Μια άρρωστη ανατολή αναδύθηκε από ένα εμπύρετο κίτρινο.
Στόχευσε ανάμεσα στους αμμόλοφους
βαριά σαν μάστιγα πλήγωσε την πλάτη της θάλασσας
έλιωσε τα βλαστάρια στον κάμπο
και μάδησε το κόκκινο τριαντάφυλλο που καμάρωνα στον κήπο.
Ξύπνησε ο μικροσκοπικός γίγαντας
έσπασε η μαύρη τρύπα που εγκυμονούσε τον κίνδυνο
αέρας, βροχές, αστραπές.
Φώναξε άγρια στο μπλε της θάλασσας
λύγισαν οι αμυγδαλιές.
Στους δρόμους εκατό μάτια ψάχνουν πρόσωπο
να αποθέσουν ένα βλέμμα
σαν δαχτυλίδια πυρακτώσεως χωρίς δάχτυλα
αστράφτουν μέσα από συρματοπλέγματα και τοίχους
έγκλειστα μάτια
έγκλειστες ψυχές
έγκλειστοι οι άνθρωποι
Δραπέτευσε ο φόβος
Σιωπηλές ευχές σε υγρά κλαριά
Τα άνθη της άνοιξης στη γη πεταμένα
Και ψάχνεις, άνθρωπε, άνθρωπο να κοιταχτείς στα μάτια
βαθιά μέσα στα μάτια
όσο φυσάει δυνατά ο καιρός
Και ψάχνεις αχτίδα ήλιου να πλέξεις τα μαλλιά σου
να κρατηθείς στο φως.
Γιατί το ξέρεις
Υπάρχει ακόμα ομορφιά σ’ αυτή την άνοιξη
που ο Απρίλης ανθίζει μοναχός του στα λιβάδια.
Το αύριο, το ξέρεις, φτάνει με πράσινα βήματα
και πολλές ουγγιές ελπίδας.
Κανείς δεν σταματάει την άνοιξη!
Πολύ όμορφο και επίκαιρο, Μπράβο!!!!!!!!