Μια σειρά επιστολές ανεπίδοτες
οι επιθυμίες των δειλών
τα όνειρα των φοβισμένων
τα σχέδια των αναξίων
σ’ ερμάρια σκοτεινά αφημένες
Γράφουν κάθε βράδυ
το θλιβερό τους γράμμα
τ’ ακουμπούν στο τραπέζι
και το πρωί
προσεχτικά τ’ αφήνουν
ανάμεσα στα περασμένα
που δεν τόλμησαν
να στείλουν στην ψυχή τους
Καθένας
και μια ζωή δανεική
κάθε πρωί αφήνει
τον καφέ να κρυώνει
και το βασιλικό απότιστο
Τ’ απόγευμα κοιτάει
τον ήλιο να χάνεται
και πιάνει το μολύβι
Σβήνει-γράφει, σβήνει-γράφει
και μουτζουρώνει την αλήθεια
Κάποιες φορές
κυλάει κάποιο δάκρυ
και σβήνει τον καημό
Ως το πρωί στεγνώνει
ευτυχώς
Τις νύχτες τις αφέγγαρες
μάταια τα πεφταστέρια
περιμένουν
τις ανεκπλήρωτες ευχές
των φοβισμένων
των δειλών
των αναξίων
πίσω απ’ τα κλειστά παράθυρα
της κλειδωμένης τους ψυχής
Και με το άλφα της αυγής
γράφουνε ανεπίδοτη
ανοίγουν την επιστολή
και μπαίνουν
τραβώντας άκεφα το χι
που προσπαθεί
χαρά να γίνει
Κάθε φορά το ήτα
σπρώχνει
την ευχή στην ήττα
και νικά με απονιά
ο φόβος κι η δειλία
Αφήστε το σχόλιο σας