Πικρή η λέξη «σ’ αγαπώ»
που ψέλλισαν τα χείλη
γιατί στο λάδι της ψυχής
δεν βούταε το φυτίλι
κι οι λέξεις χάσκαν μοναχές
και ζήταγαν ολοένα
να σκύβει το κεφάλι υποταγή
χωρίς «θέλω» κανένα.
Η αγάπη, αγάπη μου γλυκιά,
δεν ξέρει να ζητάει
μόνο περηφανεύεται,
παίρνει ραβδί και πάει.
Κι όσους τη λένε σοβαρά
με πληγωμένα χείλη
τους βοηθά και στέκεται
και φέγγει σαν καντήλι.
Μα κείνους που τη λένε απλά,
για να γεμίζει ο χώρος ,
ποτέ της δεν τους λησμονά
μεγάλη αλήθεια ο χρόνος.
Και κάνει το ραβδί κριτή
και πάνω τους το στρέφει
κι αρχίζει να στριφογυρνά
σα να ‘τανε να γνέφει.
Και τότε… τους θυμίζει ευθύς
που πάνω μου πατούσες
ανθρώπους, συναισθήματα, ψυχές,
εμέ δεν ξεγελούσες.
Κοίταξε πώς απόμεινες και
μάθε να θαυμάζεις
κι άδικα να μη φέρεσαι
και πια να μη χλευάζεις.
Για να αγαπάς,
τον σεβασμό θυμήσου να θυμάσαι
κι ίσος προς ίσο
μέτρησε το βλέμμα σου
και πράξε.
Και μάθε πως η αγάπη σου
αν δεν τήνε θυμάσαι,
δεν τη ζεσταίνεις, την πονάς,
τη νοιάζεσαι, την στέργεις,
γίνεται πάγος στην καρδιά,
κι εκείνου δεν ξεφεύγεις.
Αφήστε το σχόλιο σας