«Δυο Ελίτσες Μια Φορά», (σαν) ένα χριστουγεννιάτικο παραμύθι της Βάσως Αποστολοπούλου

Κάποτε, τα χρόνια τα παλιά, ήταν δυο μικρά παιδιά που είχαν δυο μεγάλους (έτσι τουλάχιστον τους έβλεπαν εκείνα, όπως όλα εξάλλου τα παιδιά) γονείς. Οι γονείς αυτοί λοιπόν κάθε Χριστούγεννα αγόραζαν για τα παιδιά τους ένα έλατο αληθινό (του φυτώριου, όχι του βουνού) και τους το στόλιζαν με φωτάκια και μπαλίτσες και πολύ το χαίρονταν τα παιδιά και χτυπούσαν παλαμάκια. Μόνο που στο τέλος των γιορτών έκλαιγαν γιατί το ελατάκι είχε μαραθεί και το έβαζε ο πατέρας τους στο τζάκι και το έκαιγε λέγοντας πως τουλάχιστον δεν θα πήγαινε χαμένο – αλλά τα παιδιά καθόλου δεν τα ζέσταινε η φωτιά από το αγαπημένο τους δεντράκι. Έτσι, όταν μεγάλωσαν λιγάκι, είπαν στους γονείς τους πως δεν ήθελαν πια ελατάκι αληθινό αλλά κάτι άλλο που θα σκέφτονταν εκείνοι σαν μεγάλοι και σοφοί που ήταν.

Οι γονείς, αφού τα αγκάλιασαν και τα φίλησαν που ήταν τόσο ευαίσθητα και πονετικά παιδάκια ακόμη και με τα δεντράκια, έβαλαν τα σοφά κεφάλια τους να σκεφτούν κι όταν γύρισαν από την αγορά έφεραν μαζί τους δυο γλάστρες που η κάθε μια είχε μέσα μια μικρή ελιά. Τα παιδιά απόρησαν αλλά εκείνοι τους εξήγησαν ότι ετούτη τη χρονιά και τις επόμενες θα στόλιζαν τις ελίτσες για δέντρα Χριστουγέννων και ότι μετά θα τις έβαζαν στη βεράντα να μεγαλώσουν σαν κανονικά δεντράκια κι ότι πήραν δυο, ένα για το καθένα τους, σαν δώρο για την όμορφη σκέψη που είχαν κάνει.

Έτσι κι έγινε. Οι ελίτσες στολίστηκαν κι ήταν πολύ πολύ όμορφες με τα φωτάκια και τις γιρλάντες τους. Κι όταν πέρασαν οι γιορτές πήραν τη θέση τους στη βεράντα μαζί με τα άλλα φυτά και μεγάλωναν ευτυχισμένες – και την άλλη χρονιά, τα άλλα Χριστούγεννα, στολίστηκαν και πάλι με φωτάκια και γυαλιστερές μπαλίτσες.

Ήρθε όμως το άλλο καλοκαίρι και οι ελίτσες είχαν μεγαλώσει πολύ – κι έδειχναν να μη χωρούν άλλο στις μικρές, πια, γλάστρες τους και να στενοχωριούνται… σαν να μη μπορούσαν να ανασάνουν. Τα παιδιά το κατάλαβαν – πάντα τα παιδιά το καταλαβαίνουν γιατί μπορούν και μιλούν με όλα τα πλάσματα της Φύσης, ζώα και φυτά. Είπαν λοιπόν στους γονείς τους πως ήταν καιρός να φύγουν τα δεντράκια από εκείνες τις στενάχωρες γλάστρες και να πάνε να ζήσουν στον κήπο, στο χώμα, να απλώσουν ρίζες και να μεγαλώσουν όπως όλα τα άλλα αδέλφια και ξαδέλφια τους στα χωράφια και στις πλαγιές των βουνών.

Έτσι κι έγινε. Οι δυο ελίτσες φυτεύτηκαν στον κήπο από τον πατέρα των παιδιών κι εκείνα τον βοήθησαν, το καθένα με τη δικιά του – και μετά τις πότιζαν, τις φρόντιζαν, τους μιλούσαν με αγάπη. Κι εκείνες τα άκουγαν και έγερναν με ευγνωμοσύνη τα ασημοπράσινα φυλλαράκια τους και χάιδευαν με την ίδια αγάπη τα παιδικά προσωπάκια. Και μεγάλωναν και θέριευαν μέχρι που την άλλη χρονιά έβγαλαν και μικρά λευκά ανθάκια που στη συνέχεια τα έδεσαν σε μικρούς πράσινους καρπούς, μικρές πράσινες ελίτσες – για πρώτη φορά στην δεντρίσια τους ζωή.

Τα παιδιά πανηγύρισαν ετούτο τον θρίαμβο της Φύσης. Ήταν οι δικές τους ελίτσες, τα δικά τους μικρά δεντράκια, που ξεκίνησαν τη ζωή τους σαν Χριστουγεννιάτικα στολίδια και κατάφεραν να γίνουν εκείνο για το οποίο είχαν γεννηθεί – αληθινά δέντρα σε αληθινό χώμα με αληθινούς καρπούς! Μάζεψαν με προσοχή τις μικρές πράσινες ελίτσες κι ευχαρίστησαν τα δεντράκια τους για το υπέροχο δώρο που τους έκαναν – κι εκείνα θρόισαν τα ασημοπράσινα φύλλα και τους ψιθύρισαν το δικό τους ευχαριστώ για το δώρο ζωής που τους είχαν κάνει κι ότι ήταν πολύ ευτυχισμένα που τα παιδάκια τους, οι μικρές ελίτσες-καρποί, τα είχαν κάνει τόσο χαρούμενα.

Κι όταν ήρθαν τα άλλα Χριστούγεννα τα δυο παιδιά με μια φωνή ζήτησαν από τους γονείς τους να αγοράσουν ένα ψεύτικο δέντρο, άσπρο σαν το χιόνι που τόσο αγαπούσαν, και να το στολίσουν για χριστουγεννιάτικο. Έτσι κι έγινε κι έβαλαν το στολισμένο φωτερό κατάλευκο δέντρο δίπλα στο μεγάλο παράθυρο να το βλέπουν και οι ελίτσες-δεντράκια από τον κήπο και να θυμούνται τα χρόνια που ήταν κι οι ίδιες στολισμένες και να γιορτάζουν κι εκείνες μαζί τους, χαρούμενες πολύ που είχαν βρει πια τον δρόμο τους και την δική τους αληθινή γωνιά πάνω σε τούτη τη γη.

Κι ήταν τόσο όμορφα κι ευτυχισμένα για όλους εκείνα τα Χριστούγεννα!


Το “παραμύθι” Δυο ελίτσες μια φορά είναι αληθινή ιστορία από τα παιδικά χρόνια των παιδιών της συγγραφέα. Την ευχαριστούμε θερμά που μας επιτρέπει να μοιράσουμε αυτήν την τόσο όμορφη και διδακτική της ιστορία και σ’ άλλα παιδιά, μικρά και μεγάλα!

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη