«Βαγγέλης Ραπτόπουλος», γράφει ο Τόλης Αναγνωστόπουλος

Βαγγέλης Ραπτόπουλος / Μικρό βιογραφικό 

Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος (Αθήνα, 1959) εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο στα είκοσί του. Έχει δημοσιεύσει περισσότερους από είκοσι τίτλους μυθοπλασίας, πέντε βιβλία μεταξύ χρονικού και αυτοβιογραφίας και μια συλλογή-σύνθεση με μεταφρασμένα αποσπάσματα από αρχαίους Έλληνες συγγραφείς.

Έργα του εκδόθηκαν σε ξένες γλώσσες και διασκευάστηκαν για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.

Εργάστηκε ως σύμβουλος ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας σε εκδοτικούς οίκους, αρθρογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας, σεναριογράφος,  σύμβουλος σεναρίων στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και σε τηλεοπτικά κανάλια, παραγωγός και παρουσιαστής ραδιοφωνικών εκπομπών, καθηγητής δημιουργικής γραφής σε σεμινάρια και σε μεταπτυχιακό επίπεδο.

Αναλύοντας τον Ραπτόπουλο – Συγγραφικό ισοζύγιο

 

Από τους πιο παραγωγικούς λογοτέχνες της γενιάς του. Δουλευταράς, καυστικός, άψογος ψυχογράφος της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας, αυτοαναφορικός, εξαιρετικός με ό,τι και αν καταπιάνεται.

Προκλητικός και ραδιούργος. Γνωρίζοντας πως απευθύνεται ως επί το πλείστων σε ένα κοινό συντηρητικό, κομπλεξικό, που ακόμη και σήμερα μόνο «εκτός σπιτιού» και στην αλάνα των social ξεσαλώνει και υποκρίνεται το προοδευτικό, παλεύει χρόνια να το αποσυντονίσει με τη βλάσφημη, διονυσιακή, κοφτή αλλά και μοναδική γραφή του. Και έτσι συνεχίζει.

Μεγάλο ρόλο στη συγγραφική ταυτότητα του Ραπτόπουλου έπαιξε σίγουρα η παρέα του  με ιερά τέρατα της λογοτεχνίας όπως ο Κουμανταρέας, ο Νόλλας  και ο Πετρόπουλος.

Λογοτέχνες παλαιάς κοπής, δεν του φούσκωσαν τα μυαλά, αντίθετα προσγείωσαν τον νεαρό τότε δημιουργό, άλλες φορές ομαλά άλλες ανώμαλα, «στα κυβικά του», παροτρύνοντάς τον να δουλέψει καλύτερα και βαθύτερα ότι γραπτό τους πήγαινε για αξιολόγηση. Του ενστάλαξαν ταυτόχρονα την αγάπη για το βιβλίο, τη λογοτεχνία αλλά και τον αναγνώστη. Όχι για να τον υπηρετεί και να γίνεται αρεστός σε αυτόν αλλά για να αναπτύξει μια αμφίδρομη σχέση επικοινωνίας με τη «σωστή απόσταση», πράγμα που δεν συνηθίζεται σήμερα που οι σχέσεις αβρότητας με όλους και η κατά παραγγελίαν συγγραφή επικρατούν.

 Ο Ραπτόπουλος όντως δούλεψε και δουλεύει πολύ τα γραπτά του, απέκτησε όμως ταυτόχρονα και μια τεράστια συγγραφική αυτοπεποίθηση που τον βοηθά να γράφει ό,τι γουστάρει από την κλασσική του συνταγή της ερωτικής λογοτεχνίας μέχρι ιστορικά μυθιστορήματα και (αυτό)βιογραφίες. Αλλάζει μανιέρα, τεχνοτροπία και προσέγγιση σχεδόν σε κάθε καινούργιο του πόνημα λες και είναι χαμαιλέοντας, λες και είναι ανικανοποίητος από κάθε προηγούμενο και επιζητά εκ νέου αναγνώριση και αποδοχή.

Ακόμη και στα στενά όρια ενός μυθιστορήματος, όπως στη «Λούλα», μέσα σε τρία μέρη καταφέρνει και μεταπηδά από την ερωτική λογοτεχνία (πορνογραφία) στο φανταστικό και στον τρόμο χωρίς συνέπειες και κενά. Γιατί; Γιατί μπορεί.

Θέλοντας να εξιτάρει περισσότερο τους μέντορές του, ίσως και από μία εσωτερική του ανάγκη  να ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της ελληνικής λογοτεχνίας, ο Ραπτόπουλος ποτέ δεν σταματά να προκαλεί με τα γραπτά και τη θεματολογία αυτών.

Εκτός από το προσφιλές για αυτόν θέμα του παράδεισου και της κόλασης, της λαγνείας, ασχολήθηκε με τον Εμφύλιο, τη «στενόχωρη ευρυχωρία του γάμου», την Ελλάδα στην εποχή του CNN και του Internet, τον έρωτα και την  άλλη όψη του νομίσματος το θάνατο, την αστεγία, το χρόνο που κυλάει και τη ζωή μας που φεύγει.

Μέσω των γραπτών του δεν συνδιαλέγεται μόνο με αναγνώστες και κοινό αλλά και με παλαιούς συγγραφείς, όπως ο Ροΐδης (Πάπισσα Ιωάννα),  ο Καζαντζάκης (Ανέγγιχτη) και η Πηνελόπη Δέλτα (Μοιρολα3).

Το μεγαλύτερό του ατού θεωρώ πως είναι η συγγραφική του ενσυναίσθηση, η ικανότητά του να διεισδύει καθηλωτικά στον ήρωά του. Είναι τέτοια η ψυχολογική του εμβάθυνση και η ολοκληρωτική προσαρμογή στον πρωταγωνιστή του που καταφέρνει να αφηγηθεί άψογα πολλές ιστορίες του από το πρίσμα της γυναίκας (και ίσως πιο παραστατικά από αυτή), αναπτύσσοντας χαρακτηριστικά της γυναικείας ψυχοσύνθεσης και ιδιοσυγκρασίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ηρωίδα στη «Λούλα», που σχεδόν «καυλώνεις» μαζί της, διαβάζοντας λεπτομερειακές περιγραφές  των ερωτικών – σεξουαλικών συναισθημάτων της.

Όμως μη βιάζεστε, δεν θα μείνει μόνο σε αυτό. Εδώ δεν θα δούμε μόνο την αγωνία της ηρωίδας να φτάσει σε οργασμό. Δεν «παίζει» μόνο αυτή με το αιδοίο της με σκοπό πετύχει το σκοπό της αλλά και ο ίδιος ο συγγραφέας παίζει μεταξύ αλληγορίας και πραγματικότητας. Περνάει υποδόρια τα μηνύματά του πως η κοινωνία που ζούμε είναι κλειστή, υλιστική  και ανοργασμική, χωρίς τα μέλη της να μπορούν να νιώσουν πραγματική ηδονή και απόλαυση.

Προσέξτε το αυτό σε όλα του τα βιβλία. Έχουν δεύτερο και τρίτο επίπεδο, έχουν ουσία και κάτω από το χαλί, κάτω από το αρχικό στρώμα που καλύπτει την αφήγησή του ο πανούργος Ραπτόπουλος και εκεί  ξεπηδάνε έννοιες και αξίες όπως η φιλία, ο έρωτας, ο θάνατος, ο φόβος της μοναξιάς, η κρίση στο θεσμό της οικογένειας και η πολιτική απάθεια.

Δεν είναι σε όλα του απόλυτα επαρκής πράγμα λογικό για τόσο παραγωγικό και μη μονοδιάστατο συγγραφέα. Είναι όμως σε όλα αυθεντικός και αληθινός, με μοναδική αφηγηματική ροή, καυστικός και σε κάποια άλλα «βαθύς και λυπημένος όπως κι εσύ» για τη συνεχιζόμενη κοινωνική και πολιτική απραξία των καιρών μας.

Σαφώς και θετικό το ισοζύγιό μου για τον Ραπτόπουλο. Ένας συγγραφέας που ξέρει και μπορεί να γράφει καλά, προκαλεί και προειδοποιεί, ερωτοτροπεί και ερεθίζει, δεν διστάζει να έχει άποψη πολιτική σε καιρούς που πολλοί άλλοι φοβούνται μήπως απωλέσουν «αρέσκεια», «ακολούθους»  και αναγνώστες – δεν θα μπορούσε να έχει άλλη κατάταξη από εμένα.

 

Τα έργα μιλάνε, όχι τα λόγια

 

 ΛΟΥΛΑ

Προσπαθώντας να φτάσει πάση θυσία στο αποκορύφωμα της ηδονής, μια όμορφη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Αθηνών έρχεται αντιμέτωπη με μια εφιαλτική όψη της λαγνείας.
Ένα μυθιστόρημα για τον γυναικείο οργασμό και την απουσία του. Για τη χρήση της ινδικής κάνναβης.
Για σεξουαλικές διαστροφές. Για τη λαγνεία ως εφιάλτη της Ανατολής. Για βρικόλακες στην Αχαΐα του προηγούμενου αιώνα. Για κόσμους άλλων διαστάσεων στη σύγχρονη Αθήνα. Και για τον κόσμο των ψυχώσεων. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Η ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΠΙΣΣΑΣ ΙΩΑΝΝΑΣ

 Στην καρδιά του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα. Μια μοναχή κρύβει το φύλο της και κατορθώνει να γίνει ο αντιπρόσωπος του Θεού επί της γης. Για να έρθει αντιμέτωπη με την γυναικεία της φύση. Και την πτώση. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).

 

 

ΑΝΕΓΓΙΧΤΗ

Εννιά χρόνια μετά τον θάνατο του παγκοσμίου φήμης μυθιστοριογράφου Αλέξανδρου Καστρινάκη, η πρώτη σύζυγός του αφηγείται την ιστορία του δεκαπενταετούς λευκού γάμου της με έναν άνθρωπο τόσο αφοσιωμένο στις πνευματικές και θρησκευτικές αναζητήσεις του, ώστε να την αφήσει ερωτικά ανέγγιχτη.
Η αφήγηση της εγκαταλελειμμένης γυναίκας, που ξεκινάει το 1883 και φτάνει ως το 1966, σταθμεύοντας σε Κρήτη, Αθήνα, Βιέννη, Βερολίνο και αλλού, εξερευνά και όλες τις άλλες ερωτικές σχέσεις του πρώην άντρα της, καθώς και τις αντανακλάσεις τους στα πολυμεταφρασμένα έργα του, ορισμένα από τα οποία μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο ακόμα και από το Χόλυγουντ.
Ένα ιστορικό μυθιστόρημα εμπνευσμένο από τη ζωή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη, συχνά πιστό αντίγραφό τους. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

ΒΑΘΥΣ ΚΑΙ ΛΥΠΗΜΕΝΟΣ ΟΠΩΣ ΚΙ ΕΣΥ

«Είναι γλυκιά η ζωή εδώ, στη Λίμνη Αχαΐας. Αλλά όχι πάντα. Να ένας ερωτευμένος που ταπεινώνεται στο μπαρ “Butterfly”, στο λιμάνι. Ή ο μέθυσος πατέρας, στο γειτονικό φτωχόσπιτο, που εξωθεί την κόρη του στα άκρα. Ευάλωτοι ή κτήνη οι σημερινοί άντρες. Λίγο πιο κει, σ’ ένα δωμάτιο του “Limni Beach”, ένας δικηγόρος γονατίζει από τις απώλειες. Ενώ, στην παραλία, κάποιος ντόπιος βυθίζεται στο πένθος και στις ενοχές. Τι κι αν αποθεώνονται το χρήμα και η επιτυχία στις μέρες μας; Κάτω από την επιφάνεια υπάρχει πόνος. Έξω από το χωριό τώρα, στις Βίλες, η άρρωστη ψυχή ενός γνωστού τηλεπαρουσιαστή εκρήγνυται. Και στο συνεργείο αυτοκινήτων, απέναντι από το νεκροταφείο, δύο αδέρφια έρχονται αντιμέτωπα για μια ρωσίδα πόρνη. Η Ελλάδα στην εποχή του CNN και του Internet. Ώς τον γκρεμό, ψηλά, στον λόφο του Προφήτη Ηλία, όπου κάποιος “βαθύς και λυπημένος, όπως κι εσύ” ζει το θαύμα. Γιατί μπορεί να είναι και όνειρο η ζωή στη Λίμνη Αχαΐας».
(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΑΤΑΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ

 

Μια από τις πιο ανέραστες προσωπικότητες που περάσαν απ΄τη χώρα ήταν ο Σημίτης. Έβγαλα και βιβλίο με τίτλο «Ακούει ο Σημιτης Μητροπάνο;». Μπορεί να έχω και προκατάληψη απέναντί του, βεβαίως. Το θέμα ωστόσο δεν είναι τι κάνει κάθε πολιτικός με τη γυναίκα του, αλλά τι κάνει με το λαό του.

 

Η διαδρομή ενός συγγραφέα μοιάζει σε πολλά με τη διαδρομή ενός τρένου ή ενός αυτοκινήτου στη διάρκεια ενός ταξιδιού. Διασχίζεις αλλεπάλληλα τοπία, οργώνεις πεδιάδες, σκαρφαλώνεις λόφους και βουνά, προσπερνάς παραθαλάσσια μέρη. Το ζήτημα είναι να μη σταματάς, να κινείσαι διαρκώς, εξερευνώντας ακατάπαυστα νέα τοπία-θέματα. 

 

(Μιλώντας για το βιβλίο του τη «Λούλα») :

Θυμάμαι μια γειτόνισσα που το είχε αγοράσει λόγω του θορύβου. Με πέτυχε στο ασανσέρ εκείνες τις μέρες και μου λέει «παιδί μου, τι βιβλίο είναι αυτό! Το αγόρασα στην Αθήνα και γυρνώντας με το τρένο το έκρυβα να μην δει ο διπλανός τι γράφει μέσα». 

 

Βλέπω ακόμα και οι νεότεροι συγγραφείς, οι νέες γενιές που μεγαλώσανε μέσα στη φούσκα, πώς έχουνε διαπλαστεί με ένα τρομερό κονφορμισμό. Οι περισσότεροι κυνηγάνε να γλύψουνε τους δημοσιογράφους μήπως γράψουν κάτι καλό γι’ αυτούς. Δεν είναι και τυχαίο που οι περισσότεροι δεν έχουν κοινό. Δημιουργούν αγέλες μεταξύ τους που αλληλολιβανίζονται αλλά άμα βγεις παραέξω και ρωτήσεις, δεν τα έχει διαβάσει τα βιβλία τους κανείς.

 


 [Πηγή φωτογραφίας: oneman.gr]


[Τόλης Αναγνωστόπουλος – Ας γνωριστούμε]

Ίσως σας αρέσει και

Αφήστε το σχόλιο σας

*

Ας γνωριστούμε

Όσοι αγαπάτε τη γραφή και μ’ αυτήν εκφράζεστε, είστε ευπρόσδεκτοι στη σελίδα μας. Μέσω της γραφής δημιουργούμε, επικοινωνούμε και μεταδίδουμε πολιτισμό. Φροντίστε τα κείμενά σας να έχουν τη μορφή που θα θέλατε να δείτε σε αυτά σαν αναγνώστες. Τον Μάρτιο του 2016 ίδρυσα τη λογοτεχνική ιστοσελίδα «Λόγω Γραφής», με εφαλτήριο την αγάπη μου για τις τέχνες και τον πολιτισμό αλλά και την ανάγκη ... περισσότερα

Αρχειοθήκη