“Κατινάκι”, γράφει η Μαριάννα Γληνού

Πέρασε τη ματιά της πάνω από τα πράγματα. Τα πρωινά, τα σπίτια μοιάζουνε βομβαρδισμένοι κόσμοι: ρούχα αραδιασμένα ανάκατα, μάλλον θα υπήρχε δυσκολία στην απόφαση τι να φορέσουν, κάτι μισοτελειωμένοι καφέδες επάνω στο τραπέζι, σκεπάσματα πεταμένα σίγουρα πάνω απ’ το σώμα αποφασιστικά, διαφορετικά δεν παλεύεται η πρωινή παγωνιά.

Κι εκεί στα τυχαία ξεσκουντημένα  παπούτσια, το ‘να να κοιτά μπροστά και τ’ άλλο πίσω,  και τα πόδια, θαρρείς  κάποιου κλόουν, μόνο αυτοί το καταφέρνουν αυτό, εκεί λοιπόν ανάμεσα στα φανταστικά πόδια, στο μικρό χώρισμα των παπουτσιών, να στέκει όλη μας η ζωή. Πόσο μικρό χώρισμα για εκατομμύρια μικρά και μεγάλα πράγματα, άλλα να έρχονται από το χθες κι άλλα που δεν ξέρεις και σε περιμένουν.

Και το παρόν, να φαίνεται τόσο μακρύ, φορές δύσκολο, πότε αβάσταχτο, πότε -τις φορές ευτυχίας- πάντα αλύπητα φευγαλέο…

Εμείς οι άνθρωποι σε στιγμές ευφορίας στήνουμε ζωές. Σε στιγμές απελπισίας σκάβουμε γκρεμνά. Ανάμεσα σε γκρεμνά και ίσιους κάμπους, στεκόμαστε εμείς, αναμετρώντας το μπόι μας όχι με μέτρο την ψυχή μας. Μα με μέτρο το μπόι, το εύρος και τα αποκτήματα του διπλανού.  Στο ζωικό βασίλειο υπάρχει γρηγορότερη κρίση. Για τη δύναμη και την επικράτηση του ισχυρότερου ή αλλιώς «φυσική επιλογή» μιλώ. Ο πιο αδύναμος βορά. Πιο αξιοπρεπής αντιμετώπιση μου κάνει. Τουλάχιστον δεν ψάχνει ανούσιες και αβάσιμες δικαιολογίες σε φθηνούς και ανυπόστατους  συναισθηματισμούς.

«Ρε, ο κόσμος εκεί έξω είναι ζούγκλα. Ρε, πρέπει να μάθεις να έχεις θράσος. Ξέρεις τι πάει να πει θράσος; Αλλιώς δεν επιβιώνεις.»

Πρωί-πρωί, να διπλώνει τα ρούχα και να φιλοσοφεί! Με συντροφιά τη σκέψη, όλες οι δουλειές γίνονται γρήγορα. Δουλεύουν τα χέρια σα μηχανή, τόσες φορές μαθημένα! Δυνητικά όλες οι νοικοκυρές θα μπορούσαν να διαπρέψουν στον τομέα πωλήσεων και τακτοποίησης, αν υπήρχε τέτοια εξειδίκευση. Λες και τα μάτια διαγράφουν κάτω απ’ το χρώμα των ρούχων αόρατες στο άμαθο μάτι τσακίσεις  και ξέρουν πού διπλώνοντας  το ρούχο θα αποθηκεύεται καλύτερα.  Το ίδιο που γίνεται και με το περπάτημα. Τα βήματα γρήγορα, σταθερά, δεν προσέχουν το πάτημα, αυτό γίνεται  με σιγουριά κι αποφασιστικότητα. Η σκέψη σε συντροφεύει και φεύγουν τα σπίτια πίσω και τα φώτα και τα φωτισμένα μαγαζιά. Αρκεί να υπάρχουνε οι δρόμοι.

Λοιπόν, δεν έπρεπε άλλο ν’ αναβάλλει. Η συντήρηση μιας αξιοπρεπούς καταστάσεως του σπιτιού λανθασμένα θεωρείται μοναδικό και κυρίαρχο προνόμιο των νοικοκυρών. Το να μαθαίνεις να ορίζεις την μερική τακτοποίηση του χώρου που κινείσαι, το δωμάτιό σου και κατ’ επέκταση το σπίτι σου, δεν αποφέρει μόνο εξωτερική τάξη. Ορίζει πάνω από όλα τη θέση σου μέσα στα πράγματα. Είναι η εξωτερίκευση μιας εσωτερικής τάξης. Αν ο καθένας μπορούσε να το δει με αυτόν τον τρόπο, δεν θα χρειαζόταν να υπάρχουν θύματα. Πλένω, σκουπίζω, γυαλίζω, μαγειρεύω και τα λοιπά. Φορτωμένα στην πλάτη του ενός. Κι όλοι οι άλλοι στην ψευδαίσθηση πως το κάνανε το κομμάτι τους κι είναι και  σένια παιδιά. Είναι βαρύ φορτίο να ‘σαι η αποθήκη των άλλων. Καθένας στο κουτάκι του, μάγκες στην ντουλαπάρα της ζωής.

Αυτά σκεφτόταν καθώς τελείωνε με το γρήγορο συμμάζεμα του ενός δωματίου. Έμεναν και οι κοινόχρηστοι χώροι. Θα τους έπιανε έναν-έναν. Όχι γιατί το έπαιρνε στις πλάτες της σαν προσωπική της ευθύνη. Χρόνια τώρα, σαν μαέστρος σε  ορχήστρα,  αθόρυβα έφερνε σε πέρας πολλές συναυλίες νοικοκυρεμάτων, με τη πεποίθηση ότι αυτό θα γινόταν μια συνήθεια,  ένα κάτι που θα «περνούσε» στους άλλους αθόρυβα, καθώς πολλές φορές τα ανείπωτα αλλά τα καμωμένα είναι πιο ισχυρά από τις βροντερές κουβέντες. Τα θυμωμένα λόγια του στυλ: «Κουράστηκα πια να τρέχω από πίσω σας. Δεν θα νοικοκυρέψω ξανά τον κόπρο του Αυγεία να το ξέρεις! Μην περιμένεις από μένα να σου μαζεύω τα ρούχα.» Και άλλα πολλά τέτοια απελπισμένα και με μπόλικη σάλτσα από κούραση κι απελπισία. Γιατί ως γνωστόν, το μπάχαλο εύκολα γίνεται, μέρα τη μέρα, και μια ωραία πρωία ξυπνάς κι είναι σωρός από πάνω σου τα άπλυτα του κόσμου! Και πού πλυντήριο τόσο μεγάλο κι απορρυπαντικό σε προσφορά! Θέλεις να πλύνεις;  Περίμενε. Την επόμενη Τρίτη οι προσφορές στο υγρό που είναι και φθηνότερο. Μέχρι τότε, με σάλιο. Όπως ισιώνεις τα φρύδια ένα πράγμα!

 Άσε που ενώ τραβούσε όλη την ενορχήστρωση, παρουσίαση και  διεύθυνση  της συναυλίας, με το πέρας της εκτός από το χειροκρότημα ακολουθούσαν σωρό οι ερωτήσεις υπαρξιακού πάντα χαρακτήρος:  «Το πουκάμισο που είχα κρεμασμένο στην πόρτα της ντουλάπας, ποιος το πήρε από εκεί; Μήπως έβαλες για πλύσιμο τη φόρμα μου και το μπλε το παντελόνι; Μαμά, έπλυνες τα ρούχα που σου είχα αφήσει; Είχα αφήσει πάνω στον μπουφέ έναν φάκελο κίτρινο με χαρτιά μέσα, τον είδε κανείς;»

Ακούει κανείς; Από εσωτερική ανάγκη, ήθελε τα πράγματα να βρίσκονται σε μια τάξη. Ήθελε το μάτι της να μπορεί να τρέχει μέσα στον χώρο, χωρίς να σκοντάφτει η ματιά σε πράγματα που η προσωπική της αισθητική δεν άντεχε. Αυτό τελικά είναι όχι μόνο η νοικοκυροσύνη. Η ζωή περισσότερο. Προσωπική αισθητική.  Το ισιωμένο καναπελίκι πάνω στον καναπέ, τα πλεκτά καλοτεντωμένα ντύματα μαξιλαριών, το τετράγωνο κεντημένο σταυροβελονιά σεμεδάκι στρωμένο πάνω στο τραπέζι της κουζίνας Κυριακή πρωί και δίπλα ένα μπλε βάζο μ’ ένα κλαρί ανθισμένης μυγδαλιάς, να σε παίρνει η λιγωτική μυρωδιά φαλάγγι καθώς ρουφάς τον ζεστό σου καφέ, απλά πράγματα. Ανέξοδα. Που δεν απαιτούν πολύ κόπο. Αλλά τιμούν. Εκτιμούν. Ομορφαίνουν.

Έτσι ήταν το Κατινάκι. Μια σταλιά γυναικάκι, κομμάτι κυρτωμένο απ’ τα χρόνια και λίγο απ’ την αγυμνασιά, να μην λέμε και ψέματα. Ένα μικρό ξωτικό που επέμενε να πιστεύει πως ομορφαίνοντας στιγμές-στιγμές τη ζωή, πού θα πάει, θα ομορφύνει και το όλον!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη