«Γενετικές εξετάσεις αντί μελλοντολόγου», γράφει η Λένα Μαυρουδή-Μούλιου

    Πόσο προχώρησε η Επιστήμη! Είναι να τρελαίνεσαι με αυτά που  διαβάζεις. Να είσαι σε θέση δηλαδή εξετάζοντας το DNA σου, εκτός των άλλων ωφελημάτων που ξέρουμε, να μαθαίνουμε από ποιες ασθένειες θα προσβληθούμε και ακόμη το πότε θα πεθάνουμε. Αυτά βέβαια σε περίπτωση που μένουμε στο σπίτι και δεν κινδυνεύουμε να επισπεύσουμε τον θάνατο από κανένα τούβλο που θα πέσει επί της κεφαλής μας από το πουθενά, έτσι καθώς βαδίζουμε αμέριμνα στο δρόμο. Δεν ομιλούμε λοιπόν για έναν τέτοιου είδους θάνατο αλλά από προδιαγεγραμμένο γενετικά από κάποια ασθένεια. Πού ξέρεις όμως; Μπορεί, αύριο, μεθαύριο, να μάθουμε ότι θα μπορεί να προφητεύεται και αυτός ο εξ ατυχήματος, ακόμη και το πόσες φορές στη ζήση σου θα έχεις ευχηθεί να πεθάνεις γιατί π.χ. σε εγκατέλειψε το πιστό σου ταίρι, που αποδείχτηκε ότι τελικά δεν ήταν και τόσο πιστό όπως ήσουν σίγουρος ότι ήταν.

    Μπορεί επίσης να δοθούν στον άνθρωπο και άλλα ‘’εργαλεία’’ με τα οποία  να μπορεί να αλλάξει  τον ρου των πραγμάτων κατά πώς τον βολεύει και  επιθυμεί…

     Αυτά τα βαθυστόχαστα σκεπτόταν ο Μιχάλης βυθισμένος στην μπεζέρα του με ένα ξέχειλο ποτήρι ουίσκι στο χέρι του, ανέρωτο μα με παγάκια.

     Και αν οι σκέψεις του ήταν τόσο υπαρξιακές στην πρώτη γουλιά, αναρωτιόταν και ο ίδιος, τι θα συνέβαινε στο τέλος του πρώτου ποτηριού.

Και ενώ κατέβαζε ηδονικά την δεύτερη παγωμένη γουλιά, βλέπει σαν σε όνειρο την ελαιογραφία στον τοίχο τον απέναντι, να κουνιέται.

   – Έλα Παναγιά μου, σεισμός και δεν τον πήρα είδηση; Μα περίεργο, ούτε εγώ, ούτε ο πολυέλαιος κουνηθήκαμε, αλλά ούτε και κάποιο άλλο αντικείμενο ευαίσθητο στα κουνήματα.

    Έτριψε τα μάτια του και μετά τα κάρφωσε στον πίνακα. Μα ο πίνακας κύριος. Ακίνητος. Δεν… κουνιόταν καθόλου(!).

  -’Ώρες είναι ρε συ Μιχάλη να έχεις συν τοις άλλοις και οφθαλμαπάτες, μονολόγησε.

    Τελείωσε τα ποτό του και σηκώθηκε να ξαναγεμίσει το ποτήρι του, ήθελε  με το ποτό να ξεχάσει. Κοιτάζει προς το κάδρο και να’ το πάλι. Ο πίνακας, μια μεγάλη θαλασσογραφία γνωστού ζωγράφου, ανεπαίσθητα κουνήθηκε ξανά, χωρίς η θάλασσά του να έχει καμιά τρικυμία! Αυτή τη φορά, όταν μετ’ ολίγον ακινητοποιήθηκε, παρέμεινε μεν στον τοίχο, αλλά στραβά. Συνάμα δε, σαν να του φάνηκε ότι άκουσε κάτι σαν χαρχάλεμα. Σίγουρα κάποιος από την άλλη μεριά του τοίχου κάτι μαστόρευε και τα μαστορέματά του γίνονταν ακριβώς στην θέση της μεσοτοιχίας που έτυχε να είναι ο πίνακας.

    -Για δες τι ώρα διάλεξε ο Χριστιανός (μπορεί και άλλου θρησκεύματος) να κάνει τη δουλειά του, δεν σέβεται διόλου τις ώρες της κοινής ησυχίας, τώρα θα τις ακούσει, μουρμούρισε νευριασμένος και ελαφρά μεθυσμένος. Βγήκε από το διαμέρισμα του και οργισμένος, κτυπά το κουδούνι δίπλα, με ένα παρατεταμένο κουδούνισμα, προβάροντας συνάμα από μέσα του τα λόγια που θα έλεγε. Ήθελε να φερθεί αυστηρά, αλλά κόσμια και όχι σαν κανένας αγροίκος. Πάντα πρέσβευε, ότι καλύτερα να τα έχεις καλά με τον γείτονα  παρά με τον εξ αίματος συγγενή σου. Μα, περίμενε και περίμενε και     παρουσία του γείτονα καμιά.

    Απογοητευμένος κατεβαίνει στο θυρωρείο να διαμαρτυρηθεί και για καλή του  τύχη ο διαχειριστής της πολυκατοικίας ήταν εκεί, εκτελώντας προσωρινά χρέη θυρωρού, μιας και ο ορίτζιναλ είχε απολυθεί την προτεραία.

    Ο κ. διαχειριστής τον ακούει έκπληκτος να διαμαρτύρεται για την ενόχληση που δεχόταν και τούτο γιατί, το εν λόγω διαμέρισμα ήταν κενό, ξενοίκιαστο, εδώ και μήνες.

    -Μήπως ο θόρυβος ερχόταν σαν αντήχηση από κάπου αλλού; ρώτησε με ευγένεια.

   -Και το κάντρο επηρεάζεται από την πιθανή αντήχηση και αρχίζει τα κουνήματα μάστορα;

    -Δίκιο έχετε. Για μισό να πάμε να δούμε τι συμβαίνει ΑΝ συμβαίνει  κάτι τελικά, μουρμούρισε καθώς πήγαινε να φέρει την τεράστια αρμαθιά κλειδιών που άνοιγαν από τον διαχειριστή και μόνο απ’ αυτόν, το κάθε  διαμέρισμα της πολυκατοικίας.

     Μα δυστυχώς η αρμαθιά δεν ήταν στην γνωστή σε όλους θέση. Άλλο και τούτο πάλι.

    -Επιτρέψτε μου, δώστε μου λίγο χρόνο να ψάξω. Κάπου θα πρέπει να τα άφησα και δεν θυμάμαι, είπε ο προβληματισμένος διαχειριστής τερματίζοντας τον διάλογο με το Μιχάλη ο οποίος επέστρεψε στο σπίτι του  κατανευριασμένος.

-Ούτε στο ίδιο σου το σπίτι μπορείς να βρεις την ησυχία   σου, είπε φωναχτά, προσθέτοντας την πολυαγαπημένη γνωστή βρισιά απάντων των Ελλήνων, γνωστή και στην αλλοδαπή με τούτη την έννοια και όχι αυτήν που δίνουν τα λεξικά!

     Όλη η στιχομυθία με τον διαχειριστή, δεν θα πρέπει να κράτησε πάρα πάνω από ένα τέταρτο ίσως και λιγότερο. Και τούτο το αναφέρουμε γιατί έχει άμεση σχέση ο χρόνος με τα τεκταινόμενα. Μα όταν ξανακάθισε στη μπεζέρα, βλέπει κατάπληκτος το κάδρο να είναι ακριβώς στη θέση του.

    -Πάς καλά αγόρι μου; ψιθύρισε. Ευτυχώς που δεν διαρρήξαμε στην τελική ξένο σπίτι, ενώ δεν θα ήταν παρά μια μου πιθανή παραίσθηση. Να δεις που κάτι θα πρέπει να είχε τα ποτό μου. Σίγουρα, αυτό θα έφταιγε. Ε, και λοιπόν τι θα πρέπει να κάνω, να πάρω και να πάω προς εξέταση το μπουκάλι στο Χημείο του Κράτους; Ωραία, νόμιζα ότι είδα, ενώ στην ουσία  ΔΕΝ…

    Άνοιξε την T.V. και κατάπληκτος ακούει στις ειδήσεις τη διαμαρτυρία συμπατριωτών του, να βρίζουν και να ωρύονται απειλώντας ότι αν πιάσουν τον ‘’διαρρήκτη των κάντρων’’ θα τον σαπίσουν στο ξύλο  πρώτα και μετά θα τον παραδώσουν στις αστυνομικές αρχές. Αφού η αστυνομία δεν είναι σε θέση να προστατεύσει τον κοσμάκη, τότε και αυτοί θα πάρουν τον νόμο στα χέρια τους. Ακούστηκαν  και κάτι μπινελίκια που δεν γράφονται από σοβαρούς διηγηματογράφους, όπως και ειρωνικά σχόλια για την ανικανότητα της χιλιοπαθούσας Αστυνομίας, όπως πάντα. Σε περιπτώσεις επιτυχιών της έπαινος ουδείς.

    Που τι σημαίνει κυρ Μιχάλη; ότι είσαι και εσύ ένας από  τους δεκάδες διαμαρτυρόμενους πολίτες. Δε θέλεις βέβαια και να πεθάνεις από εγκληματική ενέργεια, μη προβλεπόμενη από την πλέον εξελιγμένη εξέταση του DNA σου πράγμα που ούτε η Πυθία ίσως, αν ζούσε, θα μπορούσε να προβλέψει… Αλλά ας μην ανατρέχουμε στους αρχαίους ημών προγόνους. Καταλληλότεροι εν προκειμένω οι μάστορες, μπογιατζήδες και καθαριστές διαμερισμάτων. Μα ούτε και από αυτές τις ειδικότητες ακουγόταν κανείς από κει μέσα.

    Εκείνο που τον εντυπωσίασε ήταν που ο διαχειριστής τού είπε, ότι ακόμη δεν είχε βρει τα κλειδιά και δεν μπορούσε να καταλάβει πού στην ευχή τα είχε αφήσει και αδυνατούσε να τα βρει. Τι ήταν η αρμαθιά, βελόνα  στ’ άχυρα; Ένας πελώριος όγκος κλειδιών ήταν που και να θες δεν κρύβεται. Εκτός αν, ΑΝ, για κάποιον λόγο, ο θυρωρός που απολύθηκε πρόσφατα, τα είχε πάρει, με την πρόθεση να τα γυρίσει και το αμέλησε. Μα ψάχνει και αυτόν να τον βρει και δεν το καταφέρνει. Τού άφησε μηνύματα, μα μέχρι στιγμής μένουν αναπάντητα. Για επαγγελματία διαρρήκτη –ιδέ κλειδαρά– δεν το συζητάει γιατί δεν ξέρει αν επιτρέπεται κάτι τέτοιο. Είπε ακόμη, ότι αν ήθελε την γνώμη του, το όλο θέμα με τα κάδρο δεν ήταν παρά ένα τυχαίο γεγονός που οφείλονταν στο καρφί στήριξης του πίνακα στον τοίχο, που απλά κουνήθηκε το πιαστράκι του.

    Η κουβέντα αυτή, γινόταν την Πέμπτη. Την επομένη καμία αλλαγή του σκηνικού, εκτός ίσως του γεγονότος ότι ήταν η ημέρα που ερχόταν στο σπίτι για το εβδομαδιαίο καθάρισμα η γυναίκα που τον φρόντιζε απ’ όταν θυμόταν τον εαυτό του και ακόμη πιο πριν η συχωρεμένη η μάνα του. Την εμπιστευόταν πιο πολύ  από τον όποιο συγγενή του. Έπαιρνε μόνη της τα κλειδιά του που της τα άφηνε στον θυρωρό και τελειώνοντας λίγο μετά το μεσημέρι τα ξανά άφηνε σ’ εκείνον. Είχαν εβδομάδες να συναντηθούν με τον Μιχάλη ο οποίος τα χρήματα τού κόπου της τα άφηνε στο πρεβάζι του τζακιού κάτω από το περί ου ο λόγος κάδρο. Και ποια η μεγάλη του έκπληξη όταν η κ. Γκλάντη τον ζήτησε στο τηλέφωνο της δουλειάς του πράγμα που δεν θυμόταν ποτέ να έχει ξανά συμβεί, για να του πει ότι κάτι περίεργο συμβαίνει με το κάδρο του τζακιού, όσο και με τον τοίχο πίσω του. Το εικαστικό έργο είχε πέσει από τη θέση του και τόσο στον τοίχο, όσο και  στον πίνακα, υπήρχε μια πολύ μικρή σε άνοιγμα τρυπίτσα που δεν την είχε ποτέ πριν δει. Επιπλέον πάνω στον πίνακα, η τρύπα καλύπτονταν από ένα ματάκι  σαν αυτά που βάζουμε στις εξώθυρές μας.

    Ο Μιχάλης ανέπνευσε. Όπερ έδει δείξαι, αγαπητέ κ. διαχειριστή με τα ‘’τυχαία’’ σου γεγονότα όπως συμπέρανες. Ναι, αλλά ακόμη χειρότερα, τι ήταν όλο αυτό; Δεν ήταν η ειδικότητά του βέβαια η εξήγηση παράξενων φαινομένων γήινων ή μεταφυσικών. Και μια και δυο, ζητάει άδεια από το γραφείο με μία πρόφαση πιστευτή προφανώς, καθώς είχε όλο το αίμα φύγει από το πρόσωπό του που ήταν κάτασπρο και από την πέτρα ξεξασπρότερο και πηγαίνει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής. Ο αξιωματικός υπηρεσίας τον κοιτάζει καλά καλά και βλέποντας πως έχει να κάνει με έναν σώφρονα πολίτη, δίνει εντολή στο τμήμα σήμανσης να πάνε για αποτυπώματα. Αλλά μέχρι να έρθει το team, μέχρι να γίνουν οι κατάλληλες προεργασίες και να φτάσουν  σπίτι, η Γκλάντη είχε φύγει και το κάδρο, ενώ της είχε ζητήσει να το αφήσει όπως το βρήκε, το είχαν βάλει στη θέση  του, άγνωστον ΠΟΙΟΙ. Η τρυπούλα στον τοίχο είχε εντέχνως επουλωθεί, το ίδιο και αυτή του πίνακα και εξυπακούεται το ‘’ματάκι’’ και αυτό άφαντο. Δεν τον πολύ ένοιαξε τον Μιχάλη μη και δεν γίνει πιστευτός αφού είχε την μαρτυρία και της Γκλάντη. Ο επικεφαλής του team της σήμανσης, μη βλέποντας βέβαια τίποτα, τον κοίταξε  λοξά και ο Μιχάλης ένιωσε εντελώς ηλίθια στη σκέψη ότι μπορεί και να τον περνούσαν για μυθομανή αν όχι και αυτόν λοξό…

    Αστραπιαία έκανε τη σκέψη ότι δεν έπρεπε να φέρει σαν μάρτυρά του την αλλοδαπή, γιατί θυμήθηκε που τού είχε κάποτε ομολογήσει ότι δεν έχει την πράσινη κάρτα παραμονής, ή χαρτιά ότι είναι στη δούλεψή του. Έτσι θα  είχαν αμφότεροι τραβήγματα. Το έπαιξε λοιπόν χαζός, λέγοντάς τους ότι  θα είχαν την μαρτυρία  της φίλης του αλλά όχι γρηγορότερα από την επόμενη Παρασκευή που θα ερχόταν να ποτίσει τα λουλούδια του όπως την είχε παρακαλέσει, γιατί ίδιος θα ήταν εκείνες τις ημέρες εκτός Αθηνών, μια βολική και πιστευτή ψευτιά. Ο επικεφαλής τον κοίταξε – λοξά πάντα – και χωρίς να του πει κουβέντα, στράφηκε στον υφιστάμενό του που κρατούσε σημειώσεις και είπε ξερά: ‘’γράψε: ΕΞΕΤΑΣΗ ΓΙΑ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ΣΤΕΙΡΑ’’.

    Τι διάβολο, αντιβιόγραμμα είχε κάνε στον πίνακα; Έτσι φαίνεται.

Στη συνέχεια χαιρέτησε με το χέρι του στο γείσο του πηλικίου του πήρε τα ‘’εργαλεία’’ του και έφυγαν νευριασμένοι; Έτσι μετέφρασε ο Μιχάλης τα ξινισμένα τους μούτρα.

    Το θέμα εξελίσσονταν από γελοίο έως θρίλερ. Πήρε τηλέφωνο τη Γκλάντη και της μετέφερε τα των εξετάσεων… ούρων ότι ήταν στείρες(!) και οι οπές επουλωμένες που δεν θύμιζαν ανθρώπινη παρέμβαση, τόσο τέλειες.

    -Όμως εμείς τις είδαμε, δεν τις είδαμε Γκλάντη; τη ρώτησε με αγωνία φοβούμενος μη και έπαιρνε αρνητική απάντηση.

Μα η γυναίκα είχε χάσει την μιλιά της με το που άκουσε για αστυνομίες και τέτοια.

   -Μη φοβάσαι κυρά μου την έβγαλες καθαρή. Όμως κι εσύ βρε παιδί μου, πώς και δεν το φρόντισες το θέμα της παραμονής σου τόσα χρόνια τώρα; Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και πίσω στην Πατρίδα  του ο ξένος, ντα; Τι και αν είναι πιο Έλληνας από πολλούς ντόπιους. Και άντε εγώ να ψάχνω για άλλον τόσο έμπιστο άνθρωπο να βάλω στο σπιτικό μου, τέλειωσε το τηλεφώνημά του ο Μιχάλης.

    Δεν χρειαζόταν να έχεις μεγάλο βαθμό Ι.Q. για να καταλάβεις τον πανικό που έπιασε τη Ρωσίδα. Παρά την τρομάρα  της όμως τον βεβαίωσε ότι όντως ΕΙΔΑΝ όσα πήγε και κατέθεσε και ότι ας κάνει λίγη υπομονή και θα βρισκόταν μία άκρη. Και μόνο για την αισιόδοξη προοπτική που του εμφύσησε, την συμπάθησε ακόμη περισσότερο.

   Να λοιπόν, γιατί η ζωή είναι ωραία παρά τις  πίκρες της. Έχει την ποικιλία της, τις εντάσεις της, τις ευχάριστες μα και τις δυσάρεστες εκπλήξεις της, είναι απρόβλεπτη και στο σπίτι σου ακόμη μέσα. Για όλα αυτά, μπορεί να μας μιλήσει ένα DNA;Αν και όλα μπορεί κανείς να τα περιμένει από μια επιστήμη που το ’βαλε αμέτι μουχαμέτι αν όχι να υποκαταστήσει το Θεό, να τον μιμηθεί… Για να μην πω, ότι αυτό είναι που κάνει εδώ και χρόνια με αποκορύφωμα την αθεΐα της.

     Και ξαφνικά ο Μιχάλης είπε αποφασιστικά ότι πρέπει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.

     -Δεν με πιστεύεις ω μπάτσε; Ωραία, θα βρω τι συμβαίνει μέσα στο σπίτι  μου εγώ ο ίδιος.

    Ερώτημα 1ον προς τον εαυτό μου: Τι δουλειά έχει ένα κατασκοπευτικό  ματάκι στο  σπίτι ενός χωρισμένου ανθρώπου και νυν εργένη; Να δει ΤΙ;

Έναν τύπο που βαριέται που ζει και που το σπίτι  του τον βλέπει ελάχιστα, μια ωρίτσα, άντε δυο, το μεσημέρι και μόνο για να κοιμηθεί τη νύχτα και πιο συγκεκριμένα τις πρώτες πρωινές ώρες; Έναν κακομοίρη, που πάλι καλά που έχει ακόμη τη δουλειά του για να μπορεί να πληρώνει το νοίκι του τα τσιγάρα και το πιοτό του, δεν αναφερόμαστε στο φαγητό γιατί οι μπουκιές από οτιδήποτε τρώγεται δεν λογιέται φαγητό βέβαια. Ως πότε λες να κρατήσει αυτό  το βιολί, αυτή η παραίτηση και από μια δουλειά στην οποία δεν αποδίδεις μη συγκρινόμενος κατ’ ελάχιστον με τον παλιό εαυτό σου; Τότε δηλαδή που δίπλα είχες την καλή σου τη Μάρω, που ακόμη δεν κατάλαβες ΓΙΑΤΙ σε παράτησε και έφυγε; Να ΄ναι το φευγιό της που σε κατέβαλε έτσι ψυχολογικά; και όπως είπα το  χειρότερο είναι με τη δουλειά. Πόσο ακόμη θα σε αντέξει το αφεντικό, εσύ στη θέση του τι θα έκανες; Η απόδοσή σου μηδενική, μα καλά δεν το βλέπεις; Κανένα ενδιαφέρον για τίποτα. Να γιατί θεώρησες σημαντική αυτήν την υπόθεση του κάντρου αφήνοντας και στου μυαλού  τη γωνιά την ύπαρξη ίσως και μεταφυσικών φαινομένων, που τουλάχιστον έβαλαν τα γρανάζια του σε κίνηση. Εξίταρε τη φαντασία σου  και άρχισες να κάνεις σενάρια επί σεναρίων. Είναι και αυτό κάτι.

    Ερώτημα 2ον : Αφού το διαμέρισμα δίπλα είναι κενό, ποιος μπαίνει και ΠΩΣ, με μόνο σκοπό να τρυπήσει έναν τοίχο για να  κατασκοπεύει όπως ξαναείπα τη ζωή σου; Άρα  ο  εν λόγω τύπος αν μη τι άλλο ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΤΑΙ  για σένα, για τον όποιο χ, ψ, και ωμέγα λόγο. Πάει καλά.

    Για να πάρεις άδεια από τη δουλειά,  με σκοπό την αντιπαρακoλούθηση, δεν είναι ό,τι καλύτερο γιατί τότε η απόλυσή σου από επαπειλούμενη προοπτική θα γίνει εφιαλτική πραγματικότητα. ‘’Περάστε αγαπητέ από το Λογιστήριο και ευχαριστούμε πολύ για την συνεργασία που είχαμε ίσαμε τα τώρα…’’ Που σημαίνει ότι για 2-3 μήνες θα  έχεις πού να κοιμηθείς, κάτι να φας και μετά, κανένα παγκάκι στο πάρκο της γειτονιάς, να θαυμάζεις τ’ αστέρια και το φεγγάρι,  μέσα από την αλμύρα που θ’ αφήνουν τα δάκρυα στα κλαμένα σου μάτια.

    Έλα και πες μου τώρα Μιχάλη, αυτό, η Επιστήμη μπορεί να το προβλέψει;

Ερώτημα 3ον και τελευταίο: Λες να είναι η Μάρω μου πίσω απ’ όλα αυτά τα τρελά και να υποφέρει το ίδιο σαν εμένα; Λες να θέλει να έχει οπτική επαφή μαζί μου, να μαθαίνει πώς ζω, αν σέρνομαι από την απουσία της;

    Στην σκέψη αυτή την παράτολμη σαν να αναθάρρησε σε σημείο που πια να εύχεται να ξαναδεί τον πίνακα να κουνιέται. Μα όσο και αν το ευχήθηκε οι ευχές του δεν εισακούστηκαν μεν, συνέβη κάτι άλλο δε.

     Το πρωί που βγήκε από το σπίτι για τη δουλειά, στο χαλάκι πάνω ήταν η αρμαθιά με τα κλειδιά του θυρωρού που ψάχνανε τόσες ημέρες να τα βρουν, και πάνω τους μπερδεμένο, ένα κομμάτι χαρτί που έγραφε:

«ΚΑΛΑ ΜΑΝΤΕΨΕΣ. HΜΟΥΝ ΕΓΩ…»

     Τώρα, το πώς ο Μιχάλης το γλύτωσε το εγκεφαλικό, είναι και αυτό άξιο έρευνας. Από την χαρά του, έβαλε τα κλάματα. Δεν θυμόταν από πότε είχε να κλάψει; Από παιδί; Από νήπιο; Κάπου εκεί γύρω…

    Εκείνο το πρωί το ρίσκαρε, δεν πήγε δουλειά. Πήγε τρέχοντας στο σπίτι της Μάρως να της πει  ότι ήταν αποκλειστικά δική της επιλογή, το πού θα γινόταν ο γάμος τους. Στην εκκλησία, ή στο Δημαρχείο. Σκούπισε τα μάτια της που ήταν κατακόκκινα από τα δάκρυα, σημάδι ότι έκλαιγε για μέρες…

    Και πέστε μας.

Όλα αυτά που άλλαξαν τον ρου της ζωής του Μιχάλη, ΠΟΙΑ επιστήμη γενετικής και ποια αρχαία Πυθία, μπορούσε να προβλέψει;

    Γι’ αυτό και εμείς ταπεινά λέμε, ότι άλλος είναι Εκείνος που για δικούς του λόγους κινεί τα νήματα και εμείς ασήμαντες μαριονέτες! Και αυτό, ας το πάρουν απόφαση οι άθεοι επιστήμονες να καθίσουν στ’ αυγά  τους και ας κοιτάξουν να βρουν το φάρμακο για ανίατες ασθένειες που μας βασανίζουν. Αυτό, ΓΙΑΤΙ δεν το μπορούν;

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη