θα καώ. Όσο με έδιωχνε, τόσο τον κυνηγούσα. Όσο με ξεφτίλιζε, τόσο κολλούσα επάνω του. Ναι, το έκανα.

Την Πρωτοχρονιά πήγαμε μαζί στο πατρικό μου για το παραδοσιακό γεύμα της ημέρας.  Η χαρά μου ήταν απερίγραπτη. Ήμουν μαζί του, εκεί. Ανάμεσα σε φίλους και συγγενείς. Εκείνος εξακολουθούσε, όμως, να παραμένει αγέλαστος και αμίλητος, χαμένος σε ένα δικό του σύμπαν. Δεν φοβήθηκα, δεν απογοητεύτηκα. «Εγώ είμαι εδώ, δίπλα σου», έλεγα μέσα μου σαν να προσπαθούσα να του στείλω ένα μήνυμα κρυφό. Το γεύμα τελείωσε γρήγορα. Οι άνθρωποι σκόρπισαν. Εγώ το μόνο που ήθελα, ήταν να βρεθώ πάλι στην αγκαλιά του. Να νιώσω τους χτύπους της καρδιά του. Δεν ήθελε να πάμε σπίτι. Αποφασίσαμε να πάμε  μια βόλτα με το αμάξι μέχρι  το Σούνιο να πιούμε ένα καφεδάκι, να αφήσουμε το βλέμμα να χαθεί στο απέραντο γαλάζιο, μέσα στο ελπιδοφόρο φως, εκεί δίπλα στον Ναό του Απόλλωνα.

Στην επιστροφή δεν ανταλλάξαμε ούτε μια κουβέντα, ούτε μια ματιά. Εγώ χαμένη μέσα στον δικό μου ροζ κόσμο και εκείνος παγιδευμένος μέσα στα δικά του σκοτάδια. Ξαφνικά σταμάτησε απότομα στην άκρη του δρόμου. Κατέβηκε, άνοιξε την δική μου πόρτα, με άρπαξε με μανία από τα μαλλιά και με πέταξε στην κυριολεξία μέσα σε ένα χωράφι. Δεν πρόλαβα καν να συνειδητοποιήσω τι είχε γίνει πάρα μόνο όταν τον είδα να φεύγει αφήνοντας με εκεί παρατημένη, μέσα στην ερημιά. Μέσα στο απέραντο κενό της ψυχή μου, χωρίς χρήματα και με ένα παπούτσι χαμένο, πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Δεν έκλαψα, δεν έκανα τίποτα, παρά μόνο περπατούσα αναζητώντας τον. Αυτή ήταν όμως μόνο η αρχή.

Το τέλος ήρθε όμως πολύ γρήγορα… χρόνος ματωμένος. Ανήμερα Χριστουγέννων πάλι. Πιθανόν τόσα χρόνια γεμάτα με κάθε είδους καταχρήσεις είχαν αφήσει ήδη το σημάδι τους. Αρνούμενος μέχρι και την τελευταία στιγμή να πάει σε γιατρό, τον έβλεπα μέρα με την μέρα να αλλάζει, να φτάνει όλο και πιο κοντά στο δικό του τέλος. Τόσο γρήγορα. Σάπιος στην ψυχή, σάπιος και στο σώμα. Κάθε στάλα πόνου δικιά του, ήταν για μένα μαχαιριά ανάμεσα στα πλευρά. Τον έβλεπα να μένει όλη μέρα κλεισμένος μέσα στο σπίτι, μέσα στα σκοτάδια της ζωής του. Με ρούφαγε, όμως, όλο και πιο δυνατά στην άβυσσο. Με έπαιρνε μαζί του τραβώντας με, μέσα στην απέραντη κόλαση που περνούσε. Άφησε την τελευταία του πνοή, εκεί καθισμένος στην αγαπημένη του πολυθρόνα, δίπλα στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο που είχα στολίσει με δάκρυα στα μάτια. Και εγώ καθόμουν απέναντι του, κοιτάζοντάς τον, αρνούμενη να τον αφήσω. Η φωνή της λογικής επέστρεψε γρήγορα. Το μόνο που έκανα ήταν ένα τηλεφώνημα στον πατέρα μου και αυτός φρόντισε για όλα. Η ώρα του αποχωρισμού είχε έρθει. Κάποιος τον ξερίζωσε από πάνω μου αφήνοντας με, τόσο μόνη. Άδεια. Δεν το άντεξα.

Και μετά ήρθες εσύ, αυτός ο άγνωστος, που άπλωσες το χέρι και με σήκωσες, ακριβώς εκείνη την στιγμή που όλα είχαν σχεδόν τελειώσει. Όμοιος με φωτεινό άγγελο επί γης. Φύλακας φτερωτός, επανέφερες το φως μέσα μου, την ψυχή μου μέσα στο κομματιασμένο μου σώμα, δίνοντας μου χρόνο να επουλώσω τις αμέτρητες πληγές μου, δίνοντας μου χρόνο για να παλέψω για μένα, να βρω τον δικό μου εαυτό. Την χαμένη μου ζωή. Δεν θα είναι εύκολο αλλά θα τα καταφέρω. Πλέον το ξέρω, αυτό είναι το δικό μου δώρο…

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη