«Η Ελένη ή όταν κάτι τελειώνει», γράφει η Μαρία Πανούτσου

στιγμές  του 2011 και του 2014 

μπερδεύονται

 τα πρόσωπα που αποχαιρετώ

μπερδεύονται

τα ονόματα  φτιάχνουν καινούργια

ονόματα

 

Επανέρχομαι σε κάποιες στιγμές της ζωής μου. Υπάρχει λόγος. Δεν  τον ξέρω. Τον τιμώ  χωρίς να τον ξέρω.  Θέλω να γράψω  και να ξαναγράψω  για κάποιους  ανθρώπους.

Περπατώ, γύρω και όχι μακριά πολύ από το  σπίτι μου.

Τα αυτοκίνητα με προσπερνούν καθώς και κάποιοι περαστικοί  και χάνονται σε διάφορες κατευθύνσεις. Αισθάνομαι την υγρασία της Νύχτας. Ψιλοβρέχει. Ανηφορίζω προς το βουναλάκι. Κάποιος περνάει δίπλα μου, ξαφνιάζομαι  χάνω την ισορροπία μου και πέφτω επάνω του. Καθώς  προσπαθώ να τον  αποφύγω,  προλαβαίνω το βλέμμα του, το ασπράδι του ματιού του. Ένας περαστικός ηλικιωμένος άνδρας. Δάκρυα στα μάτια μου  για  το ότι δεν  είμαι πιο γρήγορη και στο καλό και στο κακό.

Έχει  βρέξει λίγο πριν και τώρα  σταγόνες πού και πού. Ο ουρανός  σκοτεινός συννεφιασμένος. Μια γυαλάδα ομορφαίνει με ένα απλό τρόπο τα πάντα  γύρω μου. Δεν χρειάζεται να έχεις σκύλο  για να βγεις ένα περίπατο την νύχτα. Το λέω  γιατί δίπλα μου ένας κύριος έχει βγει  βραδινό  περίπατο με τον σκύλο του. Δεν λέω ότι δεν είναι ωραίο και πρακτικό συνάμα και για τους δύο, αντίθετα  μ’ αρέσει  αυτή η συντροφικότητα, ο σκύλος και ο άνθρωπος, δυο πλάσματα  τόσο ευαίσθητα, τόσο μοναχικά,  επιζητούν την παρέα ο ένας του άλλου.

Είμαι ευάλωτη. Ό,τι δεν θέλω να μου συμβεί μου συμβαίνει.

Απλά λέω ότι εγώ νοιώθω καλά μόνη μου, με το κινητό μου στο τσεπάκι  της  ζακέτας μου  και η ζακέτα στον ώμο  μου και τα χέρια μου  ελεύθερα, σταυρωμένα   πίσω από την λεκάνη μου,  πιασμένα  με δύναμη, μια ένταση  πρωτόγνωρη,  νοιώθω καλά  τα ρούχα μου, τα μέλη  μου και καθώς μπαίνω στην πορτούλα  του δασυλλίου ακούω φωνές, μια παρέα από νεαρά αγόρια μιλούν  και πιο μακριά ακούω διάφορες  κοφτές λέξεις, από  μια κουβέντα δύο γυναικών.

Αγαπώ τον κόσμο, τους ανθρώπους. Είμαι παρατηρήτρια.

Ανηφορίζω, η μυρωδιά από τη βρεγμένη γη με αναστατώνει, θυμάμαι το παρελθόν και το παρόν και το μέλλον,  ναι μέλλον, μπορώ να το θυμηθώ,  το βλέπω, είναι γραμμένο στις παλάμες μου,  στα στήθη μου,  στην κοιλιά μου.

Οι μινόρε κλίμακες με  συντροφεύουν αφού είμαι εγώ  σε κάθε  μινόρε.

Η πάχνη δίνει μια ξεχωριστή  ομορφιά στο τοπίο  με τα δένδρα,  το άνοιγμα του ορίζοντα, πιο πάνω  και μπροστά μου,  με ξεκουράζει από την ένταση που έχω στις φλέβες μου. Βλέπω σχεδόν όλη την Αθήνα από εδώ.

Το οροπέδιο  γυαλίζει τα φυλλώματα στάζουν  τη βροχή που έχει σταθεί στα κλαδιά τους και ήχοι λεπτοί από το πέσιμο των φύλλων. Έχω αγαπηθεί, έχω αγαπήσει και μου έδωσαν και έδωσα, με έχουν συγκινήσει και έχω συγκινήσει και αυτό μου φτάνει.

Όχι  δεν μου φτάνει. Θέλω να μάθω πιο πολλά  για  το σύμπαν,  για  αυτόν τον αδελφό τον άγνωστο…

Περπατώ και σκέφτομαι πόσο σημαντικά είναι να περπατάς. Όλα καθαρά, όλα αφήνονται πίσω. Τα βήματά σου έχουν πιο πολύ σημασία. Το σώμα αναπνέει. Τελικά όλα καλώς  γίνονται. Όλα   είναι σε αρμονία.

Μα τι λέω… Αυτό δεν είναι σωστό, δίκαιο. Πόσα συμβαίνουν στον κόσμο και μας πληγώνουν, πόσοι οι άνθρωποι που χάνουν τη ζωή τους, το πολυτιμότερο αγαθό, πριν ακόμη ολοκληρωθούν, πριν αγαπήσουν, αλλά και αφήνοντας πίσω τους  αγαπημένους,  πόσα  μαρτύρια δεν έχει περάσει ο άνθρωπος σε αυτήν τη γη,  λοιπόν δεν μπορώ να πω ότι τελικά όλα καλώς έχουν. Όχι  δεν μπορώ να το πω, παρά  μόνο για μένα… μόνο για αυτήν τη στιγμή.

Αν ερχόταν σήμερα ένα Τζίνι και με ρωτούσε αν ήθελα να με μεταφέρει στο παρελθόν και σε ποια ηλικία θα του έλεγα ευχαριστώ, μπορώ να είμαι όπως είμαι τώρα,  αυτό  θέλω. Μόνο αυτό. Με όσα  φέρω και όσα  μεταφέρω στο σώμα και στην ψυχή. Καθώς το σώμα  οδεύει σε μια παραίτηση, μια κούραση, μια αμέλεια, αυτό που είναι  σύμπαν μου, αυτά που έγινα μέχρι στιγμής  είναι  τόσο πολύτιμα,  η ζωή που μεστώνει σαν το καλό κρασί,  έτσι και εγώ  νοιώθω ότι κάθε στιγμή που είμαι ζωντανή, χαρούμενη ή λυπημένη πονεμένη ή  άδεια, ή  γεμάτη ή πλήρης,  εγώ είμαι με τον κόσμο που γνώρισα μέσα μου πολλαπλασιασμένη.

Σήμερα θα  ήθελα να  φέρω στην επιφάνεια  ένα ταξίδι μου,  μια τοποθεσία, μια  αγκαλιά, μια εικόνα,  μια χαρά.

Ελένη Πετρή

Όταν πέθανε η πεθερά μου  η Ελένη,  τις τελευταίες μέρες το βλέμμα της ήταν δυνατό, καθαρό, με ένα σώμα που θύμιζε  μια μούμια  Αιγυπτιακή,  αφού για περισσότερο από 20 χρόνια  η αρρώστια της την είχε καθηλώσει στο κρεβάτι.  Με ένα πνεύμα ζωηρό και  μια μνήμη φωτεινή σαν έναν ήλιος ατομικός. Η Ελένη λοιπόν αποφάσισε  σαν ένας άνθρωπος  φυσικός, παιδί της φύσης, να φύγει από τη ζωή.  Το μέσα της ήταν δυνατό, η μνήμη της  αναζητούσε ακόμη το παρελθόν.  Όμως ένοιωθε πως  δεν ήθελε άλλο, ότι κουράστηκε να κρατά  τη ζωή  με τη μνήμη, με τα συναισθήματα, με ό,τι θετικό και αρνητικό  είχε περάσει στη ζωή της. Πόσες φορές δεν έφερε πάνω κάτω τη ζωή της σε αυτά τα χρόνια  της σωματικής ανημποριάς. Εκείνη μια γυναίκα  της δράσης,  των αγώνων, της μόρφωσης, της προόδου, των ταξιδιών, της φιλίας, της  φιλοτεχνίας, της  γυναικείας φύσης της συστολής και του θάρρους.

Μια μέρα λοιπόν είπε «Τώρα θέλω να φύγω. Κουράστηκα». Την άλλη μέρα έπεσε σε έναν ρόγχο. Αυτό ήταν.  Έφυγε με απόλυτη συνείδηση, έκανε το πέρασμα  ολοκάθαρο  όσο καθαρή και προσγειωμένη υπήρξε στην ζωή. Την έχω σαν φωτεινό παράδειγμα γυναίκας σύγχρονης και  ανθρώπου. Δεν αγιοποιώ κανέναν, τα ελάττωμα είναι δεδομένα αλλά οι χάρες ναι… οι χάρες είναι αυτές που μετράνε… για μένα.

Η Ελένη Πετρή  έρχεται συχνά στο μυαλό μου. Πάντα  είμαι λιγότερη από αυτό  που  θα ήθελα να είμαι με τους ανθρώπους.

Το δωμάτιο που ήταν η κρεβατοκάμαρα  της,  το μετέτρεψα  σε δωμάτιο για  καθημερινή χρήση, ένα  μικρό ανεπίσημο  σαλονάκι για τους ανθρώπους του σπιτιού. Έτσι μπορώ να τη θυμάμαι και να τη νοσταλγώ.

Νομίζω ότι η μνήμη  είναι το πολυτιμότερο αγαθό για έναν άνθρωπο.

Η Ελένη Πετρή ήταν χημικός. Από τις πρώτες γυναίκες που μπήκε  στο πανεπιστήμιο μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη Γερμανία. Αγωνίστρια  σε όλη της τη ζωή δεν τσιγκουνεύτηκε  αγάπη,  χρόνο, ενέργεια, χρήματα, φιλία  σε όσους ήταν γύρω της.

Ίσως σας αρέσει και

2 Σχόλια

  • Μπασιάκ
    1 Οκτωβρίου 2019 at 21:22

    Πω, πω, τί όμορφο κείμενο, και συγκινητικό, όμορφο, θα δακρύσω, μόνο από την ομορφιά δακρύζω εγώ. Μπράβο Μαρία

  • Μαρία Πανούτσου
    4 Οκτωβρίου 2019 at 08:39

    Μπασιάκ, καλή μέρα. Και εγώ από την δική σου συγκίνηση συνεχίζω να ζω. Γιατί γράφουμε αναρωτιέμαι αν όχι για να επικοινωνήσουμε ακόμη λίγο με έναν άνθρωπο. Για μένα το γράψιμο, το έχεις καταλάβει, είναι η περιβόητη εξομολόγηση ό,τι δεν κάναμε σωστά – γιατί ό,τι σωστό, συνοδεύεται και από μια πράξη λάθος και έτσι προχωράμε. Με την συγκίνηση ο ένας, στον άλλον.

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη