«Κώστας Βασιλείου», παρουσιάζει ο Κυριάκος Στυλιανού

Καλό μήνα και από την Κύπρο, φίλοι αναγνώστες (και συνεργάτες) της Λόγω Γραφής!

Με ιδιαίτερη χαρά, η στήλη «Λόγω Γραφής… ες γην εναλίαν Κύπρον» παρουσιάζει τον Κώστα Βασιλείου, έναν πολύ σημαντικό ποιητή που είχα τη χαρά και την ευτυχία να γνωρίσω. Είναι πραγματικά ευλογία και τιμή να συναντάς τέτοιους ποιητές, τέτοιους σπουδαίους και γενναιόδωρους ανθρώπους στο δρόμο σου.

Κυριάκος Στυλιανού


Ακολουθούν: α) Απόσπασμα από κείμενο του ποιητή και κριτικού Παναγιώτη Νικολαϊδη, που διαβάστηκε στη βράβευση του Κώστα Βασιλείου από την Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου και προδημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό «Διόραμα».

β) Τα εκδομένα ποιήματα «Το δέντρο» και «Πυλαωροί – ομηρική λέξη που σημαίνει φρουροί της πύλης».

γ) Τα ανέκδοτα ποιήματα «Το έψιλο – Του Γιώργου Γιωργή» και  «Η τραμπάλα – Στη Μαρία Μιχαηλίδου» σε πρώτη δημοσίευση στη Λόγω Γραφής.

δ) Σύντομο βιογραφικό του ποιητή.

 


Η ανατρεπτική στροφή του Κώστα Βασιλείου στην κυπριακή διάλεκτο

Ο Κώστας Βασιλείου είναι ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της λεγόμενης γενιάς της Ανεξαρτησίας ή αλλιώς γενιάς του 1960, αλλά και γενικότερα της σύγχρονής μας ποίησης, ο οποίος στα πολύ σημαντικά συνθετικά ποιήματά του διακρίνεται για τη ρωμαλέα ποιητική γραφή, τη βαθύτατη γνώση της ελληνικής γραμματείας και γλώσσας στη διαχρονία τους, καθώς και της κυπριακής διαλέκτου, τον πλούσιο διακειμενικό διάλογο με τη νεοελληνική και παγκόσμια ποίηση (Όμηρος, Ρωμανός Μελωδός, Δάντης, Κορνάρος, Σολωμός, Κάλβος, Μακρυγιάννης, Μιχαηλίδης, Παπαδιαμάντης, Λιασίδης, Έλιοτ, Πάουντ, Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Σαχτούρης, Μόντης, Πασιαρδής, Μηχανικός, Κουγιάλης κ.ά.), την ειρωνική και συχνά σαρκαστική αποτύπωση της σύγχρονης πραγματικότητας και τέλος για ένα αεικίνητο διχαλωτό ποιητικό ένστικτο, σατιρικό και δραματικό, που αποτυπώνεται και στις δύο περιπτώσεις αρσενικά και με εκφραστική τόλμη.

Από το 1969 που εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο Σκαμάνδριος, Εκτωρίδης, Αστυάναξ (1969) έως σήμερα έχει εκδώσει 11 ποιητικά βιβλία, τα 7 πρώτα στην πανελλήνια κοινή και τα 7 τελευταία στην κυπριακή διάλεκτο: την τριλογία Κανόλλος (1997), Ίλαντρον (2000) και Η θκεια μας η Γιουγκοσλαβία (2009), καθώς και εν συνεχεία Το Νάμιν Του Κωνσταντή του ποιητάρη του Βουνιώτη του Κώστα Μόντη (2014), Το Νάμιν Β΄ Του Κώστα Μόντη του Χοντροδάκτυλου τ’ Αναρκοδόντη (2015), Pieta (2015) και τέλος σε συνεργασία με την Καίτη Χρίστη Αλταμίρα και άλλα πονήματα συλλειτουργήματα (2017). Σημειώνω, επίσης, συμπληρωματικά ότι ο ποιητής, αλλά και στέρεος φιλόλογος Κώστας Βασιλείου δημοσίευσε κριτικές μελέτες και δοκίμια στον περιοδικό Τύπο και έχει πραγματοποιήσει στις εκδόσεις Αιγαίον την πολύ σημαντική επανέκδοση του έργου του Β. Μιχαηλίδη με κριτικά σχόλια σε 6 τόμους (2003 και 2007).

Όπως διαφαίνεται από τη μέχρι τώρα συγκομιδή των 14 ποιητικών συλλογών, το ποιητικό έργο του Κ. Βασιλείου διακρίνεται ξεκάθαρα σε δύο ποιητικές φάσειςπεριόδους, οι οποίες, μάλιστα, διαχωρίζονται ευκρινώς, καθώς προϋποθέτουν μια δυναμική αλλαγή γλωσσικού οργάνου: την πανελλήνια (7 συλλογές, με κορυφαίο δείγμα την εξαιρετική, από πολλές απόψεις, συλλογή Pieta 1983) και τη διαλεκτική, με τη σαρωτική αφύπνιση της κυπριακής διαλέκτου σε 7 συλλογές, από τη σημαίνουσα συλλογή Κανόλλος (1997) και εντεύθεν. Πέρα, όμως, από την εύκολα αναγνωρίσιμη αλλαγή χρήσης γλωσσικού οργάνου, η οποία διαχωρίζει ξεκάθαρα τις δύο φάσεις της πνευματικής του πορείας, παρατηρούμε παράλληλα μία δυναμική εξελικτική πορεία από μια συμβολική, αλληγορική, πολύσημη και εν πολλοίς κρυπτική και δύσβατη, μοντερνιστική έκφραση, που χρησιμοποιεί πλήθος μυθικών, ιστορικών και άλλων προσωπείων και την κοινή πανελλήνια προς την αψιμυθίωτη, απλή και κατανοητή σε όλους ποίηση, φτιαγμένη από έναν τεχνίτη του λόγου που είναι απόλυτα ταυτισμένος με το καθολικό αίσθημα του λαού του, η οποία, μάλιστα, γράφεται στη γλώσσα που πρωτομίλησε· την κυπριακή διάλεκτο. Διατηρώντας, ωστόσο, πάντα τη δραματική, ειρωνική, σατιρική ή ακόμη και οραματική σύνθεση που δεσπόζει αδιαλείπτως και στις δύο περιόδους της δουλειάς του.

 

Παναγιώτης Νικολαΐδης (ποιητής, κριτικός)

[Απόσπασμα από κείμενο που διαβάστηκε στη βράβευση του Κώστα Βασιλείου από την Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου και προδημοσιεύτηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό «Διόραμα».]

 


ΕΚΔΟΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ

Όμως ανάμεσα στα δέντρα μου,

Που στέκουν μαυρισμένα απ’ τη φωτιά

Υπάρχει κι ένα δέντρο άθιχτο

Όχι πως δεν το άγγιξαν οι φλόγες.

Αυτοί που πολιόρκησαν τα δέντρα μου,

Είχαν αυτό το δέντρο, για στόχο.

Κι όχι μονάχα δεν μπόρεσαν

Να μου το κάψουν

Μα με βοήθησαν να ξεχωρίσω,

Ανάμεσα στα άλλα δέντρα,

Το ένα το μοναδικό,

Το δέντρο μου.

 

ΠΥΛΑΩΡΟΙ- ομηρική λέξη που σημαίνει φρουροί της πύλης

Θα ‘ρτει μέρα και θα χαθεί η Πόλη μας

Κι ο γενναίος λαός του Βασιλιά μας- το ξέρουμε

Κι είναι γιατί το ξέρουμε και δεν θ’ ανοίξουμε την Πύλη

Αν οι μεγαλοδύναμοι αποφάσισαν το θάνατο μας

Εμείς αποφασίσαμε τον τρόπο του θανάτου μας

Άλλο να κατεβαίνεις μόνος σου στον τάφο που σου άνοιξαν

Κι άλλο να πέφτεις όρθιος, σαν κυπαρίσσι, κι απ’ το πέσιμο

Ν΄ ανοίγει μόνος του ο λάκκος που θα σ’ αγκαλιάσει

Ο βαθύς λάκκος που θα μετασχηματίσει το φθαρτό κορμί

Σε άφθαρτο άγαλμα.

 

Εδώ, σ΄ αυτή την Πύλη θα σταθούμε άγρυπνοι

Κι οι ζωντανοί κι οι νεκροί κι αγέννητοι

Γιατί δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν

Και θα παλέψουμε όσο βαστούν τα κόκκαλα μας

Όσο παλεύουμε υπάρχουμε και δεν υπάρχει τίποτα

Πιο ιερό από την ύπαρξη- κι αυτή την ύπαρξη

Δε μας τη χάρισε κανένας για να τη χαρίσουμε

Με τα πρωτότοκα παιδιά μας την εξαγοράσαμε

Και θα κρατηθούμε με τα δόντια στους μαστούς της

Ίσαμε την τελευταία σταγόνα.

 

Μπορεί το τέλος να ‘ναι αναπόφευκτο- ωστόσο

Εδώ δεν πρόκειται για το αναπόφευκτο αυτό καθεαυτό

Αλλά για την πορεία προς το αναπόφευκτο

Κι αυτή η πορεία είναι δική μας, στο χέρι μας είναι

Να το μετατοπίζουμε από γραμμή σ’ άλλη γραμμή

Κι έτσι μετατοπίζοντας να το αλλοιώνουμε

Κι αλλοιώνοντας το να το εκφυλίζουμε

Ώσπου στο τέλος να ‘ναι ένα αναπόφευκτο καλόδεχτο

Εκείνο που εμείς προκαθορίσαμε.

 

Θα ‘ρτει η μέρα- το ξέρουμε, απ’ την αρχή το ξέραμε

Απ’ τη στιγμή που φάνηκαν τα εχθρικά καράβια στον ορίζοντα

Κι εμείς δεν είχαμε παρά μόνο τα χέρια μας- κι όμως

Δεν τα απλώσαμε ωσάν καλοί χριστιανοί να μας τα κόψουν

Σταθήκαμε, αντισταθήκαμε κι αντέξαμε

Ποιος να το πίστευε, δέκα χρόνια

Δέκα χρόνια που δεν τ’ αλλάζουμε

Ούτε με δέκα ούτε μ’ εκατό αιώνες

Γιατί σ’ αυτά είναι συμπυκνωμένα

Και οι δέκα είναι οι εκατό αιώνες

Κι αυτά μονάχα θα περισωθούν

Μέσα στο χρόνο.

 

Δέκα χρόνια – και πολιορκούσαμε

Εμείς από μέσα κι εκείνοι έξω από τα τείχη

Εκείνους που μας πολιορκούσαν.

 

Δέκα χρόνια – και κυνηγούσαμε

Εμείς μπροστά κι εκείνοι πίσω μας

Εκείνους που μας κυνηγούσαν γύρω από τα τείχη.

 

Δέκα χρόνια- και τους αναγκάζαμε

Να εκφυλίζονται στα βράχια μας, ποιος ξέρει

Σε ποιο άλλο πέλαγος θα ξόδευαν τη δύναμη τους

Δέκα χρόνια – κι είχαμε ανάμεσο μας

Μέσα στην Πόλη όπως μέσα σε Ναό

Να μας διαποτίζει με το φως του

Να μας μεταμορφώνει σε φως.

 

Θα ‘ρτει – η ώρα η καλή, θα μας βρει έτοιμους

Καθώς το δρεπάνι βρίσκει ώριμα τα στάχυα

Και δεν θα ‘χουμε πια ούτε σταγόνα αίμα να ξοδέψουμε

Όλο το αίμα μας θα έχει μεταμορφωθεί σε φως

Και το φως δεν σκοτώνεται

Το φως δεν εκφυλίζεται – το φως

Θα το κρατεί μέσα στις φούχτες του

Ο Πολιούχος Ήλιος, ο καλός Ζεύγος

Να το σκορπίσει μέσα στα χαλάσματα

Σαν το σιτάρι σε οργωμένο χωράφι

Ν΄ ανθίσουν ξανά τα σκοτάδια.

 


ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

ΤΟ ΕΨΙΛΟ

Του Γιώργου Γιωργή

Ο δάσκαλος  ο Τζώρτζης

που έννεν μεσοδότζιης

είπε μαλαματένα –

κουτσιά καθαρισμένα

ότι που τα κοστέσσερα

γράμματα τα ημέτερα

πέρκαλλον εν το έψιλον

φωνήεν απαράμιλλο

με λέξεις σιελιόνια

λαγουδερά τρυόνια –

εύδαιμον το ελεύθερο

ελεύθερον το εύψυχον

Ελένη, ευτυχία

έλαφος, εκκλησία

του δήμου, ευλογία

έρωτας, ευφροσύνη

εσπερινός, ευθύνη

έαρ, Ελλάς, ΕΟΚΑ

Ειρήνη, Έρση, Ευδόκα

λέξεις ρωμιές σαν ποταμός

μα στέκει και ως κιβωτός

ο Επιφάνιος οίκος

εκδοτικός ως κήπος

ώρκα Τζιυπριώτη

να ζιει στην αιωνιότη.

 

Η ΤΡΑΜΠΑΛΑ

Στη Μαρία Μιχαηλίδου

Η μάνα τζι η δασκάλα

Η πρώτη, εν η τραμπάλα

Που στήννει στα παιδάτζια

Τα σιέρκα σαν κλαδάτζια

ν΄ αθθίζουν στον αέρα

ημέρα ως εσπέρα

π΄ αννοίουν μονοπάθκια

τα φτούθκια τζιαι τα αμμάθκια

να βκαίννουν στο αμπέλι

λαγουδερά, αγγέλοι

να βκει το πετιμέζι

με τα παιδία που παίζει.

 

Στη Δρα Μαμί

Τη Mamma mia, μαμμή

Περνέρα, Μπουμπουλίνας

Δέκα, άριστα, φίνα

Δώρο στο πόνημα της

Και για το φρόνημα της.

 

Γλωσσάρι: Μεσοδότζιης – αναποφάσιστος, άτολμος.

 


 

[πηγή φωτ. Patinios’s Blog]

Ο Κώστας Βασιλείου γεννήθηκε το 1939 στην Πάνω Δευτερά της επαρχίας Λευκωσίας. Προέρχεται από φτωχή, αγροτική οικογένεια και είναι ο μόνος από τα εννέα αδέλφια του που κατάφερε να μορφωθεί. Απόφοιτος του Παγκυπρίου Γυμνασίου και πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε ως φιλόλογος από το 1963 μέχρι το 1999. Ποιητής και ερασιτέχνης ρεσπέρης (γεωργός). Έχει εκδώσει ποιητικά έργα και μελέτες για μείζονες κύπριους ποιητές: Βασίλη Μιχαηλίδη, Κώστα Μόντη και άλλους. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Το έργο του διακρίνεται για την ειρωνική και σαρκαστική αποτύπωση της σύγχρονης πραγματικότητας καθώς και για την εκφραστική τόλμη του.  Εκτός από άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, στα έργα του χειρίζεται άψογα και την κυπριακή διάλεκτο. Πρόσφατα, η Ένωση Λογοτεχνών Κύπρου του απένειμε το Βραβείο «Γ.Φ. Πιερίδης» για το έτος 2018 για την προσφορά του στην κυπριακή λογοτεχνία.

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη